Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

Αγαπητοί μου αναγνώστες να συνεχίσουμε και σήμερα το αφιέρωμα στο ΟΧΙ που ο Ελληνικός λαός με αποφασιστικότητα και πρωτοφανή γενναιότητα απάντησε στον Ιταλό πρεσβευτή στην Αθήνα τον Γράτσι τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου το 1940. Να δούμε τι έγραφε το πρωτοσέλιδο της καθημερινής αθηναϊκής εφημερίδας της Καθημερινής. Η ΕΦΗΜΕΡΊΔΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στην πρώτη σελίδα του φύλλου της στις 29 Οκτωβρίου 1940 έγραφε..Η ΕΛΛΑΣ ΕΥΡΙΣΚΕΤΑΙ ΑΠΟ ΧΘΕΣ ΣΕ ΠΟΛΕΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑΝ.Το Έθνος σύσσωμον,μνήμονον παραδόσεων του,εις τας επάλξεις. Τώρα αγαπητοί μου αναγνώστες θα αναφέρουμε λεπτομερώς τα γεγονότα, που καθόρισαν την εξέλλιξη του Ελληνοιταλικού Πολέμου και σηματοδώτησαν την Ιστορία τόσον της Ελλάδας,όσον και της Ιταλίας.Με αποτέλεσμα να καταγραφούν στην ιστορία των δύο λαών και να παραμείνουν για πάντα στις μνήμες των συντελεστών και των απογόνων τους και στους πολίτες όλων των χωρών που συμμετείχαν.Να διδάσκονται στα σχολεία και να αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγήν,αλλά και παράδειγμα γενναιότητας και τολμηρής αποφασιστικής ενέργειας. Εκείνες τις ημέρες,στις 15 Οκτωβρίου 1940 το Ιταλικό Πολεμικό Συμβούλιο πήρε την απόφαση να κηρύξει τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδας.Στο συμβούλιο παρευρίσκετο και ο Μουσολίνι.Πολλοί από τους συμμετέχοντες στο συμβούλιο προέβαλαν Veto,γιατί δεν υπήρχαν οι αρμόζουσες προετοιμασίες και η όλη επιχείρηση αντιμετωπιζόταν με προχειρότητα.Ο Μουσολίνι επεδίωκε και ήθελε να νικήσει για να κάνει το κομμάτι του στον Χίτλερ.Να δείξει πόσο δυναμικός ήταν παρά τις αποτυχίες που είχε παλαιότερα στον πολιτικό τομέα.Ο Χίτλερ χαρακτηριζόταν για την επιφυλακτικότητα του και προσεκτικός καθώς ήταν,στάθμιζε κάθε του ενέργεια.Περίμενε να παρουσιαστεί η κατάλληλη ευκαιρία για να επιτεθεί.Ο Ντούτσε θεωρούσε την Ελλάδα ως εύκολο στόχο.Τελικά το Ιταλικό Πολεμικό Συμβούλιο όρισε ως ημέρα της επίθεσης την 26η Οκτωβρίου.Ο Μουσολίνι την μετέθεσε στις 28 Οκτωβρίου γιατί ήθελε να συμπέσει με την 18η επέτειο της Πορείας Προς Την Ρώμη.Με αυτήν την ονομασία έμεινε στην ιστορία το πραξικόπημα,το ψευτοπραξικόπημα,όπως το ονομάζουν,του Μουσολίνι στις 27-29 Οκτωβρίου του 1922 με το οποίο ανήλθε στην εξουσία.Ο Μουσολίνι ήταν υπερασπιστής της παλινόρθωσης της παραδοσιακής τάξης,ως ηγέτης του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος,το οποίο ήταν μια παράταξη αντιδημοκρατική και εθνικιστική με στοιχεία μονοκομματικής δικτατορικής διακυβέρνησης.Με την εκρηκτική προσωπικότητα του και με τους θεατρινισμούς του προσήλκυσε στο κόμμα του πολλές διασπασμένες φασιστικές ομάδες.Μεταξύ αυτών των ομάδων οι μαχητικοί σκουαντρίστι,είναι οι περισσότερο γνωστοί ως μελανοχίτωνες.Αυτοί τρομοκρατούσαν τους εργάτες και πολλές φορές με την ανοχή των αφεντικών τους.Εκείνη την εποχή η Ιταλία περνούσε μια βαθειά κοινωνική και οικονομική κρίση και η πολιτική της δεν βρισκόταν σε καλή κατάσταση.Αυτές τις αδύναμες συγκυρίες στη χώρα του εκμεταλεύθηκε ο Μουσολίνι,ο οποίος είχε εκλεγεί βουλευτής πολλές φορές όμως δεν μπορούσε να κερδίσει μια άξια φήμη για το πρόσωπο του.Από την μεριά των Ελλήνων ο Μεταξάς καλά πληροφορημένος ενημέρωσε τους υπουργούς του για την κατάσταση διαβεβαιώνοντας τους,ότι η στρατιωτική προπαρασκευή της χώρας προχωρούσε ικανοποιητικά.Η αλήθεια είναι ότι η χώρα μας ήταν σχεδόν ανοχύρωτη προς την πλευρά της Αλβανίας με ελλιπείς στρατιωτικές δυνάμεις καθώς το βάρος είχε δοθεί στα σύνορα με την Βουλγαρία.Στην Αθήνα η ζωή συνέχιζε να κυλά στους δικούς της ρυθμούς.Το κοσμικό και πολιτιστικό γεγονός ήταν η πρεμιέρα της όπερας του Τζιάκομο Πουτσίνι Μαντάμ Μπατερφλάϊ" από την νεοσύστατη Λυρική σκηνή.Την παράσταση θα τιμούσε ο γιος του συνθέτη ,γεγονός,που είχε κινητοποιήσει την κοσμική Αθήνα.Ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα,ο Γκράτσι, κάλεσε τον Μεταξά σε γεύμα μετά την παράσταση.Ο ΔΙΚΤΆΤΟΡΑΣ ΑΡΝΉΘΗΚΕ.Στο ημερολόγιο του γράφει " Είναι δυσάρεστο για τον καθένα μας να δεχθεί το φιλί του Ιούδα"και έδωσε εντολή σε δύο υπουργούς του να παρακολουθήσουν την παράσταση.Το βράδυ της 27ηςΟκτωβρίου 1940 το Ιταλικό Πρακτορείο Ειδήσεων εξαπολύει επίθεση εναντίον της Ελλάδος στην οποίαν απάντησε το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.Η ελληνική ηγεσία πιστεύει,ότι η επίθεση είναι ζήτημα ωρών.Ο Αρχηγός του ΓΕΣ Αλέξανδρος Παπάγος επικοινωνεί με τα ελληνοαλβανικά σύνορα,ενώ ενημερώνεται και ο Μεταξάς.Στις τρεις τα ξημερώματα της Δευτέρας 28 Οκτωβρίου 1940 ο Ιταλός πρεσβυς στην Αθήνα,Γκράτσι,συναντάται με τον Μεταξά στο σπίτι του στην Κηφισιά για να του επιδώσει το τελεσίγραφο με το οποίο ο Μουσολίνι απαιτούσε από την Ελλάδα να μην εμποδίσει τον στρατό του να καταλάβει ορισμένες στρατηγικές θέσεις στην χώρα μας.Ο Ιωάννης Μεταξάς απάντησε ΟΧΙ λέγοντας την γαλλική φράση "Λοιπόν,κύριε μου,έχουμε πόλεμο".Το ΟΧΙ του Μεταξά ήταν και το ΟΧΙ του ελληνικού λαού.Αμέσως ο Μεταξάς ενημέρωσε τον άγγλο πρέσβυ Πάλερετ και ζήτησε την βοήθεια του Ηνωμένου Βασιλείου.Οι Ιταλοί έφθασαν ενωρίτερα, από την ώρα που έγραφε το τελεσίγραφο.Ο Αρχιστράτηγος Βισκόντι Πράσκα έδοσε την εντολή για προσβολή των ελληνικών θέσεων από τις πέντε,πρωϊνή ώρα.Η Ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε με την εισβολή ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων στους τομείς Ηπείρου και Πίνδου και στην βορειοδυτική Μακεδονία.Στις 9.30 το πρωϊ σημειώθηκαν οι πρώτοι βομβαρδισμοί στο Γουδί,στην Διώρυγα της Κορίνθου,στην Πάτρα,στον Πειραιά και στην ναυτική βάση της Πρέβεζας.Το απόγευμα της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο Μουσολίνι συναντήθηκε στην Φλωρεντία με τον Χίτλερ και γεμάτος καμάρι ο Ντούτσε ανακοινώνει στον Χίτλερ την επίθεση εναντίον της Ελλάδας.Το ΟΧΙ έγινε δεκτό από όλους τους Έλληνες,που ξύπνησαν στις 6 το πρωϊ και με πρωτοφανή ενθουσιασμό ξεχύθηκαν στους δρόμους κάτω από τον σφυρίγματα των σειρήνων κρατώντας την γαλανόλευκη. Οι στρατεύσιμοι ετοιμάζονταν για το μέτωπο "με το χαμόγελο στα χείλη".Το ραδιόφωνο μετέδιδε διαρκώς το περίφημο πρώτο ανακοινωθέν του Γενικού Επιτελείου "Αι ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από τις 5.30 πρωϊνής σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της ελληνοαλβανικής μεθορίου.Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους".Η απόφαση της Ελλάδος να αντισταθεί προκάλεσε αυθημερόν εκδηλώσεις θαυμασμού.Κατέφθαναν δεκάδες μηνύματα συμπαράστασης με πρώτο του Βασιλιά της Αγγλίας Γεωργίου του ΣΤ,που τονίζει " Η υπόθεσις είναι και δική μας υπόθεσις".Και το τηλεγράφημα του Τσώρτσιλ έγραφε"Θα σας παράσχομεν όλην την δυνατήν βοήθειαν μαχόμενοι εναντίον του κοινού εχθρού και θα μοιρασθώμεν την κοινήν νίκην".Αι ΗΠΑ που ήταν εκτός πολέμου εξέφρασαν δια του Προέδρου των Ρούζβελτ την λύπην τους.Η Σαβιετική Ένωση παρέμεινε άφωνη γιατί ήταν δεσμευμένη με κάποιες συμφωνίες.Ο Τουρκικός Τύπος εκδηλώθηκε με διθυραμβικούς επαίνους για το ΟΧΙ.Η εφημερίδα "Ικδόμ" έγραφε στις 29 Οκτωβρίου 1940 Ζήτω η Ελλάς." Είμαστε υπερήφανοι που έχουμε σύμμαχο ένα τέτοιο Έθνος".Η εφημερίδα "Βακίτ" ανέφερε ότι,η Ελλάδα είναι"Αλησμόνητον για όλον τον κόσμον παράδειγμα γενναιότητος"! Eίναι αναγκαίο και χρειάζεται να πούμε,ότι στις 30 Οκτωβρίου 1930 ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κεμάλ Ατατούρκ υπέγραψαν στην Άγκυρα συνθήκη φιλίας μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Περπατούσαν χαρούμενοι.Το ξενοδοχείο δεν ήταν και πολύ μακριά.-Ωραία γυναίκα η Helga,είπε η Άννα,διακόπτοντας τα γέλια και τα πειράγματα,που έκαναν στον δρόμο καθώς βάδιζαν προς το ξενοδοχείο.Μα και ο Ερρίκος,αυθόρμητος,ενθουσιώδης,χαρωπός,ζεστός Έλληνας.Μα αυτή,τι χρώματα,Θεέ μου,σαν άυλη φαίνεται.-Ναι!Αλήθεια,είναι πολύ ωραία γυναίκα,είπε ο Δημήτρης.-Μα για πες μου,Δημήτρη μου,πώς γνωρίστηκαν? -Είναι Αννούλα μου,μια πολύ ωραία ιστορία αγάπης,όπως μου είπε η κυρά Ασημίνα.Ένας κεραυνοβόλος έρωτας.Δημήτρη μου,συγγνώμη που σε διακόπτω,μα πες μου γιατί είπες τώρα δα κυρά Ασημίνα ενώ στον κύριο Ερρίκο,όταν μιλούσες για την μητέρα του,είπες,κυρία Ασημίνα.Γιατί Αννούλα μου όλοι την αποκαλούν στο χωριό κυρά Ασημίνα.Στον Ερρίκο την αποκάλεσα κυρία Ασημίνα από ευγένεια και μπροστά στην Helga,αυτή ήταν η πιο σωστή απόκριση.Άκου,λοιπόν την συνέχεια.Ο Ερρίκος είχε δώσει το τελευταίο και πιο τσουχτερό μάθημα του πτυχίου του,το Αστικό Δίκαιο.Εκείνη την ημέρα,μια μέρα ζεστή στα τέλη του Ιουνίου βρισκόταν στην σχολή,στην Νομική σχολή μας,ξέρεις εκεί στην Λυκούργου,για να δει τα αποτελέσματα.Είδε ότι πέρασε το μάθημα με άριστα,με δέκα.Βγήκε από την σχολή και έτρεχε κατενθουσιασμένος,κατέβαίνοντας τα σκαλοπάτια της σχολής δυό-δυό,από την χαρά του,να τηλεφωνήσει στην μητέρα του ή να βρει κάποιον γνωστό στο πρακτορείο των λεωφορείων να του πει,να της πει τα νέα.Η Helga,ένα εικοσάχρονο κορίτσι,ονομαστό μανεκέν στο Μόναχο,είχε προσκληθεί από γνωστό οίκο μόδας της πρωτεύουσας,το Salon Athene,στην Ελλάδα,για μια σειρά φωτογραφίσεων με τα ελληνικά μοντελάκια,στα διάφορα αξιοθέατα,στα πλαίσια της συσφίγξεως των ελληνογερμανικών σχέσεων συνεργασίας και φιλίας,τόσο για εμπορικούς λόγους,όσο και για τουριστικούς. Εκείνη την ημέρα είχε φωτογραφηθεί στην Ακρόπολη,στο Θησείο,στις Στύλες του Ολυμπίου Διός,στο Πανεπιστήμιο, και την συγκεκριμένη στιγμή βρισκόταν στην οδό Λυκούργου κάτω από τα σκαλοπάτια της σχολής.Ήταν ντυμένη με ένα όμορφο καλοκαιρινό φόρεμα.Με το δεξιό της χέρι προσπαθούσε να κρατήσει στα μαλλιά της το καλέλλο της να μην το πάρει ο αέρας,που φυσούσε λίγο εκείνη την ημέρα.Στο αριστερό της χέρι κρατούσε το μαντώ της ,που ήταν όμοιο με το φόρεμα,που επεδείκνυε,την τσάντα της και μερικά βιβλία.Ο φωτογράφος την είχε φωτογραφίσει από όλες τις πλευρές,αν φας,προφίλ,και εκείνη την στιγμή την παρακάλεσε να γυρίσει προς τα δεξιά για να την φωτογραφίσει και πίσω.Την στιγμή,που έστρεφε το κορμί της προς τα δεξιά,ο Ερρίκος,φουριόζος,κατέβαινε τα σκαλοπάτια της σχολής.Όπως κατέβαινε με ταχύτητα,ακριβώς την ώρα που η Helga έστρεφε προς τα δεξιά το κορμί της για την φωτογράφιση,έπεσε πάνω της.Ξαφνιάστηκαν και οι δύο,τα πράγματα που κρατούσε έφυγαν από τα χέρια της.Ο Ερρίκος της ζήτησε πολλές φορές συγγνώμη ενώ επιδόθηκε να μαζεύει τα πράγματα που έπεσαν από τα χέρια της και τα αντικείμενα,που ξέφυγαν από την τσάντα της.Μάζευε τα πράγματα της και δεν χόρταινε να την κοιτάζει.Είχε μείνει έκθαμβος.Ήταν μια κάτασπρη ξανθή,αλαβάστρινη κοπέλλα με γαλάζια μάτια.Μα και η κοπέλλα δεν έμεινε ασυγκίνητη.Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος.Ξέχασε ο Ερρίκος το άριστα,ξέχασε,ότι πήγαινε να τηλεφωνήσει στην μανούλα του.Περίμενε σε μια άκρη της οδού,μέχρι να τελειώσει η φωτογράφιση κι έπειτα την πλησίασε.Αντάλλαξαν τηλέφωνα και από τότε δεν χώρισαν ποτέ.Σε δύο μήνες που η Helga έφυγε για την πατρίδα της,πήρε μαζί της και τον αγαπημένο της.Ο Ερρίκος,λίγες ημέρες πριν αναχωρήσουν,πήγε στο χωριό να πάρει την ευχή από την μητέρα του,λέγοντας της τα σχετικά με την γνωριμία του με την Helga.Eδώ στο Μόναχο παντρεύτηκαν.-Με πολιτικό γάμο? ρώτησε η Άννα.Ναι! Αννούλα,είπε ο Δημήτρης,με πολιτικό και ένα καλοκαίρι που ήρθαν στο χωριό για διακοπές τέλεσαν και τον Θρησκευτικό γάμο τους.Θυμάμαι που μου έλεγε η μητέρα μου,πως εκείνο το καλοκαίρι το χωριό ήταν στις δόξες του με τους ευρωπαίους συγγενείς και φίλους της Helga.Δεν είχε ποτέ άλλοτε ξανασυμβεί στο χωριό αυτό,που συνέβη εκείνο το καλοκαίρι.Αρώματα,πολυτέλεια,φαγητά,χρώματα,άνευ προηγουμένου.Ο Ερρίκος πραγματοποίησε τις μεταπτυχιακές του σπουδές εδώ στο Μόναχο και μέχρι να τελειώσει τις σπουδές του και να προσαρμοστεί,να στρώσει την δουλειά του,η Helga συνέχιζε να δουλεύει σαν μοντέλο μέχρι που έφεραν στον κόσμο την Σημέτα,το παιδί τους,λίγο αργότερα. Η Ηelga εκείνη την εποχή σταμάτησε την δουλειά της και αφοσιώθηκε στην ανατροφή του παιδιού της και στον άνδρα της.-Τα χρόνια της κατοχής στο Μόναχο, πώς να πέρασαν με μικρό παιδί.-Νομίζω Αννούλα μου,από αυτά που μου είπε η κυρά Ασημίνα,γνωρίζω,ότι ο πατέρας της Helga ήταν αγρότης,κτηματίας από την Βαυαρία.Σε ένα χωριό, στους πρόποδες των Άλπεων ζούσαν.Εκεί πέρασαν τα δύσκολα χρόνια του πολέμου.

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Σήμερα 27 Οκτωβρίου 2012 εορτάζει για μια ακόμη φορά η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ μας.Κάθε χρόνο εδώ και εκατό χρόνια εορτάζουμε και θα εορτάζουμε την Ελληνική σημαία μας, με τα γαλανόλευκα χρώματα της.Το σύμβολο της πατρίδας μας.Είναι η ίδια η πατρίδα μας.Είναι το λάβαρο και η τιμή μας.Καθαγιάζει την ύπαρξη μας,ως Έλληνες μιας ωραίας πατρίδας.Της ωραιότερης πατρίδας.Της ΕΛΛΑΔΑΣ.Στις 27 Οκτωβρίου 1912 εισήλθαν στην Θεσσαλονίκη τα απελευθερωτικά στρατιωτικά αγήματα.Οι αξιωματικοί των Ελληνικών στρατευμάτων ο Αθανάσιος Εξαδάκτυλος και ο Ίωνας Δραγούμης ύψωσαν την Ελληνική σημαία στην εκκλησία του Αγίου Μηνά της Θεσσαλονίκης και παρήλασαν στους δρόμους της, πανηγυρίζοντας την επιτυχή διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων για την απελευθέρωση της πόλης από τον Οθωμανικό στρατό. Ο σεβασμός στα σύμβολα,κάθε χώρας του κόσμου,που έχει την δική της Σημαία.Ο σεβασμός στην Σημαία είναι αναγκαίος,είναι αναπότρεπτος.Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.Η Σημαία υποδηλώνει την ίδια την ύπαρξη της χώρας στην οποίαν ανήκει.Η Σημαία μας είναι η αξία της χώρας και χαρακτηρίζει την σπουδαιότητα της. Χωρίς την Σημαία η χώρα χάνει την υπόσταση της.Είναι άγροίκος,είναι αξιολύπητος,είναι άξιοοκατάκριτος αυτός,που δεν δείχνει τον απαιτούμενο σεβασμό στο σημαντικότερο αναγνωρισμένο πατριωτικό σύμβολο,την Σημαία,και επιδίδεται στον αφανισμό,το κάψιμο και την κουρελοποίηση Της.Σεβαστείτε τις αξίες μας,όπως σεβόμαστε κι εμείς τις δικές σας αξίες.Η Πατρίδα,η Θρησκεία,η Οικογένεια,η Πόλη,το Σχολείο,το Χωριό,οι σημαντικότερες αξίες στην ζωή του ανθρώπου.
Το ποίημα του Σαββατόβραδου.Από την ενότητα.Ο Άνθρωπος. Ποτάμι το αίμα χύθηκε.Τα σάλια στο έδαφος,ρυάκι κύλησαν.Τα λογια στο στόμα τη γνώμη ν'αλλάξουν,δεν μπόραγαν.Η προσπάθεια έμενε άκαρπη.Κι εκείνος ταλαντευότανε.Θεούς και δαίμονες στο στόμα του έβαζε και κατέβαζε.Μαχαίρια κρατούσε και έσφαζε,καρμανιόλες έστηνε και κρεμούσε,σκότωνε με τα λόγια,έπνιγε με τα λόγια,την απαισιοδοξία,την ανοργανωσιά,την αποκοτιά,την αταξία,την ευθυνοφοβία,την κακομοιρία,την μεμψιμοιρία,την μιζέρια.Το αίτιον του αιτιατού όλων των άλλων για να σταθεί στο ύψος του.Για να μην πέσει από το βάθρο του.Το κατόρθωσε.Και ήταν περήφανος.Και ήταν αγέρωχος με το βλέμα στα ύψη.Το κορμί όρθωνε.Το βλέμα προσήλωνε στο όραμα της αρχικής ουσίας των πάντων γι αυτόν.

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Καλημέρα φίλοι μου αναγνώστες.Γιορτάζει σήμερα 26 Οκτωβρίου 2012 η Θεσσαλονίκη,η συμπρωτεύουσα μας και όλος ο ελληνισμός την διπλή γιορτή.Την θρησκευτική, πανηγυρική εορτή του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου και παράλληλα την ιστορική επέτειο των εκατό χρόνων 1912-2012 από την απελευθέρωση της. Πέρισυ στις 25 Οκτωβρίου 2011, έγινε από το Ροζακί Σταφύλι εκτενές, ως προς το περιεχόμενο,αφιέρωμα στην μνήμη του Αγίου Δημητρίου.Συνεχίζουμε με μία σημαντική λεπτομέρεια.Ο συνθέτης,Έλληνας της Διασποράς από την Ρουμανία,Νικόλαος Αστρινίδης,εναρμόνισε το απολυτίκιο του Μεγαλομάρτυρα Αγίου Δημητρίου του Μυροβλήτου,συνθέτοντας ορατόριο επώνυμο του ονόματος του,Άγιος Δημήτριος,όπως και το ορατόριο Μεθόδιος και Κύριλλος.Να επαναλάβουμε τα λόγια του απολυτίκιου του αγίου Δημητρίου και να παρακαλέσουμε και σήμερα να είναι ΒΟΗΘΕΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ.Η ιστορική επέτειος των εκατό χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και την προσάρτηση της στην Ελλάδα.Από τις αρχές του Οκτωβρίου του 1912 η Ελλάδα βρισκόταν σε πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία,η οποία δεν είχε ακόμη αποφασίσει με ποιόν τρόπο έπρεπε να διαπραγματευθεί,να παζαρέψει,λέμε πιο απλά,να έλθει σε συννενόηση για τον πόλεμο.Ο Ελληνικός στρατός σιγά σιγά μα σταθερά,βήμα-βήμα επανακτούσε τα εδάφη της Μακεδονίας.Από την αρχή των πολεμικών συγκρούσεων υπήρξε ασυμφωνία μεταξύ του αρχιστρατήγου,διαδόχου,Κωνσταντίνου και του Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου ως προς τον τρόπο με τον οποίον έπρεπε να κινηθούν για το συμφέρον της χώρας.Ο Ελευθέριος Βενιζέλος με τηλεγράφημα του προέτρεπε τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο να προελάσει προς την πρωτεύουσα της Μακεδονίας,προς την Θεσσαλονίκη.Να κινηθεί τάχιστα για να εκπληρώσει τον διακαή πόθο του ελληνισμού,την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης,πριν ο βουλγαρικός στρατός που βρισκόταν προ των πυλών της πόλεως εισβάλει στην Θεσσαλονίκη.Ο Κωνσταντίνος ετοιμαζόταν να κινηθεί προς βοήθεια των Σέρβων που απειλούνταν και αυτοί από τους Οθωμανούς.Στο τηλεγράφημα που έστειλε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στον Κωνσταντίνο,τον καθιστούσε υπεύθυνο για κάθε αναβολή που θα έδινε έστω και ενός λεπτού αναβολή.Το τηλεγράφημα έγραφε:" Kαθιστώ υμάς υπευθύνους δια πάσαν αναβολήν έστω και στιγμής", εννοούσε,να θέσει πάνω από όλα, αυτή την στρατιωτική επιχείρηση,να αφήσει κάθε άλλη σκέψη και να κινηθεί προς την Θεσσαλονίκην.Ο Κωνσταντίνος με την μεσολάβηση του πατέρα του βασιλέα Γεωργίου Α'.πείθεται και στις 25 Οκτωβρίου 1912,ο Ελληνικός στρατός, πλησιάζει στην Θεσσαλονίκη.Την Θεσσαλονίκη διοικούσε ο Τούρκος Χασάν Ταχσίν Πασάς,ο οποίος μη έχοντας δυνατότητες δεν προέβαλε αντίσταση,παρά μόνο ζήτησε μια έντιμη συμφωνία για την παράδοση της πόλεως.Οι απεσταλμένοι του ζήτησαν από τον Κωνσταντίνο να επιτρέψουν στον Χασάν Ταξίμ Πασά να αποσυρθεί με τα στατεύματα του στο Καρά Μπουρνού μέχρι το τέλος του πολέμου.Ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος απέρριψε την πρόταση του προτείνοντας στον Πασά Ταχσίν Χασάν να παραδόσει τον στρατό του,τον οποίον η ελληνική κυβέρνηση με δικές της δαπάνες να μεταφέρει στην Μ.Ασία.Ο Οθωμανός αξιωματούχος δέχτηκε τους όρους του Κωνσταντίνου και στις 26 Οκτωβρίου,ανήμερα της εορτής του Αγίου Δημητρίου,οι πληρεξούσιοι αξιωματικοί της ελληνικής κυβέρνησης,ο Ιωάννης Μεταξάς,ο οποίος 28 χρόνια αργότερα είπε το ΟΧΙ στους νέους κατακτητές,με τον συνάδελφο του Δούσμανη,μετέβησαν στο διοικήτήριο της Θεσσαλονίκης όπου υπέγραψαν το σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης στο ελληνικό κράτος.Η όλη διαδικασία έλαβε χώρα στις 11 το βράδυ της 26 Οκτωβρίου 1912.Η ενέργεια του Χασάν Πασά,ο οποίος ήταν εκείνο τον καιρό διοικητής της όγδοης στρατιάς του Αυτοκρατορικού Οθωμανικού στρατού της Μακεδονίας και κατήγετο από ευγενή Αλβανική οικογένεια,είχε σπουδάσει στην Ζωσιμαία σχολή των Ιωαννίνων και είχε υπηρετήσει ως αξιωματικός του Οθωμανικού στρατού σε πολλές περιοχές στην Ελλάδα.Για την πράξη του αυτή,την άνευ όρων παράδοση της Θεσσαλονίκης στον Ελληνικό στρατό,οι Οθωμανοί τον καταδίκασαν ερήμην εις θάνατον θεωρώντας τον προδότη.Η Ελληνική κυβέρνηση Βενιζέλου τον προώθησε στην Ελβετία,όπου έζησε μέχρι το 1918.

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

24 Oκτωβρίου 1917,με το Ιουλιανό ημερολόγιο, είναι η ημέρα που άρχισε ένα από τα μεγαλύτερα ιστορικά γεγονότα της ανθρωπότητας.Η Οκτωβριανή Επανάσταση στην Ρωσία γι αυτό είναι γνωστή και σαν η Ρωσική Επανάσταση.Να εξηγούμεθα για να μην παρεξηγούμεθα.Άλλο Επανάσταση και άλλο Πόλεμος.Η Επανάσταση είναι η εξέγερση,ο ξεσηκωμός μιας κάστας,μιας ομάδας ατόμων που στρέφονται εναντίον της εξουσίας,εναντίον του καθεστώτος.Ο Πόλεμος είναι η συμπλοκή ανάμεσα σε διαφορετικά κράτη. Αναφέρουμε το γεγονός,της Οκτωβριανής Επανάστασης της 24ης Οκτωβρίου 1917, όχι για να εξάψουμε τα πλήθη των ανθρώπων που σήμερα χαρακτηρίζονται ως αγανακτισμένα. Αναφέρουμε το γεγονός γιατί η απήχηση,που είχε σε όλον τον κόσμο καθόρισε την νεότερη ιστορία παγκοσμίως.Η Επανάσταση επεβλήθηκε φυσιολογικά και ήταν αποτέλεσμα του απολυταρχικού καθεστώτος των Τσάρων.Η Οκτωβριανή Επανάσταση είναι η ταξική επανάσταση του προλεταριάτου.Όταν λέμε προλεταριάτο εννοούμε την νέα τάξη εργατών,που δημιούργησε η βιομηχανική επανάσταση.Οι εργάτες δεν είχαν μερίδιο ιδιοκτησίας στο έργο που παρήγαν και ο ρόλος τους στην όλη παραγωγική διαδικασία ήταν μηχανιστικός,ήταν απρόσωπος.Δούλευαν σαν μηχανές.Όταν όμως συνειδητοποίησαν την θέση τους και την εκμετάλευση που γινόταν εις βάρος τους,αντέδρασαν δυναμικά και ξεσηκώθηκαν διεκδικώντας τα κεκτημένα δικαιώματα τους.

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Η μαύρη βοηθός ξαναήλθε να ρωτήσει Nehmen sie kaffer o der tee?Θα πάρετε καφέ ή τσάϊ.Danke,vir ziehe kaffe.Προτιμούμε καφέ,είπε ο Δημήτρης..Wollen sie eier? Θέλετε αυγά,ρώτησε. Ja zwei gendruckten eier.Ναι,δύο σφικτά αυγά.Η μαύρη βοηθός αποχώρησε.Σε λίγο έφτασε με ένα μεγάλο δίσκο με όλα τα καλά.Με τσάϊ,καφέ,αυγά,ψωμί,βούτυρο,γάλα,τυρί,ζάχαρη.Da Fruhstuck ist gut.To πρόγευμα είναι καλό,είπε ο Ερρίκος και έκανε τον σταυρό του.Το ίδιο έκανε και ο Δημήτρης,ακολούθησε η Άννα,η Σημέτα,η Helga και ο νεαρός κύριος παρακολουθώντας τους άλλους,έκανε μια μικρή υποτυπώδη κίνηση με το χέρι του στο σχήμα του σταυρού. Στο μεταξύ είχαν γίνει οι συστάσεις.Η Helga ήταν η γυναίκα του Ερρίκου,η Σημέτα ήταν η κόρη του.Ο νεαρός κύριος ήταν ο Bill,o φίλος της,που αυτή την ημέρα έγινε ο αρραβωνιαστικός της.Λίγο πριν οι γονείς της Σημέτας είχαν δώσει την συγκατάθεση τους για τον δεσμό των δύο νέων ανεπίσημα για την ώρα.Ο αρραβώνας έγινε μυστικά,οικογενειακά.- Δημήτρη,ο Bill είναι φίλος του μικρότερου ανηψιού της γυναίκας μου.H Ηelga έχει έναν αδελφό αρχιτέκτονα,τον Jossef.Είναι εγκατεστημένος στην Αμερική εδώ και πολλά χρόνια ,πριν από τον πόλεμο.Είναι παντρεμένος με μία Ελληνοαμερικανίδα καλλονή και έχουν τρία αγόρια.Ο μικρότερος γιος τους,ο εικοσάχρονος Tony είναι φίλος και συμμαθητής του Bill στο Κολλέγιο.-Όχι,Ερρίκο μου,συγγνώμη,με τον Paul είναι συμμαθητές και φίλοι,είπε η Helga.-Ναι! με συγχωρείς,καλή μου, είπε ο Ερρίκος και συνέχισε την συζήτηση.Ο Bill σπουδάζει μηχανικός.Πάνω στην ώρα μας βρίσκετε λοιπόν.Πάνω στην καλή ώρα,είπε ο Δημήτρης. Ναι! είπε ο Ερρίκος,πάνω στις χαρές των παιδιών,αρραβωνιάστηκαν σήμερα και αύριο φεύγουν για Αμερική.Η Σημέτα πηγαίνει εκεί για να γίνει μανεκέν.Η θεία της ήταν γνωστή ιέρεια της μόδας στην Νέα Υόρκη,τώρα διδάσκει εκεί στην δική της σχολή.-Συγγνώμη,είπε η Άννα,τι μπορεί ένα κορίτσι να διδαχθεί στην σχολή μανεκέν.Μπορεί να διδαχθεί,είπε ο Ερρίκος,όλα όσα είναι απαραίτητα για μια καλή εμφάνιση στην πασαρέλα.Μπαλέτο,χορό,σωστή σκηνική παρουσία,καλούς τρόπους,σωστή κίνηση.Η θεία της,η Alice,περιμένει την Σημέτα με μεγάλη χαρά.Είναι η αγαπημένη της ανηψιά.Μοιάζει πολύ στον θείο της και την αγαπάει πολύ.Ωραίο ζευγάρι,είπε ο Δημήτρης.Να σας ζήσουν,είπε η Άννα, γρήγορα και στους γάμους.Μα και σεις δεν πάτε πίσω,είπε ο Ερρίκος.Είστε και σεις ωραίο ζευγάρι.Και στα δικά σας.Ευχαριστούμε πολύ του απάντησαν χαμογελώντας.Ο Δημήτρης αγκάλιασε την Άννα,έσκυψε και την φίλησε τρυφερά.Το ίδιο έκαναν ο Bill με την Σημέτα.Ευχαριστημένος ο Ερρίκος είπε στην γυναίκα του.Αγάπη μου,να θυμηθούμε κι εμείς τα παλιά μας,τον νεανικό έρωτα μας.Αγκαλιάστηκαν και φιλήθηκαν.Η Νίνα και ο Τόμας τους έβλεπαν και γελούσαν με ένα τόσοοοο χαμόγελο.Ήταν κι αυτοί ζευγάρι.Ελάτε Νίνα,Τόμας,αγκαλιαστείτε,φιληθείτε,σήμερα αρραβωνιαζόμαστε κι εμείς ξαναπάλι,μαζί με τα παιδιά μας.Ελάτε Νίνα-Τόμας,καθίστε να πάρετε πρωϊνό μαζί μας,είπε ενθουσιασμένος ο Ερρίκος.Σήμερα γιορτάζουμε.Ελάτε καθίστε.Danke schon.Eυχαριστώ πολύ,απάντησε ο Τόμας και η Νίνα είπε,ich habe so viel zutum.Έχω πολύ δουλειά.Ο Ερρίκος άρχισε να αναπολεί την γνωριμία του με την Helga.Ο έρωτας μας,είπε, ήταν κεραυνοβόλος.Ναι,ξέρω,είπε ο Δημήτρης,τα έχω ακούσει από την μητέρα σου την κυρία Ασημίνα.Πόση χαρά έχει και πόσο σας αγαπά.Τι ωραίες κοπέλες,μου έλεγε,είναι η Helga και η εγγονή μου η Σημέτα,που έχει και το όνομα μου.,είναι μέχρι εκεί επάνω.Και πόσο,μου έλεγε,αγαπούν την Ελλάδα.Σας περιμένει να εγκατασταθείτε κοντά της.Με δάκρυα στα μάτια,μου έλεγε,καλά να είναι το παιδί μου και ας το στερούμαι εγώ,αλλά κάποια μέρα,λέει θα έλθει.Σε περιμένει η μανούλα σου κύριε Ερρίκο.Τι λες θα πάμε;Eμείς μόλις τελειώσουμε τις σπουδές μας θα γυρίσουμε στην πατρίδα.Μέχρι τότε,θα δούμε-θα δούμε,απάντησε ο Ερρίκος.Έχω στρώσει δουλειά εδώ και είναι λίγο δύσκολο να την αφήσω.Έχω πολλές υποχρεώσεις.-Αλήθεια,η Άννα,με τι ασχολείται.-Με την μουσική.Die musik gefalit mir.Μου αρέσει η μουσική,είπε ο κύριος Ερρίκος. Σηκώθηκε πήγε προς το πικ-απ,έβαλε ένα δίσκο.Γέμισε το δωμάτιο μελωδίες του Χέντελ από τα Βασιλικά Πυροτεχνήματα.Η αγαπημένη μου μουσική,είπε.Υπάρχει πιάνο στο σπίτι; Ρώτησε η Άννα.-Ναι,είναι της Σημέτας.Έπαιρνε μαθήματα μουσικής,ξέρει λίγο να παίζει.Ελάτε στο διπλανό δωμάτιο,στο γραφείο της,εκεί είναι το πιάνο.Helga,Σημέτα,ελάτε πάμε στο δωμάτιο σου.Πολύ ωραία,είπε η Άννα.Die Musik ehebt die Gefuhle des Menschen.Η Μουσική εξευγενίζει τα αισθήματα του ανθρώπου,είπε.Σηκώθηκε και πήγε προς το δωμάτιο που ήταν το πιάνο.Ακολούθησαν όλοι την Άννα.Η μουσική από το πικ-απ ακουγόταν μέχρι εκεί.Κάθισε στο πιάνο.Με τα όμορφα ντελικάτα δάκτυλα της πατούσε απαλά τα πλήκτρα και συνόδευσε την μουσική του πικ-απ,ζωντανά.Ο Ερρίκος έκλεισε το πικ-απ και στάθηκε να ακούσει την μουσική από το πιάνο,που έπαιζε η Άννα.Μα είναι εξαίσια,είπε εκστασιασμένος. Μέχρι εδώ κύριε Ερρίκο,είμαι κουρασμένη.Να πηγαίνουμε,είπε ο Δημήτρης,είναι ενωρίς ακόμη να βρούμε δωμάτιο σε κάποιο ξενοδοχείο για να μείνουμε.Μόνο για απόψε,είπε ο Ερρίκος.Αύριο τα δωμάτια της Σημέτας και του Bill θα είναι δικά σας.Ευχαριστούμε,είπαν,κατακόκκινοι και οι δύο.Τώρα όμως να τηλεφωνήσουμε σε ένα ξενοδοχείο,εδώ κοντά.Εσείς μπορείτε να μας βοηθήσετε κύριε Ερρίκο.Εσείς ξέρετε.Ναι!ευχαρίστως.Πήγε ο Ερρίκος προς το τηλέφωνο,άνοιξε το σημειοματάριο τηλεφώνων,κάλεσε έναν αριθμό και Hotel Pentare.Zimmec mit zwei betten.Θέλω ένα δωμάτιο με διπλό κρεββάτι.Wie lange verden sie bleiben?Πόσο καιρό θα μείνετε;ακούστηκε από την άλλη άκρη της γραμμής.Fur eine nachte.Ένα βράδυ μόνο.Danke schon,είπε και έκλεισε το ακουστικό.Alles sehr gut.Όλα εν τάξει,είπε ο Ερρίκος.Ένα βράδυ,μόνο για ένα βράδυ θα μείνετε εκεί.Από αύριο θα κάνουμε παρέα.Έχουμε τόσα πολλά να πούμε.Θέλω να μάθω τόσα πολλά για την Ελλάδα,για την πατρίδα μου,όπως και να το πούμε,είναι η αλήθεια,πως την νοσταλγώ πάρα πολύ.Ο Δημήτρης και η Άννα χαιρέτησαν τον Bill και την Σημέτα,ευχήθηκαν Καλό Ταξίδι και Καλές Σπουδές.Η Σημέτα και ο Bill, ευχήθηκαν κι εκείνοι Καλή Διαμονή και Καλές Σπουδές.Η Σημέτα δακρυσμένη είπε.Εύχομαι να κάνετε με τους γονείς μου Καλή Παρέα.Auf wiedersechen,bis morgen.Αντίο μέχρι αύριο,είπαν.Βγήκαν στον δρόμο.Ήταν κιόλας απόγευμα.Το κρύο είχε δυναμώσει.Η ζεστή ατμόσφαιρα και το νόστιμο πρόγευμα είχαν απαλύνει την μοναξιά τους.Η ζεστασιά, τους έκανε να νοιώθουν ευφορία.Κρατιόντουσαν αγκαζέ και περπατούσαν τραγουδώντας τον σκοπό τους.Το Fur Elize.Ήταν η μουσική τους,που πάντοτε τραγουδούσαν,όταν ένοιωθαν ευτυχισμένοι γινόντουσαν σαν μικρά παιδιά.

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

To Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια. Μετά το τέλος του β'Παγκοσμίου πολέμου η τύχη όρισε,ο Δημήτρης και η Άννα να διανύουν την μετεφηβική ηλικία τους και να ταξιδεύουν για σπουδές στην Γερμανία,η οποία είχε γίνει μία ισχυρή δημοκρατία στην κεντρική ευρώπη και η οργάνωση της ήταν δημοκρατική.Ήταν η δημοκρατία της Γερμανίας. Ήταν από την μία μεριά ομοσπονδιακή δημοκρατία,η οποία είχε αποκεντρωθεί από την κοινοβουλευτική επιτροπή της δυτικής Γερμανίας που είχε εγκριθεί από τις δυτικές δυνάμεις.Και από την άλλη Λαϊκή δημοκρατία στη ρωσική ζώνη,την οποία ήλεγχε η Σοβιετική ένωση.Αυτά τα χρόνια τα μετά τον β' παγκόσμιο πόλεμο,ο σκοπός που εξυπηρετούσε ήταν η επιβίωση της σαν έθνος,χωρίς εθνική κυριαρχία.Ο σκοπός της ήταν να γίνει ενδιάμεσο κράτος μεταξύ των δύο παγκοσμίων δυνάμεων Αμερικής και Ασίας.Να γίνει μια μορφή ενοποίησης έτσι ώστε να αποτελέσει την γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Πρωϊνές ώρες έφτασε το τραίνο στο Μόναχο.Οι ίδιες ανθρώπινες συγκινητικές στιγμές και σ'αυτόν τον σταθμό,στην καρδιά της ευρώπης. Ο Δημήτρης και η Άννα αποχαιρέτησαν το ηλικιωμένο ζευγάρι,καθώς και τα παιδιά που γνώρισαν στην διάρκεια του ταξιδιού.Πήραν τις βαλίτσες τους και κατέβηκαν στον σταθμό.Ήταν πολύ πρωϊ και δεν είχε πολύ κίνηση,όταν έφτασαν στο Μόναχο.Ήταν Φθινόπωρο,όμως ο καιρός έμοιαζε χειμωνιάτικος.Η ομίχλη είχε σκεπάσει τα πάντα στην περιοχή και δεν έβλεπες ούτε και σε κοντινή απόσταση.Ο Δημήτρης άφησε για λίγο την Άννα,πήγε στον τηλεφωνικό θάλαμο για να τηλεφωνήσει στο σπίτι του κυρίου Ερρίκου Αριστείδους,που ήταν ο γιος της κυρά Ασημίνας.Στον τηλεφωνικό θάλαμο ο Δημήτρης βιαστικός ζήτησε, από τον μοναδικό άνθρωπο που περίμενε,αν μπορεί να περιμένει,γιατί θέλει να τηλεφωνήσει.Ο άνθρωπος είδε που κρατούσε την βαλίτσα του και του παραχώρησε την θέση του.- Δημήτρη πού είσαι;Τον έπιασε από το μπράτσο και αυτός τραβήχτηκε.Κοιτάζει προσεχτικά και βλέπει,πως ο άνθρωπος που κρατούσε αγκαζέ φορούσε ρεπούμπλικο δεν ήταν ο Δημήτρης.-Με συγχωρείτε κύριε,Verzeiben sie mir,του είπε η Άννα,τρομαγμένη,που κατά λάθος τον έπιασε από το μπράτσο.Ιch bin ihnen sehr verbunden Σας είμαι υποχρεωμένος,της είπε ο άγνωστος άνδρας.Ζεστάθηκε η καρδούλα της,τέτοια ζεστασιά δεν την περίμενε από τους αυστηρούς,όπως νόμιζε Γερμανούς.Τον έπιασε από το χέρι ένα κορίτσι που ήταν άγνωστο ,κι αυτός χάρηκε,αισθάνθηκε και υποχρεωμένος,που τον πέρασε για άλλον.Σας ευχαριστώ του είπε.Στάθηκε λίγο την παρατήρησε και την ρώτησε:-Woher commen sie? Από πού είστε;-Ιch komme von Griechenland.Έρχομαι από την Ελλάδα του απάντησε.-Geben sie mir δώστε μου, της είπε, και άπλωσε το χέρι του για να πάρει την βαλίτσα της.Τι ευγενικός λαός.Τι ευγενικοί άνθρωποι,είπε Ελληνικά η Άννα. Eκείνη την στιγμή επέστρεψε ο Δημήτρης από τον τηλεφωνικό θάλαμο.-Άννα,πού είσαι την ρωτάει. -Εδώ είμαι,έκανα λάθος και σε πέρασα για τον κύριο από δω.-Wer sind sie? Ποιός είστε; είπε ο Δημήτρης.-Wie heissen sie? Πώς λέγεστε;-Ich bin herr Friedrich.Είμαι ο Φρίντριχ.Έδωσαν φιλικά τα χέρια,ενώ συγχρόνως ο Γερμανός κύριος έβγαζε το καπέλλο του σε ένδειξη ευγένειας προς τον νεαρό κύριο Έλληνα.-Ποιό είναι το όνομα σας? Είμαι ο Δημήτρης και απο εδώ είναι η Άννα.Είμαστε σπουδαστές. Τι ομίχλη,Θεέ μου,είπε η Άννα.-Wasfur eine schone landschaft.Τι ωραίο τοπίο,-Alles ist wunderbar.Όλα είναι θαυμάσια,είπε ο Δημήτρης και κοιτάζοντας γύρω του,είπε,ich sattige mich nicht die Schonheit un msm ich zu seben.Δεν χορταίνω να βλέπω την ομορφιά γύρω μου.Η Άννα γύρισε κοίταξε χαμογελαστή τον κύριο.Καλημέρα κύριε και σας ευχαριστώ.-Καλημέρα,χάρηκα πολύ είπε ο Φρίντριχ και έφυγε.Πήραν τις αποσκευές τους τα παιδιά,τα νεαρά Ελληνόπουλα,η Άννα και ο Δημήτρης και προχώρησαν.-Δημήτρη,πού πάμε τώρα,καλέ μου;-Mην ανησυχείς,αγάπη μου,ας προχωρήσουμε προς την στάση του λεωφορείου,κι έπειτα θα ρωτήσουμε για να βρούμε το σπίτι του κυρίου Ερρίκου Αριστείδους- Μα τι έπαθες,στάσου λίγο,γιατί χλώμιασες; Κρυώνεις?-Όχι! αλλά να σκέφθηκα ότι εσύ θα μείνεις τώρα στο σπίτι τους κι εγώ θα τρέχω για να βρω δωμάτιο σε ξενοδοχείο εκεί κοντά.-Όχι,κουτό,μη φοβάσαι.Θα σε αφήσω εγώ μόνη σου στο ξενοδοχείο?Όλα θα τακτοποιηθούν με την δύναμη του Θεού.Ας προχωρήσουμε τώρα μην καθυστερούμε,γιατί μας περιμένουν.Έφθασαν στο σπίτι του Ερρίκου,αφού κουράστικαν πολύ για να το βρουν.Ρώτησαν στον σταθμό πώς θα μπορούσαν να πάνε στην οδό που θέλουν.Τους υπέδειξαν,ότι σε μικρή απόσταση από εκεί ήταν η στάση του λεωφορείου.Περπάτησαν με τα πόδια,κρατώντας και τις βαλίτσες τους,είχαν γίνει λιώμα από την κούραση.Περίμεναν-περίμεναν μα κανένα λεωφορείο δεν ερχόταν.-Δημήτρη μου,πάγωσα δεν αντέχω άλλο.Τι θα γίνει? Πόση ώρα θα περιμένουμε ακόμη?-Έλα κορίτσι μου, κάνε λίγη υπομονή ακόμη,σε παρακαλώ.θα φανεί το λεωφορείο κάποια στιγμή,δεν μπορεί να μην έρθει.Κάτι θα γίνει δεν μπορεί να μείνουμε εδώ.Ich mochte ein taxi.Θέλω ένα ταξί-Θέλω ένα ταξί,άρχισε να μουρμουρίζει με παράπονο η Άννα.Και ως εκ θαύματος,μετά από ένα δεκάλεπτο,να! ένα ταξί, που φάνηκε να έρχεται.-Ταxι-taxi,φώναξε ο Δημήτρης και ύψωσε το χέρι του για να τον προσέξει ο οδηγός.-Sprechen sie deutsch? Μιλάτε Γερμανικά; ρώτησε ο ταξιτζής.-Guten Morgen,mein herr.Καλημέρα κύριε,είπε ο Δημήτρης.-Nehmen sie mein Gepack.Πάρτε τις αποσκευές μου.Πήρε ο οδηγός τα πράγματα τους και τα έβαλε στο πορτ μπαγκάζ,ανοίγοντας το αυτοκίνητο από το μροστινό μέρος,εκεί όπου στα συνηθισμένα αυτοκίνητα είναι η μηχανή τους.Η Άννα έμεινε έκπληκτη.-Δημήτρη,είδες,τις αποσκευές τις τοποθέτησε μπροστά.-Ναι!κορίτσι μου,αυτά τα αυτοκίνητα έχουν την μηχανή τους πίσω.Ενθουσιάστηκε η Άννα για τα όσα καινούργια έβλεπε και μάθαινε.Μπήκε στο ταξί και βυθίστηκε στην ζεστασιά του πίσω καθίσματος.Ο Δημήτρης κάθισε δίπλα στον οδηγό. -Wohercommen sie?Από πού έρχεστε; ρώτησε ο οδηγός.Είμαστε από την Ελλάδα,απάντησαν και τα δύο νεαρά παιδιά, με μια φωνή.Ο Δημήτρης γύρισε κοίταξε την Άννα και χαμογέλασαν πολύ ευτυχισμένοι.-Kennen sie Herr Aristidus.Γνωρίζετε τον κύριο Αριστείδους,ρώτησε ο Δημήτρης.-Welche ist die adresse th res freundes? Ποιά είναι η διεύθυνση του φίλου σας; ρώτησε ο οδηγός. Ο Δημήτρης έβγαλε από την εσωτερική τσέπη του σακκακιού του ένα φάκελλο και από εκεί μέσα μία κάρτα που την έδωσε στον ταξιτζή.Αυτός έρριξε μια ματιά και την ξαναέδωσε στον Δημήτρη.Σε μία ώρα σχεδόν έφθασαν κοντά στο κέντρο της πόλεως.Το ταξί σταμάτησε έξω από το νούμερο που έγραφε η κάρτα.Ήταν ένα επιβλητικό κτήριο,που η πρόσοψη του είχε όλο παράθυρα,δεν είχε κανένα μπαλκόνι και δεν ξεχώριζες αν ήταν γραφεία ή σπίτια.Κατέβασαν τα πράγματα τους από το ταξί,τα πήραν στα χέρια και προχώρησαν προς την είσοδο,όπου και συναντήθηκαν με τον θυρωρό του κτηρίου.-Verzeihung.Συγγνώμη,είπε ο Δημήτρης.-Wohut Herr Aristidus hier? Εδώ κατοικεί ο κύριος Αριστείδους;-ja,mein Herr,klopfen sie an die teer.Nαι,κύριε χτυπήστε την πόρτα.-Er ist herein.Eίναι μέσα,είπε ο θυρωρός.Ο Δημήτρης χτύπησε την πόρτα .Άνοιξε ένας μαύρος κύριος με ένα ολοστρόγγυλο πρόσωπο και με ένα τόσοοοο μεγάλο χαμόγελο στο στόμα του,που το στόλιζαν τα κάτασπρα δόντια του.Η Άννα ξαφνιάστηκε και κρύφτηκε πίσω από τον Δημήτρη.Ο Δημήτρης αν και δεν ήταν προετοιμασμένος γι αυτή την συνάντηση δεν έχασε την ψυχραιμία του.-Er ist herein,είπε ο Δημήτρης χαμογελώντας.- Kommen sie herein bitte .Ελάτε μέσα,παρακαλώ,είπε ο μαύρος κύριος και τους οδήγησε ανεβαίνοντας μερικά σκαλοπάτια στον δεύτερο όροφο του κτηρίου.Προχωρούσαν μέσα από διαδρόμους κι έφτασαν στο πίσω μέρος του σπιτιού. Εκεί βρισκόταν η σαλοτραπεζαρία και το καθιστικό.Ο μαύρος υπηρέτης άνοιξε την πόρτα για να περάσουν. Εκεί μέσα στην σαλοτραπεζαρία,γύρω από ένα καλοστρωμένο τραπέζι με ένα ολόλευκο τραπεζομάνδηλο και απλά όμορφα σερβίτσια,έπαιρναν το πρωϊνό τους ο κύριος Ερρίκος,η γυναίκα του Helga,η κόρη του Σημέτα και ένας νεαρός κύριος.-Mein Heer Erricos,Anna und Dimitris,είπε ο άραψ υπηρέτης.Ο Ερρίκος σηκώθηκε όρθιος.Καλώς τους-καλώς τους,καλώς ήλθατε. Καθήστε-καθήστε,σας περιμέναμε με ανυπομονησία Ελάτε να πάρουμε μαζί πρωϊνό.Τα παιδιά,πήραν την θέση τους γύρω από το τραπέζι.Τι νέα από την πατρίδα?ρώτησε ο Ερρίκος.Μία μαύρη παχουλή,οικιακή βοηθός έπαιρνε τα άδεια σερβίτσια και έφερνε άλλα καθαρά.-Mireinen guten fruhstruck begint der tag gut.Με ένα καλό πρόγευμα η ημέρα αρχίζει καλά,είπε ο κύριος Ερρίκος.So,ich arbeite mit appetit his zuum mittag.Έτσι εργάζομαι με όρεξη μέχρι το μεσημέρι,είπε κοιτάζοντας την γυναίκα του και την κόρη του,που χαμογέλασαν στον Ερρίκο ,λέγοντας του ja-ja. -Νιna,bitte,ist das Fruhstuck fertig? Nίνα,παρακαλώ,είναι έτοιμο το πρόγευμα;Είπε στην χοντρουλή μαύρη οικιακή βοηθό,που στεκόταν δίπλα του και περίμενε την προσταγή του.-Bestimmt.Βεβαίως,είπε η Νίνα. -Ist der tee fertig? Έγινε το τσάϊ; ρώτησε ο Ερρίκος.-Βλέπω δεν ξεφύγατε από τις παλιές σας συνήθειες και αυτό είναι πολύ ευχάριστο,είπε ο Δημήτρης.Ω!βέβαια.είπε ο Ερρίκος.προτιμώ πάντα το τσάϊ μόνο που δεν πίνω του βουνού,συνήθως πίνω το ευρωπαϊκό.Μη νομίζεις,η μάνα μου,όποτε βρει ευκαιρία μου στέλνει από το χωριό.Μόλις πληροφορηθεί πως κάποιος συγγενής ή κάποιος χωριανός ετοιμάζεται να έλθει προς τα εδώ,πάντοτε του δίνει ένα μεγάλο πακέτο με τσάϊ του βουνού να μου το φέρει.Απορώ,πώς δεν το έκανε και με σένα τώρα.-Τώρα έγινε κι αυτό δυσεύρετο.Γίνεται μεγάλη κατανάλωση στην πρωτεύουσα και ίσως να μην βρήκε αυτήν την φορά.Ίσως δεν είναι και η εποχή του.Σε ένα ή δύο μήνες θα βγεί το καινούργιο,κατά τον Χειμώνα. Α! Έτσι,ναι,είπε ο Ερρίκος.

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.To τραίνο έφτασε στην Θεσσαλονίκη.Η πόλις είχε ντυθεί τα γιορτινά της,γιόρταζε τον πολυούχο άγιο της,τον άγιο Δημήτριο.Το σύμβολο της πίστης,το σύμβολο της χριστανοσύνης.Παντού γαλανόλευκα σημαιάκια στόλιζαν την πόλη.Σε όλα τα καταστήματα, στις λιγοστές πολυκατοικίες,στα σχολεία,στα δημόσια κτήρια και στα χαμηλά σπιτάκια,ανέμιζε η μεγάλη γαλανόλευκη σημαία με τον μπλε σταυρό προς τα αριστερά και τις εννέα οριζόντιες ρίγες,μία μπλε μία λευκή εναλλάξ,που αντιστοιχούσε στις εννέα συλλαβές ε-λευ-θε-ρί-α- ή -θά-να-τος. Στην ατμόσφαιρα ένοιωθες να πλανάται η μυρωδιά της αγιοσύνης,της ειρήνης,της αγάπης και της ελπίδας.Το τραίνο παρέμεινε για λίγο στον σταθμό,άλλοι για να αποβιβαστούν και άλλοι για να επιβιβαστούν και συνέχισε το ταξίδι του ,διασχίζοντας την ύπαιθρο της Δυτικής Μακεδονίας,κάνοντας μια ολιγόλεπτη στάση στις πόλεις,που βρισκόντουσαν κατά μήκος της διαδρομής,φθάνοντας μέχρι την Θράκη,μέχρι το ακρότατο ελληνικό σημείο,την Αλεξανδρούπολη.-Δημήτρη η Αλεξανδρούπολη.Φθάσαμε στην Αλεξανδρούπολη.-Ναι μάτια μου,πες μου η περιοχή πώς αλλιώς ονομάζεται; Θυμάσαι; Με σκουτουριάζεις τώρα,αλλά θα θυμηθώ.Καλέ μου,βοήθησε με λίγο. -Δε Δε.-Α!ναι καλέ μου,η περιοχή ονομάζεται Δεδέαγατς.-Μπράβο,Αννούλα.Μήπως θυμάσαι την ιστορία της; -Όχι,καλέ μου,αν θέλεις όμως να μου την θυμήσεις,ευχαρίστως,είμαι πρόθυμη να σε ακούσω.Η σημασία της λέξης Δεδέαγατς,Αννούλα.-Ποιά είναι,Δημήτρη μου,τι θα πει Δεδέαγατς.- Θα πει, Αννούλα μου:Το Δένδρο του καλογήρου.Από πού πήρε το όνομα της γνωρίζεις Αννούλα; -Όχι! δεν γνωρίζω,Δημητράκη μου.-Πήρε ,Αννούλα μου,αυτό το όνομα από ένα δένδρο κάτω από το οποίο εμόναζε ένας γέρος Δερβίσης,που είχε εγκατασταθεί εκεί τον δέκατοπέμπτο αιώνα.-Δημήτρη μου,πολύ ωραία είναι όλα αυτά που μου λες και πόσο Σάγαπώ,που τα ξέρεις και τα λες και σε μένα.Βλέπω ενθουσιάστηκες Αννούλα μου.Δε γίνεται διαφορετικά,Δημήτρη μου. Για πες μου τώρα,αγάπη μου, γιατί ονομάστηκε Αλεξανδρούπολις.-Θα σου πω αμέσως,Αννούλα μου.Αλεξανδρούπολη ονομάστηκε προς τιμήν του Έλληνα βασιλέως Αλεξάνδρου,ο οποίος την επισκέφθηκε,όταν απελευθερώθηκε η Θράκη και προσαρτήθηκε στην Ελλάδα. -Μπράβο,κοπέλα μου,να ζήσετε,να σου ζήσει ο αρραβωνιαστικός σου,είναι ωραίος άνθρωπος,έχει και τόσες γνώσεις.- Είναι και λεβεντόπαιδο,κύριε.-Να τον χαίρεσαι,κοπέλα μου,είπε ο συνταξιδιώτης τους από το απεναντινό κάθισμα,που παρακολουθούσε την συζήτηση των παιδιών,την σχετική με την ιστορία για την Αλεξανδρούπολη. Έτσι περνούσαν οι ώρες του ταξιδιού ευχάριστα με την παρέα του ηλικιωμένου μα ερωτευμένου ζευγαριού,που άκουγαν με ενδιαφέρον τα σχόλια,του Δημήτρη και της Άννας, για το κάθε τι που έβλεπαν από το παράθυρο του κουπέ,που καθόντουσαν,γιατί το βράδυ,και έμειναν δύο βράδια στο τραίνο,αποσύρονταν ο καθένας στην κουκέτα του.Η Άννα στην γυναικεία κουκέτα και ο Δημήτρης στην αντρική κουκέτα.Κι εκεί όμως δεν έμειναν μόνοι γιατί είχαν συντροφιά με τα συνομίλικα τους παιδιά που και αυτά πήγαιναν στο εξωτερικό για σπουδές.Η Γερμανία ήταν η καρδιά της Ευρώπης και μετά τον πόλεμο προσήλωνε πολλά νέα παιδιά για σπουδές εκεί,σε διάφορες επιστήμες,που ήταν σχετικές με ιατρική,με τεχνολογία,με μηχανική,με μουσική ή για μεταπτυχιακές σπουδές,όπως ο Δημήτρης.Είχε και η χώρα αυτή εμπλακεί στους δύο παγκοσμίους πολέμους και μόλις τώρα προσπαθούσε να τινάξει από πάνω της,τις στάχτες του β'παγκοσμίου πολέμου,που την είχε εξουθενώσει,να ανασυντάξει τις δυνάμεις της και να ανασυγκροτήσει το διαλυμένο κράτος της.Ήταν μία αξιόλογη χώρα,που είχε γεννήσει αξιόλογους άνδρες,αυτοκράτορες,βασιλείς,μουσικούς,ποιητές, υπουργούς.

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Φθινόπωρο.Οκτώβρης. 26 Οκτωβρίου 1959.Ανήμερα του Αγίου Δημητρίου.Ανήμερα της ονομαστικής εορτής του Δημήτρη διάλλεξαν για να ξεκινήσουν το παρθενικό ταξίδι τους έξω από τα σύνορα της Ελλάδας.Δεν είχε ακόμη ξημερώσει.Κουκουλωμένοι με τα παλτά και τα κασκόλ τους για να αντιμετωπίσουν το πρωϊνό φθινοπωρινό κρύο,με τις βαλίτσες τους τριγύρω,περιμένουν στην πλατφόρμα του σταθμού το πρώτο τραίνο,που θα τους πάρει γεμάτο ελπίδα μακρυά από την πατρίδα.Το πρωϊνό κρύο έκανε τις αναπνοές τους να παγώνουν.Κάθε φορά που άνοιγαν το στόμα τους για να πουν μια κουβέντα η αναπνοή τους ζεστή, έμοιαζε με καπνό από τσιγάρο. Τα φύλλα των δένδρων που ήταν εκεί γύρω στον σταθμό είχαν αρχίσει να πέφτουν και κοίτονταν κιτρινισμένα στο έδαφος,πηγαίνοντας εδώ και εκεί παρασυρμένα από το ελαφρύ αεράκι.Η ανυπομονησία τους ήταν μεγάλη και η χαρά τους απερίγραπτη.Πήγαιναν να πραγματοποιήσουν τα όνειρα τους.Ο Δημήτρης κάποια στιγμή αναπόλησε την πρώτη αναχώρηση του από το χωριό,στα δώδεκα του χρόνια.Ο ίδιος περίγυρος.Άνθρωποι που έφευγαν,οι συγγενείς που έδιναν τις τελευταίες οδηγίες στα παιδιά τους.Γιατί οι περισσότεροι ταξιδιώτες εκείνης της ημέρας ήταν νέοι άνθρωποι που πήγαιναν για σπουδές και άλλοι μεγαλύτεροι,που καθώς φαινόταν πήγαιναν για τις δουλειές τους,επιχειρήσεις,συναλλαγές και παρόμοια πράγματα.Ο Δημήτρης τώρα δεν ένοιωθε τα ίδια συναισθήματα,δεν ένοιωθε τόσο φόβο και δυσπιστία για τον άγνωστο τόπο,όπου πήγαινε.Είχε τώρα την Άννα δίπλα του,το κορίτσι του και ένοιωθε τόση ζεστασιά με την παρουσία της που δεν νοιαζότανε για τίποτα.-Δημήτρη τι σκέφτεσαι;-Την αγκάλιασε τρυφερά,έσκυψε και την φίλησε γλυκά στο στόμα.Πόσο σε χρειάζομαι,αγάπη μου,πόσο μου είσαι απαραίτητη.-Χρόνια Πολλά,αγάπη μου,για την ονομαστική εορτή σου.Χρόνια Πολλά και πάντοτε να γιορτάζουμε μαζί.-Ναι!κορίτσι μου,πάντοτε μαζί.Το τραίνο έφτασε από την αφετηρία του με λιγοστούς επιβάτες.Με ολοκόκκινα μάγουλα από την ένταση της αναμονής και από την απέραντη χαρά για το ταξίδι.Επιβιβάστηκαν και κάθισαν στο κάθισμα που το νούμερο του αντιστοιχούσε στο νούμερο που έγραφε το εισιτήριο τους.Απέναντι τους καθόταν ήδη ένα ζευγάρι ηλικιωμένων.Οι συστάσεις δεν άργησαν να γίνουν.Πήγαιναν κι αυτοί στην Γερμανία. Πήγαιναν να γνωρίσουν το πρώτο εγγονάκι τους,που είχε γεννηθεί πριν λίγες ημέρες.Η κορούλα τους είχε παντρευτεί έναν νεαρό Γερμανό,ο οποίος την πήρε και εγκαταστάθηκαν στην πατρίδα του.Ο Δημήτρης και η Άννα ακουμπούσαν με τρυφερότητα ο ένας τον άλλον,έτσι ένοιωθαν περισσότερη θαλπωρή.Οι ηλικιωμένοι συνεπιβάτες τους από το απεναντινό κάθισμα κρατιόντουσαν τρυφερά από το χέρι.Το τραίνο έτρεχε αφήνοντας πίσω του τα τελευταία σπίτια της πρωτεύουσας.Ξημέρωνε και το θέαμα ήταν θαυμάσιο.Η Ανατολή του ηλίου που αχνόφεγγε στον ορίζοντα, η θέα του κάμπου και της εξοχής,τα φύλλα των δέντρων που λαμπύριζαν από την πρωϊνή δροσούλα,όπως και τα μάτια τους από χαρά.Τα αφράτα φρέσκα χωράφια,ήταν έτοιμα για την σπορά.Αθάνατη μάνα γη στα καφετιά της χρώματα.Τα δένδρα όρθωναν τους βλαστούς με το καταπράσινο φύλλωμα, άλλα δένδρα με γυμνά από φύλλα τα κλαδιά,γκριζωπά,με διάφορα σχήματα,διακλαδώσεις,καμπύλες,μα όλα ήταν ορθωμένα προς τον ουρανό.Τι απόλαυση!Τι ξεκούραση! η θέα του κάμπου με τα οργωμένα χωράφια.Μακρυά για λίγο από τα τσιμεντένια κτήρια της πρωτεύουσας.
Αγαθοεργία ονομάζεται το ενδιαφέρον για τους φτωχούς και τους πάσχοντας.Η λέξη προέρχεται από την λέξη αγαθοεργός που είναι ο φιλάνθρωπος και είναι σύνθετη από την λέξη αγαθός και την λέξη έργο.Ειναι η ίδια λέξη από τους αρχαιοτάτους χρόνους.Στην Παλαιά Διαθήκη συναντούμε χωρία καθώς και το Δευτερονόμιον ιε' 7-15,δια των οποίων επιβάλλεται η ανά τετραετία άφεσις χρεών και γενναιοδωρία προς τους πτωχούς."Θέλεις ανοίγει τας χείρας σου προς τον αδελφόν σου,προς τον πτωχόν σου και προς τον ενδεή σου",επιτάσσει ο Θεός. Και εις τον Ησαίαν νη' 6-7,υπογραμμίζεται ιδιαιτέρως η σημασία της αγαθοεργίας. Ο προφήτης τονίζει ,ότι η στον Θεόν αρεστή νηστεία του πιστού δεν είναι η ταλαιπωρία του σώματος,είναι η παροχή άρτου εις τον Θεόν και το έλεος προς τους δυστυχείς,ήταν μια συνήθεια στους αρχαίους εβραίους,επισημαίνεται και στο Ταλμούδ και στα μεταγενέστερα εβραϊκά συγγράμματα.Ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία,η οποία τονίζει ιδιαιτέρως την αξίαν του ατόμου και κατέστησε την αγαθοεργίαν οικουμενικήν συνήθειαν.Ακολουθούντες την διδασκαλίαν του Χριστού,όπως διατυπώθηκε εις την επί του όρους ομιλίαν,οι πρώτοι χριστιανοί έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στην άσκηση της αγαθοεργίας προς τους συνανθρώπους των.Σε κάθε χριστιανική κοινότητα εγίνοντο συνεισφορές υπερ των πτωχών.Αργότερα η ανακούφιση των πτωχών και των πασχόντων οργανώθηκε επί ευρυτέρας βάσεως με την ίδρυση ασύλων (το άσυλο είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα που παρέχει προστασία) και νοσοκομείων.Στον Μεσαίωνα η αγαθοεργία ανήκε στον τομέα της εκκλησίας.Στην συνέχεια εμφανίστηκαν ιδιωτικές οργανώσεις και τέλος την ευθύνη για την δημόσιαν ευημερίαν ανέλαβαν οι κυβερνήσεις κάθε χώρας.
To Kυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Οποιανδήποτε γνώση ή κρίση για την Γερμανία ξεκινά από μια διάκριση πολύ σημαντική.Την διάκριση μεταξύ της Γερμανίας σαν γεωγραφική οντότητα και της Γερμανίας σαν πολιτική υπόσταση.Η Γερμανία σαν γεωγραφική οντότητα,βρισκόταν στο κέντρο της Ευρώπης πολύ πριν ο Τάκιτος συγγράψει το κλασσικό έργο του Germania.Αυτός ο όρος έχει χρονολογία δύο χιλιάδων ετών.Η Γερμανία σαν πολιτική οντότητα είχε το 1949 ηλικία μόνο 78 ετών.Έτσι η Γερμανία είναι η νεώτερη από τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις,παρόλο που κατοικείται από έναν λαό από τους αρχαιότερους του κόσμου.Η ιστορία της Γερμανίας πριν από τον δέκατο έννατο αιώνα δεν είναι η ιστορία του γερμανικού κράτους ή του γερμανικού έθνους.Ήταν η ιστορία, στην αρχή,μερικών γερμανικών φύλων,όπως ήταν οι Άγγλοι,οι Σάξονες,οι Αλαμάνοι και οι Φράγκοι. Έπειτα ήταν η ιστορία του ανταγωνισμού μεταξύ διαφόρων εδαφικών περιοχών που ήταν συγκροτημένα σε ομάδες,με διάφορους αρχηγούς,δούκες και βασιλείς.Ήταν η ιστορία μιας ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας ,της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους.Αυτή η αυτοκρατορία ήταν μια τεραστίων διαστάσεων υπερεθνική αυτοκρατορία της Ευρώπης,της οποίας ο αυτοκράτορας Καρλομάγνος υπήρξε εθνικός ήρωας, τόσο της Γερμανίας όσο και της Γαλλίας,όπως φαίνεται από τα μνημεία που υπάρχουν και στις δύο χώρες.Ήταν τόσο μη γερμανική η "Γερμανία" αυτή που εξαπλώθηκε από τον Ρήνο και δια της Μεσογείου μέχρι την Ιερουσαλήμ,ώστε τα πολιτικά της κίνητρα για πολλούς αιώνες βρισκόταν έξω από την περιοχή της σύγχρονης Γερμανίας,είτε στην Ιταλία και στην Σικελία υπό τους αυτοκράτορες του οίκου Χοενστάουφεν,είτε στην Αυστρία και Ισπανία υπό τους Αψβούργους.Όταν ο Ναπολέων ο Α' κατέστρεψε αυτήν την Γερμανία, της οποίας η ύπαρξη αριθμούσε μια χιλιετία, και εγκαθίδρυσε επί του εδάφους της νέα δυναστεία,χαράζοντας νέα σύνορα,τα εδάφη που απόμειναν από αυτή δεν απετέλεσαν για τα επόμενα εβδομήντα έτη μία και μόνη γερμανική πολιτική οντότητα.Αυτά τα εδάφη χωρίστηκαν σε εκατοντάδες μεγάλες και μικρές ηγεμονίες και πόλεις -δημοκρατίες,οι οποίες οργανώθηκαν συν τω χρόνω σε τυπικά κράτη προς βορράν,νότο και βορειοανατολικά.Οι Γερμανοί που μετανάστευαν στην Αμερική δεν είχαν Γερμανικό διαβατήριο,γιατί Γερμανία δεν υπήρχε.Το διαβατήριο τους ήταν από διάφορα κράτη,όπως ήταν η Πρωσσία,η Βαυαρία,η Σαξονία και η Βυτεμβέργη.Ο Γκαίτε,ποιητής και υπουργός στην Βαϊμάρη δικαίως έλεγε: "Δεν έχουμε πόλη,δεν έχουμε ούτε και χώρα για την οποίαν να μπορούμε απερίφραστα να πούμε."Ιδού η Γερμανία". Αν ρωτήσουμε στην Βιέννη μας λέγουν "Εδώ είναι η Αυστρία",αν ρωτήσουμε στο Βερολίνο μας λέγουν "Εδώ είναι η Πρωσσία".Τελικά η αντιζηλία,η οποία διήρκεσε επί αιώνες για την ηγεσία στην περιοχή του χώρου της Γερμανίας,μεταξύ της παλαιάς αυτοκρατορικής δυναστείας των Αψβούργων στην Βιέννη και της νεότερης ηγεμονίας των Χοεντσόλερ του Βερολίνου ,έκλινε προς τους Χοεντσόλερ.Κατόπιν ο Βίσμαρκ με τους τρεις σύντομους πρωσσικούς πολέμους που διεξήγαγε σαν πρωθυπουργός της Πρωσσίας σε διάστημα έξη ετών είχαν σαν σκοπό να γίνει η συγκρότηση "δια πυρός και σιδήρου" του εθνικογερμανικού κράτους με την ένωση του μεγαλύτερου τμήματος του γερμανικού χώρου.Πρώτος καγκελάριος αυτού του γερμανικού Ράϊχ ονομάστηκε ο Βίσμαρκ. Ο όρος "Ράϊχ" ερμηνεύεται γενικά ως "αυτοκρατορία",όμως είναι λάθος.Η αλήθεια είναι, ότι η λέξη Ράϊχ είναι αδύνατον να αποδοθεί με τις αντίστοιχες λέξεις "αυτοκρατορία" και "βασιλεία".Η λέξη Ράϊχ επί μία χιλιετηρίδα εσήμαινε για τους Γερμανούς έναν μυστικιστικό δεσμό.

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Aννούλα-Αννούλα πού είσαι καρδούλα μου.Ήρθα με ακούς; Αννούλααα.Η φωνή του Δημήτρη αντήχησε στην μεγάλη σάλα,αφού πρώτα μπήκε με προφύλαξη στο σπίτι,ανοίγοντας με το κλειδί του την πόρτα για να μην τους αναστατώσει μια και ήτανε μεσημέρι,όταν έφτασε εκεί και σίγουρα κοιμόντουσαν.Μπαίνοντας όμως στο σπίτι τον κατέλαβε η νοσταλγία περισσότερο. Θέλει να δει το καρίτσι του και δεν μπορεί να περιμένει ούτε δευτερόλεπτο.Δημητράκη ήλθες; ακούστηκε γλυκειά η φωνή της κοπέλλας.Κατεβαίνοντας γρήγορα την ξύλινη σκάλα που οδηγούσε επάνω στα υπνοδωμάτια,έπεσε τρυφερά στην αγκαλιά του.Πόσο μούλειψες πόσο.-Μα δεν έμεινα πολύ στους δικούς μου.Μόνο δύο εβδομάδες.-Ναι! όμως εμένα μου φάνηκε αιώνας.Πόσο σε πεθύμησα νάξερες.Με κρατούσε μόνο η σκέψη πως πήγες να δεις τους γονείς σου.Διαφορετικά νάξερες.-Τι καρδούλα μου.Να έτσι μου ερχόταν να πάρω το πρώτο λεωφορείο να έρθω να σε βρω.Αυτό που με κρατούσε ήταν η μελέτη στο πιάνο Έλα όμως πες μου τα νέα σουΠώς πέρασες.-Αρκετά καλά.Είδα τους δικούς μου Ανάπνευσα καθάριο αεράκι Και πού να στα λέω.Πήρα και το εισιτήριο για την Γερμανία.-Δηλαδή; Κατσούφιασε η Αννούλα-Θυμάσαι; σου έχω μιλήσει για την κυρά Ασημίνα.Που έχει τον γιο της δικηγόρο στην Γερμανία.-Ε! λοιπόν,μου έδωσε την διεύθυνση του λέγοντας μου,αφού σκοπεύω να πάω εκεί για παραπάνω σπουδές,να πάω να τον βρω.Έχει παντρευτεί μία όμορφη γερμανίδα και έχουν μία κόρη,που την λένε Σημέτα.-Έλα τώρα γιατί κατέβασες το μουτράκι σου,γιατί μου θύμωσες.Φοβάσαι πως θα πάψω να σ'αγαπώ ή πως θα σε ξεχάσω.Όχι,αγάπη μου μην βάζεις άσχημες σκέψεις στο μυαλό σου.-Δημήτρη σε αφίνω,έχω να μελετήσω πιάνο, Θα πάρω εκείνη την υποτροφία,που σου έλεγα και φεύγω κι εγώ μαζί με σένα.Δεν σε αφήνω ούτε λεπτό μοναχό.Έχεις αρχίσει να μου γίνεσαι επικίνδυνος του λέει γελώντας.Ποιά γερμανίδα μπορεί να αντισταθεί στην ομορφιά σου.-Επειδή σ'αγαπώ και φοβάμαι μην σε χάσω.Φεύγω-φεύγω.-Στάσου ματάκια μου,πού πας.Πού φεύγεις;-Πάω να διαβάσω καλέ μου.Θέλω να εξασφαλίσω την υποτροφία μου,θα φύγουμε μαζί. Και έτσι έγινε πραγματικά.Ο καθένας στο δικό του πόστο για να φτάσουν στον στόχο τους για να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Κατάφεραν να πάρουν την βεβαίωση επιτυχίας για την αναχώρηση τους στην χώρα που θα τους έδινε περισσότερα εφόδια για να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο αύριο,ένα σίγουρο μέλλον για τον εαυτόν τους και την πατρίδα τους.Ο Δημήτρης εξασφάλισε από τον καθηγητή του,του Αστικού Δικαίου,μιαν εύφημον μνεία για τα προσόντα και την προσωπικότητα του.Και η Αννούλα την υποτροφία για ανώτατες σπουδές στο πιάνο,στην χώρα που γέννησε έναν Μπαχ,έναν Μπετόβεν και τόσους άλλου αξιόλογους μουσουργούς,την Γερμανία.Είχε τόσα όνειρα αυτό το κορίτσι.Για ειδική αίθουσα συναυλιών με σωστή ακουστική,που θα φρόντιζε να αποκτήσει η πρωτεύουσα.Για την επιθυμία της να επιτραπεί σε όλα τα σχολεία,δημοτικά και γυμνάσια το μάθημα της μουσικής παιδείας.Είχε τόσα όνειρα,που τα κουβέντιαζε πάντοτε με τον αγαπημένο της,τον Δημήτρη. Εκείνο το βράδυ,το σπίτι ήταν φωταγωγημένο μέχρι αργά.Οι βαλίτσες είχαν ετοιμαστεί και βρίσκονταν συγκεντρωμένες στο χωλ. Οι γονείς και το υπηρετικό προσωπικό πήγαιναν κι ερχόντουσαν με νευρικότητα. -Μην ξεχάσετε τα παλτά σας.Φθινόπωρο είναι.Αυτήν την εποχή αρχίζει το κρύο.-Το βαλιτσάκι με τις παρτιτούρες,Άννα.Τα εισιτήρια.Την διεύθυνση του σπιτιού,Δημήτρη.Κι εσύ Άννα την διεύθυνση του ξενοδοχείου,όπου θα μένεις μέχρι να τακτοποιηθείς.Δημήτρη,να την προσέχεις,παιδί μου.Να την βοηθήσεις να βρει εκεί κοντά σου κάποιο δωμάτιο. -Ελάτε τώρα,πώς κάνετε έτσι.Ένας χρόνος είναι θα περάσει γρήγορα. -Μακάρι,να είναι έτσι,όπως τα λέτε.Μα φοβάμαι,πως εκεί είναι τόσο γλυκά τα γράμματα και τόσο ωραία,που όλοι λένε πως θα γυρίσουν και όλοι καθονται και δεν το κουνάν από αυτήν την χώρα. Το πρωϊ το τρένο θα τους έπαιρνε από την Ελλάδα.Ήταν έτοιμοι για τούτη την θυσία.Άφηναν πίσω τους γονείς και πατρίδα,όμως μπροστά τους ανοίγονταν καινούργιοι δρόμοι,καινούργιοι ορίζοντες.Ο Δημήτρης επιθυμούσε διακαώς την μετάβαση του στην Γερμανία και για έναν άλλον πολύ σπουδαίο λόγο.Ήθελε από αυτήν την χώρα με την ανεπτυγμένη τεχνολογία,να προμηθευτεί τεχνητά μέλη για τον αγαπημένο του πατέρα Αυτόν τον δραστήριο, άλλοτε, άνθρωπο που τώρα κοίτονταν μισερός στο κρεββάτι,δίχως πόδια.Δύο τεχνητά μέλη,ονειρευόταν να φέρει στον πατέρα του και είχε ήδη συννενοηθεί με τον καλύτερο ορθοπεδικό της Πρωτεύουσας,ο οποίος συμφώνησε με αυτήν την ιδέα του.Έδωσε στον Δημήτρη μια διεύθυνση,όπου μπορούσε να απευθυνθεί για να τον κατατοπίσουν.Ήθελε να δει τον πατέρα του όρθιο,όπως παλιά Να καβαλάει το άλογο και να τρέχει στα κτήματα.Να τον βλέπει στα σιταροχώραφα ολοϊδρωμένο να κρατάει το δρεπάνι και να θερίζει τα στάχυα.Να τον βλέπει όρθιο,αντρειωμένο,παληκάρι σωστό.Ήθελε να δώσει αυτή την χαρά,την μεγάλη χαρά στους γονείς του.Να δει την μάνα του να κλαίει με δάκρυα χαράς.ήθελε να δει την μάνα του με λαμπερά μάτια να βλέπει τον άνδρα της να στέκεται όρθιος και να την ακούει να φωνάζει. Δεν το πιστεύω -δεν το πιστεύω Θεέ μου,σαν ψέμματα μου φαίνεται.
Nα μην εξευτελίζεις την ζωή σου μέσα από το βουητό των συναναστροφών σου.Κ.ΚΑΒΑΦΗΣ

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Το Διήγημα της Πέμπτης.Οι μέρες περνούσαν πολύ ωραία στον πλανήτη ΦΛΟΥ τον γνώριμο πλανήτη του Ινώθ.Η γιαγιά Νουϊζά με τις παμπάλαιες ιστορίες, τους είχε συναρπάσει.Αυτό το σπίτι,έλεγε,είναι το πρώτο σπίτι στον πλανήτη αυτόν.Οι πρόγονοι μας κατέβηκαν εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια,κατέβηκαν από ψηλά,από άλλους πλανήτες γεμάτους ερήμους,πάγους και στέπες,όπου δεν υπήρχε καμία δυνατότητα για να επιζήσουν.Διάλλεξαν τον δρόμο της φυγής.Διέσχισαν υψηλά βουνά,κατέβηκαν κοιλάδες.Πώς γιαγιά,ρώτησε ο Θιγ,περπατώντας? Όχι μικρό μου,με ζώα.Με άλογα,με ελέφαντες,με καμήλες και με ό,τι άλλο μεταφορικό μέσον της εποχής εκείνης,υπήρχε.-Και με έλκυθρα,είπε ο Ινώθ,πώς αλλιώς θα μπορούσαν να διασχίσουν τους πάγους.Με παγοπέδιλα,είπε η Γαιή. Τι είναι τα έλκυθρα, είπε ο Θιγ.Το έλκυθρο,μικρό μου,είναι όχημα καταλληλο να κινείται στους πάγους.Μη με διακόπτης όμως αν θέλεις να ακούσεις αυτές τις ωραίες ιστορίες από την ζωή των προγόνων μας.Με αυτά,λοιπόν, τα μεταφορικά μέσα της εποχής έφτασαν σε διάφορους πλανήτες και εγκαταστάθηκαν κοντά στην θάλασσα,όπου η ζωή είναι πιο ωραία.Όταν έφτασαν στον δικό μας πλανήτη βρήκαν μόνο ένα καλύβι κοντά στην θάλασσα.Εδώ σε αυτό το μέρος που υψώνεται το σπίτι μου ήταν εκείνη την παλιά εποχή θάλασσα.Η ακτή έφτανε μέχρι εδώ.Κοντά στην θάλασσα υπήρχε το καλύβι του μοναδικού κάτοικου,που ήταν ο πρόγονος κάποιου μεγάλου και πολύ παράξενου δασκάλου,που ζούσε στο βουνό.Ήταν άνθρωπος και ζώο μαζί.Το κεφάλι του,η ομιλία του,ήταν ανθρώπινα.Από την μέση του όμως και προς τα πόδια ήταν ζώο με τέσσερα πόδια κι αυτά αλογίσια.Μάζευε τα παιδιά και τα μάθαινε γράμματα,αριθμητική,μουσική και πολλά άλλα χρήσιμα πράγματα.Άρχισε όμως μια πολεμική σύρραξη σε ένα διπλανό πλανήτη και τα παιδιά αναγκάστηκαν να ναυλώσουν ένα υδροπλάνο για να τους μεταφέρει στον πλανήτη αυτόν,όπου υπήρχε αρκετό χρυσάφι,που το φρουρούσε ένα τέρας της εποχής εκείνης.Στην εκστρατεία αυτή την τόσο επικίνδυνη και δύσκολη, χάθηκαν, πολλοί χάθηκαν και έτσι ο τόπος ερήμωσε από ανθρώπους και τα περισσότερα παιδιά που δίδασκε δεν επέστρεψαν. Γιατί,γιαγιά,δεν επέστρεψαν. Τα έφαγε,μικρέ μου, η θάλασσα,οι επιδημίες,ο ίδιος ο πόλεμος.Η θλίψη του παράξενου αυτού ανθρώπου ήταν μεγάλη,ώσπου μια μέρα εμφανίστηκε στον πλανήτη αυτόν μια γυναίκα εξερευνητής,που έγινε η σύντροφος του.Από την σύζευξη τους γεννήθηκε ένα αγόρι,που ήταν καθόλα άνθρωπος.Μόνον που το ένα του πόδι ήταν αλογίσιο.Αυτό το άτομο ζούσε στο καλύβι αυτό,γέροντας πια,όταν οι πρόγονοι μου έφτασαν εδώ.Το καλύβι του ήταν λιθόκτιστο και δεν είχε μέσα εκεί τίποτε άλλο μόνο πλάκες από πηλό σκαλισμένες με καλάμι.Ονόματα,περιστατικά,χρονολογίες,πρόσωπα,πράγματα.Η ιστορία όλου του κόσμου σκαλισμένη πάνω στις λίθινες αυτές πλάκες.Δεξιά-Αριστερά μέχρι την κορυφή,πλήθινες πλάκες η μία πάνω στην άλλη, ανάμεσα τους ένας μικρός διάδρομος και στο βάθος μια μεγάλη πέτρινη πλάκα,που χρησίμευε για κρεβάτι.Μαγειρικά σκεύη δεν είχε. Δεν τα χρειαζόταν.Ψάρευε με ένα καλάμι,στο οποίο ήταν δεμένη μια μεγάλη λωρίδα από ένα άλλο καλάμι,που στην άκρη του έδενε μικρά οστρακοειδή που έβρισκε στην ακτή.Πεινασμένο το ψάρι έβλεπε την νοστιμιά και έπεφτε στην παγίδα.Με ένα άλλο καλάμι που η άκρη του ήταν αιχμηρή και πηλοπερασμένη για να μην καίγεται, τρυπούσε το ψάρι,το έψηνε στην φωτιά που άναβε πρόχειρα στην ακροθαλασσιά και χόρταινε την πείνα του.Έτρωγε τα μικρότερα ψάρια ωμά.Οι πρόγονοι μου,όταν ήρθαν βρήκαν αυτόν τον άνθρωπο σε μια τέτοια πολιτισμική κατάσταση.Η χαρά του ήταν απερίγραπτη,που αντίκρυσε ανθρώπους μετά από τόσα πολλά χρόνια.Δέχτηκε με ευχαρίστηση τα νέα αυτά πρόσωπα,που ταξίδεψαν μέχρι εκεί.Τα βοήθησε να κτίσουν ένα πλήνθινο καλύβι δίπλα στο λίθινο δικό του.Εξερευνητές ήταν γιαγιά οι πρόγονοι σου ή πειρατές? είπε ο Θιγ.Η γιαγιά κοίταξε αγριωπά τον μικρό λέγοντας του.-Εξερευνητές ήταν και όχι πειρατές.Δεν ήταν ληστές οι πρόγονοι μου.Εξερευνητές ήταν,επανέλαβε θυμωμένη.Τα στοιχεία της φύσεως,πολλά χρόνια αργότερα,άνεμοι,μαγνητικές έλξεις,πλημμυρίδες και αμπώτιδες...Ω πα η γιαγιά,είπε ο Ινώθ.Τι είπες εγγονέ μου? -Τίποτε,γιαγιά μου,συνέχισε την προιϊστορική ιστορία σου.-Τα νερά,που τραβήχτηκαν, φανέρωσαν μεγάλο μέρος της ξηράς.Έτσι το σπίτι δεν είναι πια παραθαλάσσιο.Βλέπετε πόση απόσταση έχει από την ακτή.Η μεγάλη δύναμη του Θεού έδωσε αυτή την χάρη στους προγόνους μου και σε μένα. Ινώθ,πάρε παληκάρι μου την γυναίκα σου και τον γιο σου και πηγαίνετε στον κήπο να κάνετε μια βόλτα.Θα δείτε τα θαυμαστά,που υπάρχουν εκεί.Ο μικρός Θιγ δεν ήθελε να κάνει αυτήν την βόλτα.Προτιμούσε να μείνει στο σπίτι με αυτήν την γιαγιά.Άρχισε να την συμπαθεί.Ο τρόπος που συμπεριφερόταν του άρεσε.Παιχνίδιζε μαζί της.Το ύφος της,ο τόνος της φωνής της,στοιχεία,που προσέδιδε η ηλικία της,άρεσαν στον Θαλερό-Θιγενό.Ήθελε να μείνει μαζί της.Ήθελε να ακούσει και άλλες ιστορίες.Θιγ θα έλθεις μαζί μας,είπε η Γεή. Η γιαγιά είναι κουρασμένη.Μία άλλη ημέρα θα μας διηγηθεί και άλλες ιστορίες.
Έναν σημαντικό άγιο τιμά η εκκλησία μας σήμερα 18 Οκτωβρίου 2012.Είναι ο Ευαγγελιστής Λουκάς μία παγκοσμίου εμβελείας προσωπικότητα στα δρώμενα τα θρησκευτικά της χριστιανικής εκκλησίας.Είναι πραγματικά παγκοσμίου εμβελείας ο Όσιος Λουκάς καθώς τιμούν την μνήμη του,όχι μόνο η χριστιανική εκκλησία.Γιορτάζουν επίσης η Καθολική Εκκλησία,η Λουθηρανική,η Αγγλικανική, η Προτεσταντική Εκκλησία.Ο Ευαγγελιστής Λουκάς γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας από Έλληνα πατέρα.Έλαβε καλή μόρφωση και οι ιατρικές του γνώσεις τις οποίες καλλέργησε στο πέρασμα των χρόνων κατέστησαν τον Όσιο Λουκά ως ένα από τους καλύτερους γιατρούς του κόσμου αυτήν την εποχήν,επί Αυτοκράτορος Κλαυδίου.Την ίδια εποχή εξασκεί το ιατρικό του επάγγελμα στην Θήβα της Βοιωτίας,όπου γνωρίζει τον Απόστολο Παύλο,ο οποίος βρίσκεται εκεί σε μια περιοδεία του.Παρακολούθησε την διδασκαλία του και από ειδωλολάτρης έγινε Χριστιανός.Ασχολείται τώρα με το κήρυγμα του Ευαγγελίου.Υπήρξε αφοσιωμένος και πιστός συνεργάτης του Αποστόλου Παύλου στην προσπάθεια του για την διάδοση του χριστιανισμού.Στη διάρκεια της περιοδείας του με τον Απόστολο Παύλο συγγράφει το "Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο" και "Τις Πράξεις Των Αποστόλων". Ο Απόστολος Παύλος γράφει, από την φυλακή στην Ρώμη,προς τον Τιμόθεον "Λουκάς εστι μόνος μετ εμού"= Ο Λουκάς είναι ο μόνος που είναι μαζί μου.Μετά τον θάνατο του Αποστόλου Παύλου στην Ρώμη ο Λουκάς περιοδεύει κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο στην Γαλλία,στην Δαλματία,στην Ιταλία και προπαντός στην Ελλάδα,όπου δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Αχαϊα και στην Βοιωτία.Ήταν ογδόντα ετών στην Θήβα,όταν απεβίωσε ειρηνικά.Στον τάφο του,λέγει η θρησκευτική παράδοση,θέλοντας ο Θεός να δοξάσει τον πιστό Του θεράποντα,έβρεξε κολλύρια,σύμβολα του ιατρικού επαγγέλματος του.Ο Ευαγγελιστής Λουκάς είναι πρωτοπόρος και στην Αγιογραφία.Είναι ο πρώτος που ζωγράφισε με υλικά το κερί και την μαστίχα,την εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου,που κρατά στην αγκαλιά της το Θείο Βρέφος.Λέγει η θρησκευτική παράδοση,ότι αυτή την εικόνα την μετέφερε στα Ιεροσόλυμα για να την δείξει στην ίδια την Παναγία και να την ρωτήσει,αν της αρέσει.Η Παναγία την αποδέχτηκε με μεγάλη χαρά,την ευλόγησε και είπε "Η χάρις του εξ εμού τεχθέντος είη δι εμού μετ αυτών",έφερε μαζί του ο Ευαγγελιστής και άλλες εικόνες της Παναγίας,που είχε ζωγραφίσει.Με την ίδια τεχνική ζωγράφισε και τις εικόνες των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.Η τέχνη,η Αγιογραφία,από τότε διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο.Ως εκ τούτου ο Ευαγγελιστής Λουκάς θεωρείται ο προστάτης των αγιογράφων και όχι μόνον.Θεωρείται προστάτης όλων. ΒΟΗΘΕΙΑ ΜΑΣ και ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ.
Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια. Κυρά Ασημίνα,άνοιξε.Πού είσαι δεν με ακούς που σε φωνάζω τόση ώρα;Γιατί δεν μου απαντάς; Δεν με θυμάσαι; Με ξέχασες κι όλας; Είμαι ο Δημήτρης.Έλα άνοιξε,σου λέω.Ήρθα να πάρω το βιβλίο που υποσχέθηκες πως θα μου δώσεις.Περίμενε,παιδάκι μου,να σηκωθώ γιατί γέρασα και τα πόδια μου δεν με βαστάνε.-Ο Δημήτρης,λέει,ποιός Δημήτρης και ποιό βιβλίο,μου λες δεν ξέρω.-Σηκώσου σιγά-σιγά και σαν με δεις θα με γνωρίσεις.-Καλά,παιδί μου,περίμενε.Σηκώνεται η γριούλα και αργά-αργά πηγαίνει προς την πόρτα.Ανοίγει λιγάκι προβάλλει το κεφάλι της,κοιτάζει μα δεν τον γνωρίζει,έχουν περάσει πολλά χρόνια.-Δεν σε γνωρίζω,παιδάκι μου,εγώ γέρασα τώρα μα και εσύ είσαι σωστό παληκάρι.Δεν με θυμάσαι,γιαγιούλα,που ήμουνα μικρός και σου έφερνα νερό για να πιείς και ξύλα για να ζεσταθείς;Είμαι ο Δημήτρης του Κωνσταντή του Κόνιαλη ο γιός. -Δημήτρη μου,καλό μου παιδάκι,που έγινες σωστός άνδρας και τι όμορφος,φτου...φτου...να μην αβασκαθείς! Εχω να σε δω πολλά χρόνια. -Ναι,κυρά Ασημίνα μου,έλειπα όλα αυτά τα χρόνια από το χωριό.-Και πώς περνούσες,παιδάκι μου, τόσα χρόνια στην ξενιτειά; Το ίδιο και συ,σαν και τον γιό μου,Μα εκείνος είναι ακόμη μακρύτερα.Ήρθε μια φορά και το παιδάκι μου να με δει μαζί με την γυναίκα του,την νύφη μου, μια Γερμανίδα κοπέλλα μέχρι εκεί επάνω!και με την αγγόνα μου,αχ!τι κορίτσι,ίδιος ο γιός μου είναι μα έχει πάρει και από την μάνα της και έχει δυο μέτρα μπόϊ!.Ε! και να τους έβλεπες! Με τι καμάρι τους κοιτούσες φαντάζομαι,κυρ Ασημίνα.-Ναι-ναι,παιδί μου.Να μη μου βασκαθούνε.Μου είπε ο γιός μου πως θα ξαναρθεί και μάλιστα μου λέει: Μάνα είναι η τελευταία φορά,που είμαι μακρυά σου,θάρθω,οπωσδήποτε στην Ελλάδα για να εγκατασταθώ μόνιμα.Και η Χέλγκα,η γυναίκα μου,είναι σύμφωνη και η Σημέτα,η κόρη μου.Ξετρελλάθηκαν με την πατρίδα μας.-Μην στενοχωριέσαι κυρά Ασημίνα,θάρθει ο γιός σου μόνο να είσαι καλά να τον περιμένεις.Να φεύγω τώρα γιατί με περιμένουν και μένα στο σπίτι.Η μάνα μου,η κακομοίρα,το πρωϊ που ήλθα κόντεψε να λιποθυμήσει,το ίδιο και ο πατέρας.Οι αδελφές μου να δεις χαρά που έκαναν.Ξεσήκωσαν όλη την γειτονιά.Ο Δημήτρης μας,ο Δημήτρης μας,ήρθε,φώναζαν γεμάτες περηφάνεια.Να πηγαίνω τώρα γιατί με περιμένουν.Πριν φύγω,κυρά Ασημίνα,θέλω να μου δώσεις εκείνο το βιβλίο.Θυμάσαι; Μου είχες υποσχεθεί πως θα μου το έδινες αν γινόμουν δικηγόρος.Το Αστικό Δίκαιο,λέω.Ε!λοιπόν,ναι,τώρα βρίσκομαι στην αρχή των σπουδών μου.Έγινα φοιτητής της Νομικής.Σε λίγα χρόνια θα είμαι κι εγώ δικηγόρος και τότε μη σε νοιάζει σου λέω,εγώ θα σου φέρω τον γιο σου από την Γερμανία.Θα δεις μόνο να είσαι καλά να τον περιμένεις.Θα σου τον φέρω σου λέω μόνο μην κλαις.Σχεδιάζω να πάω κι εγώ εκεί να μάθω περισσότερα,που λες κυρά Ασημίνα μου. Θέλω κι εγώ να μάθω πιο πολλά.Θα γυρίσουμε μαζί με τον γιό σου.Κι εδώ στην πατρίδα μας,αν θέλει κι αυτός θα δουλέψουμε.Για το καλό του τόπου που μας γέννησε και που μας έθρεψε.Γιατί σε τούτον τον τόπο ανήκουμε και εδώ θα γυρίσουμε για να μεγαλουργήσουμε,για να κάνουμε μια Ελλάδα νέα,ξαναγεννημένη μέσα από τις στάχτες του πολέμου,που ρίμαξε την πατρίδα και μας έκανε να γυρίσουμε,χρόνια πίσω. Το απόγευμα οι νοικοκυραίοι επέστρεφαν ομάδες-ομάδες από τα χωράφια τους,από τις αγροτικές τους εργασίες.Κι έβλεπες να ανεβαίνουν στα καλντερίμια άνθρωποι και ζώα να προχωρούν μαζί.Μπροστά πήγαινε το ζώο,το γαϊδουράκι,που πάνω του στο σαμάρι καθότανε ο αφέντης ή η κυρά,ανάλογα,με το ποιός ήταν ο πιότερο κουρασμένος εκείνης της ημέρας.Ανάλογα με το ποιός είχε δουλέψει περισσότερες ώρες στο χωράφι του.Πίσω,στα καπούλια του ζώου,δεξιά και αριστερά,ήτανε δεμένα άλλοτε δεμάτια με ξύλα για την φωτιά και άλλοτε σακκιά γεμάτα χόρτα για την τροφή των ζώων στον αχυρώνα Πιο πίσω έβλεπες τα αρνάκια το ένα πίσω από το άλλο με το σγουρό-σγουρό ολόλευκο μαλλί τους,με το κεφαλάκι τους γυρτό προς την γη,ανέβαιναν το καλντερίμι αργοπατώντας.Ξοπίσω οι κατσικούλες,άλλο τόσο συμπαθητικές,ήρεμες,με το κουδουνάκι στον λαιμό να δίνει ρυθμό στα βηματα τους,σεινάμενες και κουνάμενες ανηφόριζαν κι αυτές το καλντερίμι.Άλλη ήτανε κάτασπρη,σαν το χιόνι.Άλλη μαύρη,κατάμαυρη και άλλη καστανή.Η ασπρούλα,η μαυρούλα και η κανελιά,τι όμορφη!ειρηνική συνύπαρξη.Παρά πίσω η αγελάδα με όλο της το μεγαλείο και την περηφάνεια σταματούσε,σε κοίταζε από το ύψος της με την αγριωπή μούρη της και τα πελώρια μάτια της,με τα κέρατα στο κεφάλι της, σαν παρένθεση σε κενό,να μουγκρίζει και ήταν σαν να έλεγε... ώρα καλή! και συ να απαντήσεις...καλώσορίσατε.Τούτο το ζώο φέρνει τις γυροβολιές του στο αλώνι για να ξερκαπιστεί το σιτάρι που αργότερα στο μύλο θα γινότανε αλεύρι για το ψωμάκι της οικογένειας.Ανάμεσα σε όλους τους χωρικούς που γύριζαν στο σπίτι από τους αγρού,αυτό το απόβραδο,ξεχώριζες και την φιγούρα του Δημήτρη.Φοιτητής της Νομικής τώρα ήρθε για λίγες ημέρες ,να δει τους δικούς του μα δεν παρέλειψε να βοηθήσει την μητέρα του στις αγροτικές δουλειές.Συνόδευε καθημερινά την μητέρα του στους αγρούς,όπου έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον και προθυμία για αγροτική εργασία,που την παρομοίαζε με γυμναστική του σώματος και του πνεύματος,έλεγε ο Δημήτρης.Έβλεπες να γυρίζουν από τους αγρούς με την μητέρα του πάνω στο γαϊδουράκι υπερήφανη και ο Δημήτρης καμαρωτός-καμαρωτός να ακολουθεί κουβεντιάζοντας διάφορα θέματα με τους συγχωριανούς του,που ερχόταν και αυτοί ξοπίσω του από τα χωράφια τους και ρωτούσαν τον Δημήτρη,με ενδιαφέρον για τις σπουδές του.Οι αδελφούλες του παρέμεναν στο σπίτι για να επιβλέπουν τον ανήμπορο πατέρα τους τον κυρ Κωνσταντή.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Μία σημαντική γυναίκα παγκοσμίου δυνατότητας τιμούμε σήμερα.Μία γυναίκα η οποία αφιέρωσε την ζωή της σε ζητήματα που προσεγγίζουν τον άνθρωπο,τον κατατρεγμένο από τις αρώστιες και την πείνα άνθρωπο.Στον ανθρώπινο πόνο αφιέρωσε της ψυχής της το μεγαλείο γιαυτό και βραβεύθηκε με το ΝΟΜΠΕΛ ΕΙΡΗΝΗΣ.Είναι η Καθολική μοναχή ΜΑΡΙΑ ΤΕΡΕΖΑ από την Αλβανία,η οποία έλαβε το ΝΟΜΠΕΛ ΕΙΡΗΝΗΣ στις 17 Οκτωβρίου 1979. Το φιλανθρωπικό της έργο διήρκεσε πάνω από πενήντα χρόνια.Γεννήθηκε στα Σκόπια το έτος 1910 από όπου ξεκίνησε το φιλανθρωπικό της έργο.Ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο και συνέτρεξε σε όλους τους άρρωστους και στους φτωχούς ανθρώπους της υφηλίου.Ανεχώρησε σε ηλικία δεκαεννέα ετών για την Ινδία.Το 1931 ορκίζεται μοναχή.Το 1937 διορίστηκε δασκάλα σε ένα σχολείο στην Καλκούτα και το 1950 πήρε την άδεια από το Βατικανό για να ξεκινήσει το ιεραποστολικό της έργο.Στα πλαίσια του φιλανθρωπικού της έργου,ίδρυσε Νοσοκομεία και ορφανοτροφεία σε όλη την Ινδία, στην Αυστρία,στην Ρώμη,στην Τανζανία.Βοήθησε τους πεινασμένους ανθρώπους στην Αιθιοπία.Βοήθησε τα θύματα της πυρηνικής έκρηξης στο Τσερνομπίλ.Βοήθησε στην Αρμενία τα θύματα του σεισμού που σημειώθηκε εκεί. Το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης,όπως και όλα τα άλλα βραβεία Νόμπελ,όπως της Ιατρικής,της Λογοτεχνίας, των Οικονομικών,της Φυσικής,της Χημείας,θεσπίστικαν από τον βιομήχανο και εφευρέτη Άλφρεντ Νόμπελ. Η επιλογή των βραβευθέντων με Νόμπελ Ειρήνης έχει δημιουργήσει κατά καιρούς αντιδράσεις καθώς λένε,ότι επιλέγονται πρόσωπα που παλαιότερα είχαν προωθήσει την βία. Έτσι στην δημοσίευση των δεδομένων αποκαλύφθηκε,ότι το 1939 ο πολιτικός Έρικ Μπράντ είχε προτείνει τον Αδόλφο Χίτλερ ως υποψήφιο για το Νόμπελ Ειρήνης.Απέσυρε ευτυχώς την πρόταση του,τις επόμενες ημέρες. Είχαν προτείνει για το Νόμπελ Ειρήνης και τον Μπενίτο Μουσολίνι,όπως και τον Ιωσήφ Στάλιν. Όταν όμως η υποψηφιότητα προτείνεται από ένα μεμονωμένο πρόσωπο,οι υποψηφιότητες δεν εκφράζουν την γνώμη της επιτροπής,δεν είναι έγκυρες.Δεν έχουν βραβευθεί με Νόμπελ Ειρήνης ανεγνωρισμένες προσωπικότητες,όπως ο Γκάντι, και οι Πάπες Παύλος Β' και Ιωάννης ΚΓ. Ιδιαίτερα η παράλειψη βράβευσης του Γκάντι έχει προκαλέσει πολλές απορίες στον κόσμο. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτές οι παραλήψεις οφείλονται στο ότι, ο Νόμπελ έθεσε ως όρο της διαθήκης του,ότι μόνο πρόσωπα εν ζωή ευρισκόμενα μπορούν να τιμηθούν με το βραβείο Νόμπελ.
Την μνήμη μιας σπουδαίας Ελληνίδας τιμούμε σήμερα,η οποία αφιέρωσε την ζωή της στην διαπαιδαγώγηση και στην ψυχαγωγία των παιδιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας.Είναι η Αντιγόνη Μεταξά που είναι περισσότερο γνωστή με το ψευδώνυμο ΘΕΙΑ ΛΕΝΑ.Γεννήθηκε το έτος 1905.Σπούδασε Παιδαγωγικά στο Παρίσι και Υποκριτική στο Ωδείο Αθηνών απο όπου απεφοίτησε με χρυσό μετάλλιο.Είναι η δημιουργός του πρώτου παιδικού θεάτρου στην Ελλάδα.Εργαζόταν στον Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών από το 1942 μέχρι το 1960 και ήταν η διευθύντρια της καθημερινής εκπομπής Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ.Το έτος 1967 δημιούργησε την πρώτη τηλεοπτική εκπομπή με τον ίδιο τίτλο της ραδιοφωνικής εκπομπής Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ.Η διδαχτική και ψυχαγωγική εκπομπή της καθήλωνε τα παιδιά που την παρακολουθούσαν με πολύ ενδιαφέρον.Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ συνέχισε να παίζεται σε επανάληψη κάθε πρωϊ στις 9.30 από τον τηλεοπτικό σταθμό της ΥΕΝΕΔ μέχρι δέκα χρόνια από τον θάνατο της.Απεβίωσε στις 16 Οκτωβρίου 1971.ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ.

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012


Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Αυτή η χρονιά ήταν η τελευταία στο βραδυνό σχολειό,που πήγαινε ο Δημητράκης.Άξιο παιδί μα και σαν έφηβος είχε παραμείνει το ίδιο εργατικός,τίμιος,ευαίσθητος και φιλότιμος,όπως ήταν και στα παιδικά του χρόνια.Κατόρθωσε με μεγάλη σεμνότητα και καλοσύνη,με πείσμα και υπομονή να συνδυάσει σπουδές και εργασία και τα κατάφερε.Ετοιμαζότανε τώρα για το Πανεπιστήμιο.Ήθελε να γίνει δικηγόρος και θα το πετύχαινε.Από τότε ακόμα που βρισκότανε στο χωριό,μικρό παιδάκι του Δημοτικού κι έκανε αυτές τις μικροδουλίτσες για να βοηθήσει την οικογένεια του.Εκεί στο σπίτι της γριούλας,που έφερνε νερό,της κυρά Ασημίνας,είχε πρωτοειδεί ένα χοντρό,μαύρο,δεμένο βιβλίο,που έγραφε στο εξώφυλλο, με χρυσά γράμματα, ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ.Αστικό δίκαιο, σιγοψιθύρισε.Πόσο όμορφα ηχούσαν οι λέξεις αυτές σταυτιά του Δημητρού.Άνοιξε το χοντρό βιβλίο,το ξεφύλλισε,διάβασε λίγες αράδες και το έκλεισε.Πόσο του άρεσε.Του έκαναν εντύπωση τα όσα έγραφε και ρώτησε την κυρούλα.- Τι βιβλίο είναι αυτό γιαγιά; -Άστο παιδάκι μου εκεί,δεν είναι για σένα.Απάντησε η κυρά Ασημίνα σε λίγο αυτηρό τόνο.-Αυτό το βιβλίο το διαβάζουν όσοι θέλουν να γίνουν δικηγόροι.όταν θα μεγαλώσεις και συ και θες να γίνεις δικηγόρος,έλα να σου το δώσω.-Ήταν του γιού μου,που σπούδαζε δικηγόρος μα οι Γερμανοί παιδάκι μου,έκοψαν στη μέση τις σπουδές του. -Και τι απόγινε,γιαγιούλα ο γιός σου...τον σκότωσαν; - Όχι,παιδί μου,κούφια η ώρα που το ακούει. -Στην Γερμανία μου τον πήρανε,γιατί λέει ήτανε έξυπνο και καλό παιδί,για να σπουδάσει,λέει,εκεί και να μάθει πιο πολλά.-Γράμματα;κυρούλα; Ναι,παιδί μου,του Θεού τα πράματα.Τώρα έχω τούτο το βιβλίο καντά μου να μου κρατάει συντροφιά και τα γράμματα που μου στέλνει για να μαθαίνω,πως είναι καλά,το παιδί μου.Ας είναι καλά,στην ευχή του Θεού και ας το στερούμαι εγώ. Μου γράφει,πως noστάλγησε την μάνα του και την πατρίδα του.Κάθε φορά στα γράμματα του αυτά μου γράφει,πως μια μέρα θα γυρίσει στην πατρίδα του μα φαίνεται πως εκεί τα γράμματα είναι πιο πολλά και γι αυτό αργεί να τα μάθει.-Εγώ,κυρούλα,θα γίνω δικηγόρος,όταν μεγαλώσω και τότε θα πάω εκεί να σου φέρω τον γιό σου.Μόνο να είσαι καλά να τον περιμένεις. Αυτά έλεγε τότε παιδάκι δέκα χρονών,προτού φύγει από το χωριό του και το έβαλε καλά μέσα στο μυαλό του.Θέλει να γίνει δικηγόρος και θα το πετύχει.Γι αυτό διαβάζει μερόνυχτα,με τόση λαχτάρα.Γι αυτό διαβάζει με τόση όρεξη.Δεν τον σταματά κανένας και τίποτα.Μήτε το χρήμα,μήτε η ξενιτειά,μήτε η αγάπη που τρέφει για την Αννούλα.Μα για εκείνη επιμένει τόσο πολύ.Για εκείνη φροντίζει.Η καθημερινή του ενασχόληση είναι η δουλειά και μάλιστα σκληρή δουλειά όχι μόνο για τα καθημερινά του έξοδα αλλά και για κάποιο απόθεμα για κάποιο ποσό,που θα εξασφαλίσει την πραγματοποίηση των ονείρων του,που είναι οι σπουδές του στην Ελλάδα και στην Γερμανία και αργότερα ο γάμος του με την αγαπημένη του,την σύντροφο των παιδικών του παιχνιδιών και των εφηβικών του χρόνων.Όλα τούτα είναι κάπως δύσκολο να πραγματοποιηθούν μα ο Δημήτρης δεν φοβάται γιατί έχει αποφασίσει και είναι έτοιμος να φτάσει στα ύψη και θέλει να φτάσει πετώντας δεν θέλει να φτάσει έρποντας.Θέλει πετώντας να κατακτήσει τις ψηλές κορφές όχι μόνο των Άλπεων μα και τις ψηλές κορφές της γνώσης και της μάθησης στην επιστήμη,που διάλλεξε να υπηρετήσει.

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Αγαπημένα μου παιδιά.Να μην ξεχάσουμε το ποίημα το σφιερωμένο στον Οκτώβριο. Να τον εξευμενίσουμε! ξέρετε για ποιό λόγο; Για τον αντίθετο λόγο. Για να μας στείλει τις βροχές του.Βροχές χρειάζονται οι γεωργοί απαραιτήτως αυτόν τον μήνα που γιαυτόν τον λόγο ονομάζεται βροχάρης.Μα ο Οκτώβρης μας ξέχασε και πιο πολύ ξέχασε τους γεωργούς που σπέρνουν τον καρπό τους και περιμένουν εναγωνίως τα πρωτοβρόχια να βρέξουν το χωράφι τους,εκεί όπου θα γίνει η σπορά τους γιαυτό ο Οκτώβρης ονομάζεται και σποριάς.Είναι ο μήνας της σποράς. Μας ξέχασε όμως.Αργεί να φέρει την βροχή.Προχωρεί με βήμα αργό, σημειωτόν και έτσι,όπως πάει θαρθει την 28η Οκτωβρίου να μας τα μουσκέψει στην παρέλαση.Να τον εξευμενίσουμε λοιπόν με το τραγουδάκι του το Οκτωβριανό. Ήρθε ήρθε ο Οκτώβρης/ μεθυσμένος για τα καλά/ είπιε όλα του Σεπτέμβρη τα κρασιά.Προχωρά τρεκλίζοντας με βήματα ζιγ ζαγ/ και μας χαμογελά γεμάτος χαρά /τρέχει και παραπατά.Στα μαλλιά στεφανωμένος με σταφύλια για κρασί/μυρουδιές,μεθοκοπά.Ζαλίζεται,πέφτει και κτυπά/μα δεν το ομολογά.Ακολουθεί η συνοδεία/ σάτυροι και μαινάδες/ φωνάζουν,τρέχουν και γελούν κάνοντας κουζουλάδες.Αιδημοσύνες και αισχρές κουβέντες μολογούνε/ ξεχάσανε πού πάνε και που θέλουνε μα ρθούνε.Λίγο να καρτερεί με υπομονή,παιδιά,να πείτε στον παππού,/ που περιμένει το πρώτο το νερό,καθάριο,γαργαρό/ το αυλάκι να γεμίσει, τον κήπο να ποτίσει/όμορφα να καλλιεργήσει/και με οπωρικά φρούτα,/πλούσια να γεμίσει.

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

To Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Όταν τελείωσε το μουσικό κομμάτι που έπαιζε στο πιάνο σηκώθηκε,πλησίασε το αγόρι άπλωσε το χεράκι της και πήρε το δικό του.Έλα πέρασε μέσα,του είπε,είσαι ο Δημητρός.Σε περιμέναμε.Πες μου σου αρέσει η μουσική;O Δημητρός ντροπαλά έσφιξε το χεράκι του κοριτσιού που τον οδηγούσε προς το εσωτερικό του δωματίου.Η καρδούλα του φτερούγισε.Τούτο το άγγιγμα ήτανε σιγουριά,ήταν σαν το άγγιγμα της μάνας,γεμάτο τρυφερότητα και στοργή,ήταν σαν το ζεστό αδελφικό άγγιγμα.Όχι τούτο το άγγιγμα ήτανε το άγγιγμα του αγγέλου,μιας αγγελικής ψυχής.Περιεργάστηκε το δωμάτιο.Από το πάτωμα μέχρι το ταβάνι ήτανε γεμάτο βιβλία ,τοποθετημένα καλαίσθητα πάνω σε μεγάλα ράφια.Σε μια γωνιά του δωματίου,μπροστά από το παράθυρο,που στόλιζε μια βελούδινη κουρτίνα,ήτανε το γραφείο.Πάνω του βρισκότανε ανοιχτό ένα βιβλίο και παραδίπλα ένα ζευγάρι γυαλιά.Το πιάνο είναι της μαμάς,είπε το κοριτσάκι.Έπαιζε,όταν ήταν μικρή,όπως εγώ τώρα.Το βιβλίο και το γραφείο είναι του θείου,του αδελφού της μαμάς,που σπουδάζει δικηγόρος.Εγώ είμαι η Αννούλα και έχω ένα μικρότερο αδελφό τον Γιωργάκη.Άφησε το χέρι του,έπιασε με τα δυο χεράκια του τις άκρες από το φορεματάκι της ,δίπλωσε πίσω το ποδαράκι της,έσκυψε λίγο το κεφαλάκι στο πλάϊ κι έκανε μια υπόκλιση μπροστά του.Ο Δημήτρης γέλασε,απόμεινε να την κοιτάζει τρυφερά,στο χέρι του κρατούσε ακόμη τη βαλίτσα του Κυρία Καλλιόπη-κυρία Καλλιόπη.Ελάτε να δείξετε στον Δημήτρη το δωμάτιο του,όπως είπε η μαμά προτού φύγει. -Έλα,παιδί μου,ακολούθησε με.Προχώρησαν σε ένα διάδρομο που βρισκόταν αριστερά από το καθιστικό,απέναντι από την κουζίνα.Ήταν ένα δωμάτιο όχι πολύ μεγάλο,αλλά αρκετά ευρύχωρο και όμορφα τακτοποιημένο.Ένα ντιβάνι,μια ντουλάπα για τα ρούχα και ένα τραπέζι τετράγωνο αρκετά μεγάλο.Ευχαρίστησε την κυρία μπήκε στο δωμάτιο κι έκλεισε την πόρτα πίσω του.Ανοιξε την βαλίτσα του και άρχισε να τακτοποιεί τα λιγοστά ρουχαλάκια του στην ντουλάπα.Άφησε πάνω στο τραπέζι το σημείωμα που κρατούσε από το χωριό.Έβγαλε τα παπούτσια του και ξάπλωσε στο κρεβάτι.Ήτανε πολύ κουρασμένος και ο ύπνος ήρθε γρήγορα να σφαλίσει τα βλέφαρα του.ο φόβος και η αγωνία είχαν μερικώς περιοριστεί,κοιμόταν ήσυχα.Ο Δημήτρης ξύπνησε από το επίμονο χτύπημα της πόρτας. Ήταν η Αννούλα που χτυπούσε την πόρτα. Με έκανες και τρόμαξα είπε.Κτυπάω πολύ ώρα την πόρτα.Ήρθε η μαμά και θέλει να σε γνωρίσει.Το βραδυνό φαγητό είναι έτοιμο. Ο καιρός περνούσε. Στο χωριό ο Κωνσταντής συνέχιζε να είναι κατάκοιτος,η κυρά του έτρεχε στις αγροτικές δουλειές για να εξασφαλίσει το καθημερινό φαγητό,οι μικρές κόρες πήγαιναν στο σχολείο και ο Δημητρός στην ξενητειά,όπως έλεγε η μάνα του,που δεν είχε ξεμακρύνει ποτέ από τον τόπο της.Στην ξενητειά στείλαμε το παιδί μας.Το στερούμαστε εμείς τώρα,μα αυτό θα μορφωθεί, θα γυρίσει περίτρανο και θα το καμαρώνουμε όλοι.Έτσι έλεγε και ξαναέλεγε σε όσους την ρωτούσαν τι κάνει ο Δημητρός. Δημήτρη τελείωσες το διάβασμα σου;Έλα να ακούσεις το κομμάτι που θα παίξω αύριο στην συναυλία.Είναι το Φυρ Ελίζ του Μπετόβεν.Θέλω να είσαι ο πρώτος,που θα το ακούσεις.Έχω εμπιστοσύνη στην κρίση σου.Θέλω να μου πεις πόσο καλά παίζω.Έλα σου λέω.Παράτησε λίγο το διάβασμα σου και έλα λιγάκι,θα ξεκουραστείς κιόλας.Ώρες σε βλέπω που δεν έχεις σηκώσει κεφάλι από το βιβλίο σου,ώρες σε βλέπω να ανοιγοκλείνεις το στόμα σου και δεν ήθελα να ταράξω την ησυχία σου.Σε κοιτούσα που διάβαζες και ήταν σαν να ήθελες να ρουφήξεις σαν σφουγγάρι τις γνώσεις, που σου δίνει το βιβλίο.Ήταν σαν να ήθελες να δοθείς ολόκληρος στην μάθηση,να μάθεις,να μάθεις.Έλα σε παρακαλώ,Δημήτρη θα σε ξεκουράσει η μουσική.Το μουσικό κομμάτι,που θα παίξω θα είναι μόνο για σένα.Έλα σε παρακαλώ να με ακούσεις θα παίξω μόνο για σένα.Ο Δημήτρης που μέχρι εκείνη την στιγμή ήταν αφοσιωμένος στο διάβασμα του,με τα λόγια της Αννούλας άφησε το βιβλίο και γελώντας σηκώθηκε,έκανε μια υπόκλιση στο δήθεν κοινό και είπε:Κυρίες και κύριοι,με χαρα μου σας παρουσιάζω απόψε την ομορφότερη πιανίστα του κόσμου.Χειροκροτήστε την.Η Αννούλα σηκώθηκε από το κάθισμα της έκανε μια υπόκλιση στο δήθεν κοινό και είπε πως απόψε παίζει μόνο για τον Δημήτρη.Γύρισε τον κοίταξε γλυκά και αυθόρμητα έτσι,όπως ξεκίνησαν αυτό το παιχνίδι,αυθόρμητα,έπεσαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.Ήταν ένα αγνό,τρυφερό αγκάλιασμα δύο εφήβων που αγαπιόντουσαν από καιρό.Από τότε που άρχισαν να νοιώθουν τον κόσμο.Να μην ξεχνάμε πως το κοριτσάκι ήταν μόλις επτά χρόνων,όταν πρωτοσυναντήθηκαν και ο Δημητρός ήταν δώδεκα.Τώρα η Αννούλα ήταν κιόλας στα δεκατέσσερα και ο νέος στα δεκαενιά του χρόνια.Επόμενο ήταν η παιδική αγάπη να μετατραπεί σε εφηβική,που εξέθρεψε με ευκολία η συγκατοίκηση.
Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα. Συνέχεια.Το αυτοκίνητο έφτασε στον προορισμό του,στο τέρμα του,όταν είχε πια νυχτώσει.Ένας ένας οι επιβάτες άρχιζαν να κατεβαίνουν με τάξη. Πήρε και ο Δημητρός το βαλιτσάκι του,μπήκε στην σειρά ανάμεσα στους άλλους επιβάτες και να τος! τώρα μέσα στο πλήθος που περιμένει στον σταθμό να στέκεται μοναχός του,με τα μάτια του περίεργα ανοιχτά,γεμάτα απορία και έκπληξη να κοιτάζει πέρα δώθε το ανθρώπινο πλήθος.Αγκαλιές,φιλιά,καλωσορίσματα,γέλια,κλάματα,φωνές,από τους συγγενείς που περίμεναν ή που έφευγαν.Το Δημητράκη δεν το περίμενε κανένας.Στεκόταν ακίνητος εκεί ανάμεσα στο πλήθος των ανθρώπων που ήταν ξένοι γιαυτόν.Ενοιωθε πολύ μοναξιά.Τα μάτια του για μια στιγμή βούρκωσαν.Μανούλα μου,ψιθύρισε,πού είσαι; Mα την άλλη στιγμή ίσιωσε τους ώμους του,συγκέντρωσε τις δυνάμεις του και ψιθύρισε.Είμαι τώρα Άντρας! Κάπου εδώ έχω την διεύθυνση.Ακούμπησε το βαλιτσάκι του κάτω,´αρχισε να ψάχνει τις τσέπες του με σπασμωδικές κινήσεις,βιαστικές και τρομαγμένες μήπως η διεύθυνση είχε παραπέσει κάπου.Ξεδίπλωσε το χαρτί που βρήκε σε μια από τις τσέπες του,το άνοιξε,διάβασε την διεύθυνση,πήρε πάλι το βαλιτσάκι του και προχώρησε.Το σπίτι δεν είναι πολύ μακρυά από τον σταθμό,έτσι του είπαν από το χωριό.Δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει κανένα άλλο μεταφορικό μέσο,τα ταξί εκείνη την εποχή `ήταν λιγοστά στην πρωτεύουσα,το τραμ ή το λεωφορείο δεν τον εξυπηρετούσαν. Έτσι ξεκίνησε περπατώντας για να βρει το σπίτι. Δεν κουράστηκε πολύ,όπως του είχαν πει θα συναντούσε εκεί κοντά στον σταθμό ένα περίπτερο,όπου και θα ρωτούσε.Βρήκε το περίπτερο εύκολα.- Καλησπέρα σας,είπε,και έδειξε το χαρτί με την διεύθυνση.Μπορείτε να μου πείτε,αν γνωρίζετε,πού είναι αυτός ο δρόμος;Έρχομαι πρώτη φορά στο μέρος αυτό.-Ευχαρίστως,παιδί μου,Η οδός,που θέλεις,είναι ο απέναντι δρόμος.Μόλις περάσεις απέναντι με προσοχή,θα προχωρήσεις ευθεία.Το πρώτο,δεύτερο,τρίτο,τέταρτο,πέμπτο σπίτι δεξιά,είναι το σπίτι,που θέλεις.Πηγαίνεις στην οικία του κυρίου Χαρή.Α! μάλιστα!είσαι το αγόρι που περιμένουν από την επαρχία.Χαίρω πολύ,μικρέ μου,που σε γνώρισα.Μην ανησυχείς,είναι πολύ καλοί άνθρωποι.Τα καλά λόγια που άκουσε καθησύχασαν τον Δημητρό.Τώρα προχωρούσε πιο ανάλαφρα.Το σφίξιμο που ένοιωθε στο στομάχι του,από το άγχος του για το άγνωστο μέρος που πήγαινε,πέρασε. Το σπίτι ήταν πανύψηλο.Έτσι φάνηκε στο παιδάκι.Σήκωσε τα μάτια του και θάρρεψε πως η κορφή του άγγιζε στον ουρανό.Θυμήθηκε τα χαμηλά σπιτάκια του χωριού του,τις στέγες με τα κεραμύδια.Έτσι μια να έδινες,ένα πήδημα να έκανες,να πατούσες στην υδροροή, έφτανες στην κορυφή της στέγης. Τούτο το σπίτι ήταν αλλοιώτικο.Μεγάλες πόρτες.Μεγάλα παράθυρα,περίτεχνα σχέδια να περιζώνουν το κτήριο.Μπαλκόνια μικρά με κάγκελα σχεδιαστά,με πουλιά με ανοιγμένα φτερά και γεμάτα γλάστρες,γλάστρες με γεράνια κόκκινα, μαβιά, λιλά και ροζ. Βασιλικούς που μύριζαν ολογύρω.Στάθηκε στην είσοδο και ψήλωσε λιγάκι για να χτυπήσει το ρόπτρο,που ήτανε αντικρύ του,ένα χεράκι ντελικάτο με ένα δαχτυλίδι στο παράμεσο.Ακούμπησε το ζεστό του χεράκι,δειλά στο κρύο σίδερο και χτύπησε μία δύο φορές.Η πανύψηλη πόρτα που είχε στα μισά της σίδερα σαν της φυλακής κι από μέσα δύο κρυστάλλινα τζάμια,άνοιξε.Μια μεσόκοπη γυναίκα με κώτσο στα μαλλιά,ντυμένη με ένα καφέ φόρεμα και μια άσπρη ποδιά δεμένη στην μέση της,με χάρη.-Είμαι ο Δημήτρης,είπε,χαίρεται.-Έλα,παιδί μου,πέρασε μέσα,σε περιμένουμε.Σκούπισε τα ποδαράκια σου εκεί,και του έδειξε δεξιά της πόρτας,στο πλατύσκαλο,ένα σιδερένιο ποδόμακτρο σε σχήμα Πι.Έκανε,όπως είπε η κυρία και πέρασε μέσα στο σπίτι.Ανέβηκε τα σκαλοπάτια της εισόδου.Δεξιά του σε κάθε σκαλοπατι μια γλάστρα με όμορφα φροντισμένα λουλούδια.Μπήκε στο χωλ.Η κυρία του είπε να καθίσει και κείνος μαγεμένος κάθισε σε ένα βελούδινο καναπέ,που βρισκόταν εκεί.Μαγεμένος;ναι! γιατί η μουσική που ακουγόταν και πλημμύριζε το σαλόνι ήταν θεσπέσια.Ανασηκώθηκε λίγο και πλησίασε στην ανοιχτή πόρτα που βρισκόταν δεξιά του και στάθηκε να κοιτάζει με θαυμασμό μέσα.Στο πιάνο καθόταν ένα ολόξανθο κοριτσάκι με μακριά πλούσια,μεταξένια μαλλιά. Φορούσε ένα γκοφρέ ρόζ φορεματάκι με άσπρες μαργαρίτες.Τα ποδαράκια του καλά καλά δεν έφταναν στο πάτωμα,μα τα χεράκια του ,ντελικάτα,χάϊδευαν απαλά τα πλήκτρα του πιάνου.Τα δάκτυλα του,μαγικές παγιέτες.Το νεόφερτο αγόρι είχε τεντώσει όλες τις αισθήσεις του περισσότερο την όραση και την ακοή του και άκουγε εκστασιασμένο,σιωπηλό.Το κοριτσάκι γύρισε το πρόσωπο του και τον αντίκρυσε μα δεν έδωσε σημασία,ήταν συνεπαρμένο.
Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Πώς περνούσαν οι ώρες,Παναγιά μου,και τι στιγμές μαρτυρικές.Κι ήταν εκείνες οι στιγμές του μαρτυρίου μοναδικές.Μοναδικοί κι εμείς που αντέχαμε σε τούτες τις ώρες του μακελειού. Εμείς οι νέοι άνθρωποι,οι Έλληνες στρατιώτες, που πολεμούσαμε για ένα ιδανικό. Εμείς κι από το αντίκρυ οι άλλοι,οι εχθροί,οι εχθροί της πατρίδας μας.Εκείνοι για μας κι εμείς για κείνους. Και ήταν και τούτοι νέοι και όμορφοι με οικογένεια και σπίτια στον τόπο τους,που είχαν αφήσει,όπως και μεις, για έναν σκοπό.Για έναν αγώνα άδικο και δίκαιο μαζί.Τι θες να πεις κυρ Κωνσταντή.Πως μπορεί να είναι δίκαιος ένας αγώνας,όπως τον εννοείς. Ένας πόλεμος θα έλεγα εγώ.Δεν λέγω πως ένας αγώνας,είναι δίκαιος αυτός καθ αυτός.Άδικος είναι ο πόλεμος,η ενέργεια όμως,η πράξη είναι δίκαια.Η προσπάθεια για την απελευθέρωση της πατρίδας μας. Νέοι είμαστε όλοι.Κι εμείς κι εκείνοι.Κι έλεγα πολλές φορές.Βρε παιδιά έτσι να! θάθελα να απλώναμε τις χούφτες και να τους πιάναμε,να κλείσουμε τα χέρια μας στα χέρια τους κι έτσι σφιχτά αγκαλιασμένοι ,μέσα στο βουβό κλάμα να πνίξουμε τον πόνο μας.Η ίδια λαχτάρα και ο ίδιος πόνος μας έσμιγαν ,όμως μας χώριζε το μίσος των άλλων.Των αρχηγών,των μεγάλων.Tι εννοείς κυρ Κωνσταντή,τι θέλεις να μας πεις. Θέλω να πω,παιδιά μου,πως δεν φταίει για τον πόλεμο ο απλός λαός, ούτε εμείς οι στρατευμένοι που πολεμούσαμε για να απελευθερώσουμε την πατρίδα μας.Φταίνε τα αφεντικά κυρ Κωνσταντή; Όχι τα αφεντικά μα οι παρανοϊκοί σύμβουλοι τους, που δεν γνωρίζουν τίποτε άλλο εξόν από την πολιτική.Ένας αρχαίος πρόγονος μας,δεν θυμάμαι το όνομα του,ήτανε σπουδαίος ρήτορας και συγγραφέας,είπε πως αν επιθυμείς να διακυβερνάς καλά,να εξουσιάζεις σωστά είναι ανάγκη να έχεις υγιείς συμβούλους για να μην σε περιπλέξουν σε πόλεμο με άλλα κράτη. Να τους αλλάξουν τους συμβούλους κυρ Κωνσταντή.Αυτό ακριβώς λέει και ο άξιος αυτός πρόγονος μας. Μα να ο πόλεμος/δεν είναι πια μακρυά μας/και η κακόμοιρη γενιά μας/να τον αντιπεράσει δεν μπορεί.Αμάθητα τα χέρια μας στα όπλα/αμάθητες και οι πλάτες μας στα βάρη/και της καρδιάς τα φύλλα δεν αντέχουν/η δυστυχία πίσω μας να σιγοτραγουδάει. Σε ένα κιτρινισμένο από τον χρόνο χαρτί ήταν αυτά τα λόγια γραμμένα.Ο Κωνσταντής με ευλάβεια περισσή το έβγαλε μέσα από ένα ευαγγέλιο παλιό,που έδωσε η μακαρίτισσα η μανούλα του για φυλακτό,φεύγοντας για τον πόλεμο.Ήτανε λόγια γραμμένα από ένα νέο συμπολεμιστή του,που βρέθηκαν στα είδη τα προσωπικά του,σαν τα ανέλαβε αυτός να τα στείλει στους δικούς του.Μα τούτο το χαρτάκι με το ποίημα το κράτησε για τον εαυτόν του.Του έκανε βαθειά αίσθηση,η απελπισία,η κραυγή ενός νέου ανθρώπου,που ήταν και κραυγή όλων μας.Όλα ήταν κλεισμένα σε λίγα λόγια, στο περιεκτικό αυτό ποίημα.Το παληκάρι ήταν Αθηναίος.Δεν γνωρίζαμε τίποτε άλλο παρά μόνο πως ήταν σπουδαγμένος,πως ήταν καθηγητής.Ήταν ο ποιητής της παρέας.Καθώς κρατάει το χαρτάκι και τα χέρια του από την συγκίνηση τρεμουλιάζουν,ο νους του γυρνά και πάλι στο παρελθόν κι εμπρός του παρουσιάζεται η ντελικάτη μορφή του νέου,ενός νέου,ανέμελου και εμψυχωτή όλων.Έδειχνε να μην τον τρομάζει τίποτε.Η αισιοδοξία του ήταν αξιοθαύμαστη σε σχέση με τα γεγονότα που ζούσαμε αυτήν την δύσκολη εποχή. Αυτοσχεδίαζε συχνά και τραγουδούσε στίχους που εκείνη την στιγμή του ερχότανε στον νου και που το περιεχόμενο τους ήταν σατυρικό.Λυνόμασταν στα γέλια.Τις ώρες της ξεκούρασης, τις ώρες που το μυαλό μας πήγαινε να ησυχάσει,από τον θόρυβο. Τον θόρυβο των κανονιών.Από τον θόρυβο των όπλων.Τούτος ο άνθρωπος μας,τούτος ο συμπολεμιστής,μας έκανε μεγάλο καλό Αυτό το ποίημα του ποτέ δεν μας το είχε απαγγείλλει.Κι ήρθε ο θάνατος του να μας δείξει τα συναισθήματα του τα πραγματικά.Μέσα σε λίγα λόγια ήτανε κρυμμένη η ευαισθησία της ψυχής του για όλα όσα συνέβαιναν γύρω μας. Αυτά και άλλα πολλά σκεφτόταν ο κυρ Κωνσταντής,ο Κόνιαλης όλη τούτη την ημέρα που γιαυτόν ήταν μαρτυρική.Δεν ήταν και μικρό πράγμα,δεν ήταν παραμικρή υπόθεση.Αναγκάστηκε από τις περιστάσεις να στείλει το γιό του,παιδάκι ακόμη,να δουλέψει και να σπουδάσει συγχρόνως.Άξιο παιδί ο Δημητράκης,αποχαιρέτησε την μάνα του,που είχε έρθει μέχρι την πλατεία του χωριού για να τον κατευοδώσει.Ήταν ο μοναδικός επιβάτης που μπήκε στο αυτοκίνητο,το υπεραστικό,από τον τελευταίο σταθμό που ήταν το χωριό του. Ήταν μία ώρα περίπου που το αυτοκίνητο είχε αφήσει πίσω του τα τελευταία σπίτια του χωριού του και προχωρούσε σε ένα δρόμο κακοτράχαλο,ανάμεσα από χωράφια γεμάτα δέντρα και σπαρτά.Το αυτοκίνητο αγκομαχωντας ανέβαινε την ανηφόρα. Μέσα στο αυτοκίνητο Επικρατούσε ησυχία.Οι επιβάτες λαγοκοιμόντουσαν συμπληρώνοντας,όσοι μπορούσαν,τον γλυκό πρωϊνό ύπνο,που είχαν χάσει ξυπνώντας από τα χαράματα.Γιατί το λεωφορείο εκτελούσε μεγάλη διαδρομή.Εξυπηρετούσε όλα τα γύρω χωριά της περιοχής.Στους επιβάτες είχε προστεθεί τώρα και ο Δημητρός.Στα μάτια του διέκρινες μια λάμψη μα και μια θλίψη συγχρόνως.Με συναισθήματα ανάμειχτα,χαράς και φόβου.Χαιρότανε πολύ που πήγαινε στην πολιτεία,άρχισε κιόλας να κάνει όνειρα. Μα συγχρόνως λυπόταν που αποχωριζότανε τους γονείς του,τις αδελφές του και το χωριό του. Είχε βρει μια άδεια θέση δίπλα σε μια ξανθιά,παχουλή κυρία με ένα πελώριο κώτσο στα μαλλιά της.Του έκανε εντύπωση το πάχος της,την παρατηρούσε από πάνω μέχρι κάτω,από το κεφάλι μέχρι τα πόδια.Τα παχουλά της μπράτσα του θύμιζαν νεογέννητο,ροδαλό,γουρουνάκι.Θυμήθηκε τις γυναίκες του χωριού του και την μανούλα του,ξερακιανές από τις τόσες ασχολίες στους αγρούς και στο σπίτι και χαμογέλασε.Πρώτη φορά έβλεπε τόσο παχιά γυναίκα γιαυτό του έκανε τόση εντύπωση.Δεν θα έχει δουλέψει ποτέ σκέφτηκε.Θα είναι κάποια πλούσια κυρία,που επιστρέφει από τις διακοπές της,σκέφτηκε.Ξαφνικά,την απόλυτη ησυχία που επικρατούσε μέσα στο αυτοκίνητο διέκοψε η αγωνιώδης φωνή της παχουλής κυρίας που καθόταν δίπλα στο Δημητράκη.Σηκώθηκε αλαφιασμένη,φωνάζοντας ότι έχασε τον γιο της,ότι ξέχασε τον γιο της.Η σκηνή ήταν κωμικοτραγική,να βλέπεις μια μάνα να φωνάζει πως ξέχασε κάπου το παιδί της.Άλλοι από τους επιβάτες γελούσαν με την ψυχή τους,άλλοι πήραν το περιστατικό πιο σοβαρά.Η ηρεμία,που επικρατούσε μέσα στο αυτοκίνητο,διακόπηκε.Οι ψίθυροι και τα σούσουρα άρχισαν να δίνουν και να παίρνουν.Δεν ήταν και παραμικρό πράγμα.Μια μάνα να ξεχάσει το παιδί της,λες και ήταν αντικείμενο.Το αυτοκίνητο,όπως ήταν φυσικό,επέστρεψε στο χωριό,όπυ βρήκαν το αγοράκι να περιφέρεται κλαίγοντας στην αυλή του καφφενείου της πλατείας του χωριού και τους χωρικούς να προσπαθούν να το καθησυχάσουν.Κρύφτηκε στην αγκαλιά της μαμάς του κλαίγοντας.Μανούλα-μανούλα,γιατί με άφησες.Θέλοντας να δικαιολογήσει την αφηρημάδα της,αυτή η παχουλή κυρία,είπε ότι είχε κατέβει από το αυτοκίνητο για να πιεί ένα ποτήρι νερό και να ξεμουδιάσει.Το παιδάκι της έπαιζε με ένα γατάκι που βρήκε στην αυλή του καφφενείου της πλατείας του χωριού.Όταν η νέα γυναίκα ανέβηκε στο αυτοκίνητο,είπε,ότι είδε τον Δημητρό δίπλα της στο κάθισμα, τον πέρασε για το δικό της παιδί γι αυτό και δεν το αναζήτησε αμέσως. Έτσι έγινε αυτή η αναστάτωση πρωϊ πρωϊ στο πρώτο ξεκίνημα του Δημητρού για την πρωτεύουσα. Αργότερα,συζητούσε με τον εαυτόν του γι αυτό το περιστατικό που είχε συμβεί στοπ λέωφορείο,όταν για πρώτη φορά έφευγε από το χωριό του.Αναρωτιόταν πώς ήταν δυνατόν μια μάνα να ξεχάσει το παιδί της κάπου.Λες και ήταν κανένα αντικείμενο έλεγε και ξαναέλεγε και δεν μπορούσε να το πιστέψει,να το χωνέψει. Το λεωφορείο διέσχιζε τον δρόμο,ανάμεσα από σπαρμένα χωράφια που είχαν κιόλας τα στάχυα τους υψωθεί και κόντεβαν να φτάσουν στον ουρανό. Σταχυα από σιτάρι,κριθάρι,βρώμη και σίκαλη για τα ζωντανά τους.Οι χωρικοί είχαν σπείρει τοιν καρπό το Φθινόπωρο και οι βροχές του Χειμώνα έθρεψαν τα στάχυα,που είχαν πάρει τώρα τέτοιο μπόϊ.Σε λίγες ημέρες θα ήταν έτοιμα για τον θερισμό τους.Αγνάντευε για τελευταία φορά από το παράθυρο του αυτοκινήτου καθώς αυτό διέτρεχε στις εξοχές του χωριού του,τον κάμπο με τα πάμπολλα δέντρα.Ποιός ξέρει πότε θα ξαναγυρίσω στο χωριό,συλλογιζότανε.Καμάρωνε τον όμορφο κάμπο του χωριού του,τα καλλιεργημένα χωράφια,τα αμπέλια,τις ελιές,τα σκιάχτρα,που είχαν τοποθετήσει οι χωρικοί για να φοβίσουν τις αλεπούδες,που ερχόταν για να φάνε τον ώριμο καρπό.Τρόμαζαν και τους περαστικούς ανθρώπους.Τους ανθρώπους,που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα,αυτούς που είχαν μάθει να ζουν από το ξένο βιός! Έβλεπε τα σκιάχτρα,πόσο αστεία του φαινότανε από μακρυά,του ερχότανε να γελάσει δυνατά.Έβαζε το χεράκι του στο στόμα για να μην ξεφωνίσει και ανησυχήσει τους συνεπιβάτες του.Τα χάζευε και γελούσε με την ψυχή του,γελούσε με μάτια δακρυσμένα.Στο ένα χωράφι ο γεωργός είχε φτιάξει ένα σταυρό με δύο κλαδιά,στο οριζόντιο κλαδί είχε περάσει τα μανίκια από ένα παλιό αντρικό σακκάκι ,πουείχε κουμπώσει και έτσι όπως το έβλεπες νόμιζες πως ήταν άνθρωπος με ανοιχτά χέρια.Πιο κάτω ένα άλλο σκιάχτρο φορούσε πανταλόνι, καπέλο στο κεφάλι και κοίταζε προς τα δεξιά.Έτσι όπως το έβλεπες νομιζες πως ήταν ένας άνθρωπος,που παρατηρούσε την γύρω περιοχή,ένας παρατηρητής,ένας φύλακας,ίσως.Σε ένα άλλο χωράφι είχαν στήσει ένα ξύλο όρθιο. στην κορυφή του είχαν δέσει ένα πολύχρωμο μαντήλι, που το ανέμιζε ο αέρας. Όλα αυτά τα αστεία πράγματα που έβλεπε είχαν γεμίσει την ψυχούλα του από χαρά και η μελαγχολία του άρχισε να φεύγει και ένας γλυκός ύπνος σφάλισε τα βλέφαρα του.

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Το Ποίημα του Σαββατόβραδου. Από την ενότητα Άνθρωπος. Αχ! ψυχή μου,κάτασπρο περιστέρι/ πού βρήκες τόση δύναμη,/φωτιά ξεχύθηκε η ορμή σου/ βόλιά γινε το αίμα σου,/ατσάλινα δόντια λύγισαν σίδερα/ ατσάλινα χέρια χτίζουν παρθενώνες,/ Αχ! ψυχή μου,λεύτερο περιστέρι.

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Aγαπητά μου παιδιά.Σήμερα Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012 βρισκόμαστε στην δωδέκατη ημέρα του δεύτερου μήνα του Φθινοπώρου.Το καθιερωμένο όνομα από τους γλωσσολόγους και γραμματικούς είναι ΟΚΤΩΒΡΗΣ.Η ορθογραφία του έχει διαμορφωθεί κατ αυτόν τον τρόπο από τους ανθρώπους των γραμμάτων,από τους γλωσσολόγους. Λένε οι ειδικοί,ότι το όνομα του ο Οκτώβρης το πήρε από το Οkto που είναι η Λατινική ονομασία του ελληνικού αριθμού Οκτώ.Στους αρχαίους Λατίνους ο πρώτος μήνας του έτους ήταν ο Μάρτιος επομένως ο Οκτώβριος βρίσκεται κατ αριθμητικήν σειρά στον αριθμό οκτώ και είναι ο όγδοος μήνας του αρχαίου Λατινικού έτους.Στην αρχαία Ελλάδα ο αντίστοιχος μήνας στο Αττικό ημερολόγιο λεγόταν Πυανεψιών και άρχιζε στις 15 Οκτωβρίου κατ αντιστοιχία με το σημερινό ημερολόγιο. Η λέξη Πυανεψιών είναι σύνθετη λέξη και αποτελείται από το πρώτο συνθετικό που είναι η λέξη Πυάνος= ο κύαμος,το κουκί.Το δεύτερο συνθετικό είναι η λέξη έψω. Πυάνος και έψω = ψήνω κουκιά.Ο μήνας πήρε την ονομασία του από τα Πυανέψια.Ήταν η γιορτή η αφιερωμένη στον θεό Απόλλωνα,τον οποίον ευχαριστούσαν για την προστασία που παρείχε στους καρπούς της γης,για την καλή συγκομιδή τους.Στις εορταστικές εκδηλώσεις συμμετείχαν νέοι οι οποίοι αποτελούσαν την θρησκευτική πομπή.Κρατούσαν κλαδιά ελιάς διακοσμημένα με καρπούς ή με λευκά έρια. Κατά την διάρκεια των Πυανεψίων οι εορτάζοντες έτρωγαν όσπρια,ψημένα κουκιά και ξεφλουδισμένο κριθάρι.

Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Το Διήγημα της Πέμπτης.Η Γαιή προσπαθεί να ανοίξει το ντουλάπι.Ινώθ δεν μπορώ,είναι από πέτρα.Έλα σε παρακαλώ. Ο Ινώθ,με λίγη προσπάθεια ανοίγει το ντουλάπι και...ω! τι θάμβος.Εκεί μέσα βρίσκονταν τα κύπελλα της οικογένειας του Ινώθ προ πολλών γενεών.Έχω μπροστά μου πολλή δουλειά να κάνω και σεις Ινώθ έχετε να πείτε πολλά με την γιαγιά,είπε η Γαιή.Ινώθ,αγαπημένε,τρέξε στο υδροπλάνο να μου φέρεις το διαλυτικό της οξείδωσης,είναι στο μεγάλο πορτοκαλί μπουκάλι.Να το φέρεις όλο και να δούμε,αν επαρκέσει για να ολοκληρώσουμε την καθαριότητα τους.Κι αν χρειαστεί για τα όργανα του αστροπλάνου?Ρώτησε ο Ινώθ.Δεν θα χρησιμοποιήσω όλη την ποσότητα.Θα αφήσω όση χρειάζεται,είπε η Γαιή.Αγαπημένη,τρέχω.Μπα,να έρθω μαζί σου?είπε ο μικρός Θαλερός.Όχι,μείνε με την Γεή,ίσως σε χρειαστεί.Μπα,όπως θέλεις,είπε ο μικρός,λυπημένος.Ο Θαλερός αγαπούσε πολύ το αστροπλάνο τους.Είχε εξοικειωθεί μαζί του,εκεί μέσα στο αστροπλάνο μεγάλωνε. Οι δουλειές με τις σανίδες στους κήπους και τα αργυρόχρυσα κύπελλα δεν του έκαναν καμια εντύπωση.Όμως παρέμεινε κοντά στην μαμά του να την βοηθήσει,όπως είπε ο Ινώθ,ο μπαμπάς του.Ούτε οι γιαγιάδες σαν κι αυτή που έβλεπε να στέκεται μπροστά του,του άρεσαν.Κλεισμένες μέσα σ αυτό το παράξενο φόρεμα με χιλιάδες φωτάκια να αναβοσβήνουν και άλλα τόσα καλώδια να ξεκινούν από το κεφάλι τους,που ήταν σκεπασμένο με αυτό το παράξενο καπέλλο και να φτάνουν μέχρι τα πόδια τους.Μα τι χρειάζεται τόσα φωτάκια στην ενδυμασία της,ρώτησε ο Θαλερός την μαμά του.Αναβοσβήνουν και με ενοχλούν στα μάτια,με τυφλώνουν, μήπως δεν θέλει να την κοιτάζουμε?Όχι,Θαλερέ μου.Μα τι έπαθες.Αυτό το μέρος,παιδί μου,δεν σου ταιριάζει καθόλου.Σε παραπλανά,σου αλλάζει τις νοητικές σου ικανότητες.Σου διαμορφώνει αρνητικά συναισθήματα.Έλα να με βοηθήσεις να κατεβάσουμε όλα αυτά τα κύπελλα,να τα καθαρίσουμε και να φεύγουμε,όσο πιο γρήγορα μπορούμε.Μα δεν μου είπες τι τα θέλει τόσα φωτάκια στο φόρεμα της.Θαλερέ μου,η γιαγιά είναι βιονική,ζη εδώ και τριακόσια χρόνια.Είναι τόσα πολλά? Πάρα πολλά,Θαλερέ μου.Τα γηρασμένα όργανα της έχουν αντικατασταθεί με άλλα που είναι ψεύτικα, κατασκευασμένα στο εργοστάσιο του μοναδικού κατασκευαστή οργάνων στον πλανήτη ΠΗΡΟ.Είναι ακριβώς,όπως τα όργανα του αστροπλάνου μας.Όταν παρουσιαστεί βλάβη σε κάποιο όργανο ανάβει το φωτάκι,που σημαίνει για την αιώνια αυτή γυναίκα,ότι είναι ανάγκη να σπεύσει πολύ σύντομα να αλλάξει το φθαρμένο όργανο ή το αγγείο της,αν θέλει να ζήσει περισσότερο.Φροντίζει για τον κήπο της,είπε ο Θαλερός.Τι θα γίνουν όλα αυτά τα δέντρα,τα φυτά και τα ζωάκια που βρίσκονται εδώ μέσα σ αυτόν τον κήπο,αν λείψει αυτή η κυρία.Θαλαρέ μου,είναι η γιαγιά του Ινώθ,του πατέρα σου.Ναι! αυτή η γιαγιά θέλω να πω,συγγνώμη.Η Γεή είχε αναλάβει εδώ και χρόνια πολλές επικίνδυνες εργασίες πολύ σημαντικές.Είχε αναδιοργανώσει πολλούς πλανήτες,τέλεια ερείπεια.Δεν είχε φοβηθεί τόσο, όσο τώρα σ αυτόν τον γνώριμο πλανήτη του αγαπημένου της Ινώθ. Η μούμια του πατέρα του Ινώθ,δοκάρι στην αποθήκη,την είχε τρομάξει πολύ. Θα ήθελε να φύγει,αν μπορούσε.Κρυβόταν από τον Ινώθ και δεν έδειχνε πόσο πολύ φοβόταν. Όση ώρα η Γεή με τον Θιγ προσπαθούσαν να ξαναδώσουν στα παλιά οικογενειακά κύπελλα την χαμένη γυαλάδα τους,ο Ινώθ απεφάσισε να μιλήσει στην γιαγιά του λέγοντας της,ότι είναι παραλογισμός το κουφάρι του πατέρα του να βρίσκεται σ αυτή την θέση,όρθιο,να στηρίζει την αποθήκη.Είναι ατιμωτικό για τον νεκρό και ντροπή για την οικογένεια μας.Η Μα θα είχε παραφρονήσει για να κάνει αυτήν την κακή πράξη.Γιαγιά τώρα που είμαι κι εγώ εδώ να σε βοηθήσω να τον ενταφιάσουμε κανονικά.Σε ένα μέρος του κήπου.-Ινώφ,θα μου χαλάσεις τον κήπο.Κάποια στιγμή θα εμφανιστεί η Μα,δεν θα τον βρει στην θέση του και...ποιός την αντέχει.-Πού είναι γιαγιά η Μα? Η Μα,Ινώθ,βρίσκεται τώρα στον πλανήτη ΣΤΕΦΟΥ με έναν καινούργιο Πα.Αρκετά χρόνια μετά τον χαμό του Πα,εμφανίστηκε στον πλανήτη μας ένας άνθρωπος,ο οποίος ήλθε εδώ για να πάρει τις πρώτες ύλες για το χτίσιμο του σπιτιού του στον πλανήτη του ΜΠΟΥ.Γνωρίζεις Ινώθ,πως οι πέτρες και όλα τα άλλα υλικά τα προερχόμενα από την γη του πλανήτη μας είναι τα καλύτερα για το χτίσιμο σπιτιού που θα κρατήσει αιώνια.Αυτό είναι γνωστό γιαγιά όχι μόνο στους κοντινούς πλανήτες,αλλά και στους πιο απομεμακρυσμένους.Το βουνό μας φανέρωσε τα σπλάχνα του.Τόσο το έχουν σκάψει που κινδυνεύει να ισοπεδωθεί.Και τώρα είναι αναγκαίο να σκεφτούμε και να δούμε σε ποιές ενέργειες πρέπει να προχωρήσουμε.Τι εννοείς γιαγιά,είπε ο Ινώθ. Εγγονέ μου,σκεφτόμαστε να κατασκευάσουμε εκεί βάση αποβάσεως αστροπλάνων,ώστε να μη χρειάζεται να μετατρέπονται παλαιού τύπου μεταφορικά μέσα ,όπως το αστροπλάνο σας.Μόλις το αντίκρυσα μου θύμισε τα παλιά υδροπλάνα.Το δικό σας είναι αστροπλάνο σε κάπως πρωτόγονη κατάσταση.Από το σκάφος σας προήρχετο η λάμψη με τα χίλια χρώματα που είδα χθες βράδυ,λίγο προτού φθάσετε στο σπίτι μου? Ναι γιαγιά.Τα λαμπερά χρώματα προήρχοντο από την ηλιακή ενέργεια που οι συσσωρευτές συγκεντρώνουν την ημέρα για να κινείται το σκάφος την νύχτα.Με την προσθαλάσσωση του σκάφους στο ήρεμο κρύο νερό,που ήταν σαν κρυσταλλικό πρίσμα ενεργοποιήθηκε η αποθηκευμένη ηλιακή ακτινοβολία,η οποία εξέπεμψε όλες αυτές τις πολύχρωμες ακτίνες.Ήταν πολύ φαντασμαγορικό το θέαμα,Ινώθ,αν δεν ήμουν καπελλωμένη με αυτό το αντικείμενο στο κεφάλι μου,που προφυλάσσει και τα μάτια,θα είχα τυφλωθεί.Ναι,γιαγιά,αλλά μόνο για λίγο,το φως επανέρχεται. -Ινώθ,αγαπημένε,πλησίασε η Γεή,καθαρίσαμε όλα τα κύπελλα.Ξαναδώσαμε σ' αυτά την παλιά τους γυαλάδα.Αναπαλαιώθηκαν ,γιαγιά μου.Έγιναν σαν καινούργια.Τελειώσατε την εργασία της λαμπρότητας των κυπέλλων τόσο γρήγορα. Ναι,Ινώθ,αγαπημένε.Μας βοήθησε το διαλυτικό της οξείδωσης, δεν χρειάστηκε ούτε να τα τρίψουμε.Μόλις βουτήσαμε στον κάδο με το οξύ κάθε ένα από τα κύπελλα,επανήλθε στην παλιά του σύσταση και στα χρώματα του.Έλα να δεις,αυτό το άχρωμο υγρό,πόσο πρασινοκόκκινο έγινε.Πού να αδειάσουμε γιαγιά,είπε ο Ινώθ,ρίχνοντας μια ματιά στο δοχείο.Σε κάποιο μέρος του κήπου? -Όχι-όχι,αγόρι μου,μη μου καταστρέψεις τα φυτά.Καλύτερα να το μεταφέρετε στην ακτή,να το αδειάσετε στην θάλασσα.Έτσι δεν θα βλάψει κανέναν.Κι αν ακόμη το κύμα φέρει στην ακτή το οξύ,οι βάρκες όλες είναι κατεστραμένες.Τώρα Δεν ψαρεύει κανένας εδώ, δεν θα γίνει ζημιά.Ινώθ,αγαπημένε,κοπιάσαμε να ανοίξουμε το ντουλάπι.Δεν ήταν μόνον η πέτρινη πόρτα που μπόρεσες να ανοίξεις,αγαπημένε μου,πιο μέσα υπήρχε μια ξύλινη πόρτα με ένα κλειδί κρεμασμένο σε μια θηκωτή και πιο μέσα είχε μια καγκελένια πόρτα.Tόση προφύλαξη,είπε ο Ινώθ.Ναι,μάτια μου,είπε η γηραιά κυρία,η γιαγιά του Ινώθ.Είναι κύπελλα πολλών γενεών.Κάθε κύπελλο έχει το όνομα εκείνου του προγόνου που το χρησιμοποιούσε.Ποιά ονόματα έχουν τα κύπελλα.Για να δούμε,είπε ο Ινώθ. Όχι όχι ακόμη τα έχουμε στον αέρα να στεγνώσουν.Θα σου πω όμως όσα θυμάμαι.Το ένα γράφει Οφισού,το άλλο γράφει Ωστινός, ένα άλλο γράφει Ιγινού,ένα άλλο Γκοτίκ και άλλα που δεν τα θυμάμαι,αγαπημένε,είναι τόσα πολλά.Και οι βάρκες αν προσέξατε,είπε η γιαγιά,η κάθε μία έχει ένα όνομα.Τις είδαμε σκελετωμένες γιαγιά και δεν τις παρατηρήσαμε.Το ίδιο και συ Γεή μου? Γιαγιά μου,εγώ πρόσεξα αλλά δεν είδα κανένα δείγμα ονομασίας τους. Μήπως έρχονται στη μνήμη σου οι βάρκες,όπως ήταν παλιά,γερές και ωραίες,στολισμένες με τα ονόματα.Ναι,κόρη μου,δεν πέφτεις έξω.Έχω συγκρατήσει στη μνήμη μου τις βάρκες,όπως ήταν παλιά.Σκαλισμένο το σκαρί τους με ένα γράμμα που συμβόλιζε το όνομα του κάθε μέλους στο οποίο ανήκε η βάρκα.Ονόματα παμπάλαια,όπως ha,mu,ar,cur,vi,mu,an,oνόματα που η μνήμη εύκολα μπορεί να συγκρατήσει,είπε ο Ινώθ.Όλες αυτές οι βάρκες ήταν αγορασμένες από άλλους πλανήτες και ανάγονται σε πολύ παλαιά χρόνια,είπε η γιαγιά και συνέχισε λέγοντας ότι οι βάρκες που κατασκεύασε ο Πα έχουν ονόματα προγόνων από την οικογένεια την δική μας και την δική του.Ονόματα ίδια με τα ονόματα των κυπέλλων.