Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Φεύγοντας από την σχολή πήρε το λεωφορείο.Όμως δεν κατέβηκε στη στάση,όπου ήταν το σπίτι.Κατέβηκε στο κέντρο της πόλης.Από εκεί πήρε άλλο λεωφορείο και έφτασε στον σταθμό των τρένων.Πήγε στο παγκάκι,όπου συνήθως εύρισκε να κάθεται ο Φρίντριχ και περίμενε.Περίμενε χαζεύοντας τον κόσμο που πήγαινε κι ερχότανε,τα τρένα που περνούσαν.Ώσπου,κάποια στιγμή ήρθε ο Φρίντριχ και κάθισε δίπλα της.Δεν την πρόσεξε γιατί δεν περίμενε πως θα την βρει εκεί.
-Φρίντριχ,τον φώναξε με ζεστή,ήρεμη φωνή.
-Γυρίζει ο Φρίντριχ,Άννα της λέει.Τι κάνεις?. Ποιόν περιμένεις?
-Φρίντριχ,δεν περιμένω κανέναν,ήρθα για σένα.Ήθελα  να σε δω,σε σκεφτόμουν και ξέρω πως θα σε εύρισκα εδώ,γι αυτό και κατέβηκα στο σταθμό.
-Γλυκιά μου,φροϊλάιν  Άννα.Τι καλή που είσαι.Ήρθες λοιπόν να μου κρατήσεις συντροφιά? Πολύ ωραία να περιμένουμε το τρένο των 3.30 να ιδούμε αν κατεβεί η Ζακλίν μου κι έπειτα να πάμε στο σπίτι μου.Θέλεις? Γλυκιά μου,φροϊλάιν Άννα,σε προσκαλώ στο σπίτι μου.Εκεί έχει πολλά σημαντικά πράγματα και θέλω να σε ενθουσιάσω.Πάμε να σου δείξω όλες τις οικογενειακές μου φωτογραφίες.Τις φωτογραφίες των γονέων μου,της γυναίκας μου και της κορούλας μου.Είμαι πολύ χαρούμενος  που μου δίνεις την ευκαιρία να σου μιλήσω για τα αγαπημένα μου πρόσωπα.
Για άλλη μια φορά ήρθε το τρένο των 3.30 από το Παρίσι,αλλά δυστυχώς δεν έφερε την αγαπημένη γυναίκα του Φρίντριχ.Δακρυσμένος σηκώθηκε πήρε την Άννα από το χέρι και προχώρησαν.
Το σπίτι,είπε δεν είναι πολύ μακριά από τον σταθμό.Δε θέλω να σε κουράσω. Έφτασαν στο σπίτι του Φρίντριχ.Το κτήριο ήταν σχεδόν όμοιο με το κτήριο,όπου ήταν το σπίτι του Ερρίκου και της Helgas.Με πολλά διαμερίσματα και με πολλά παράθυρα στη πρόσοψη.Απέξω φαινόταν οι ζημιές που είχε υποστεί από τον πόλεμο,ξεφτισμένοι τοίχοι,σε αρκετά σημεία τρύπες από σφαίρες.Απ έξω το είχαν αφήσει με τις φθορές να θυμίζει την καταστροφική μανία του πολέμου.Ανέβηκαν με τα πόδια τη σκάλα που οδηγούσε στο τέταρτο πάτωμα.Άνοιξε ο Φρίντριχ με τα κλειδιά του την πόρτα και...περάστε Φροϊλάϊν Άννα,είσαι καλοδεχούμενη στο σπίτι μου,είπε.Καλώς ήλθες.
Η Άννα μπήκε στο σπίτι του Φρίντριχ και έμεινε έκθαμβη.Δε περίμενε ποτέ πως αυτός ο μοναχικός άνθρωπος διατηρούσε ένα τέτοιο πλούσιο και τόσο ωραίο σπίτι.Οι τοίχοι  ήταν γεμάτοι πίνακες αξίας,τα πατώματα πανάκριβα χαλιά,τα έπιπλα αντίκες πολύτιμες,τα μπιμπλώ και τα άλλα αντικείμενα εξ ίσου σημαντικά.Οι παρτιτούρες στη θέση τους περίμεναν την αφέντρα τους,τον κάτοχο τους,να καθήσει στο πιάνο για να ακουστούν και πάλι οι μελωδίες του.Πάνω στο δαντελωτό πετσετάκι η φωτογραφία μιας πανέμορφης  γυναίκας.Η Άννα πήρε την κορνίζα στα χέρια της. Ο Φρίντριχ ήρθε κοντά της..Η αγαπημένη μου Ζακλίν,είπε,η γλυκιά μου γυναίκα,η Παριζιάνα μου.Πότε θα ρθεικοντά μου.Η Άννα κάθησε στο πιάνο.Αντήχησαν στο παλιό αυτό σπίτι όμορφες μελωδίες,που είχαν να ακουστούν πολλά χρόνια σε αυτό το χώρο.Η Άννα σηκώθηκε.Πάμε στην κουζίνα κάτι  να πιούμε,είπε ο Φρίντριχ.Άνοιξε ένα ντουλάπι,πήρε δύο ποτήρια.Άννα,κάθισε είπε και τράβηξε μία από τις καρέκλες,που βρισκόταν γύρω από το στρογγυλό τραπέζι.Καθισε κι εσύ Φρίντριχ.Ναι,είπε,να φέρω μία μπύρα να πιούμε.Γέμισε τα ποτήρια ο Φρίντριχ .Στην υγειά σου,φροϊλάϊν Άννα.Στην υγειά σου,Φρίντριχ.Να είσαι γερός.Διψούσα,σ'ευχαριστώ πολύ.Παρακαλώ.Φροϊλάϊν Άννα,να είσαι καλά να συναντιόμαστε να τα λέμε.Τι ωραίο το σπίτι σου Φρίντριχ,τι όμορφα πράγματα που έχει.
Είναι όλα οικογενειακά κειμήλια.Η οικογένεια μου έχει μεγάλη ιστορία.Είμαστε οικογένεια καλλιτεχνών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου