Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Φθινόπωρο.Οκτώβρης. 26 Οκτωβρίου 1959.Ανήμερα του Αγίου Δημητρίου.Ανήμερα της ονομαστικής εορτής του Δημήτρη διάλλεξαν για να ξεκινήσουν το παρθενικό ταξίδι τους έξω από τα σύνορα της Ελλάδας.Δεν είχε ακόμη ξημερώσει.Κουκουλωμένοι με τα παλτά και τα κασκόλ τους για να αντιμετωπίσουν το πρωϊνό φθινοπωρινό κρύο,με τις βαλίτσες τους τριγύρω,περιμένουν στην πλατφόρμα του σταθμού το πρώτο τραίνο,που θα τους πάρει γεμάτο ελπίδα μακρυά από την πατρίδα.Το πρωϊνό κρύο έκανε τις αναπνοές τους να παγώνουν.Κάθε φορά που άνοιγαν το στόμα τους για να πουν μια κουβέντα η αναπνοή τους ζεστή, έμοιαζε με καπνό από τσιγάρο. Τα φύλλα των δένδρων που ήταν εκεί γύρω στον σταθμό είχαν αρχίσει να πέφτουν και κοίτονταν κιτρινισμένα στο έδαφος,πηγαίνοντας εδώ και εκεί παρασυρμένα από το ελαφρύ αεράκι.Η ανυπομονησία τους ήταν μεγάλη και η χαρά τους απερίγραπτη.Πήγαιναν να πραγματοποιήσουν τα όνειρα τους.Ο Δημήτρης κάποια στιγμή αναπόλησε την πρώτη αναχώρηση του από το χωριό,στα δώδεκα του χρόνια.Ο ίδιος περίγυρος.Άνθρωποι που έφευγαν,οι συγγενείς που έδιναν τις τελευταίες οδηγίες στα παιδιά τους.Γιατί οι περισσότεροι ταξιδιώτες εκείνης της ημέρας ήταν νέοι άνθρωποι που πήγαιναν για σπουδές και άλλοι μεγαλύτεροι,που καθώς φαινόταν πήγαιναν για τις δουλειές τους,επιχειρήσεις,συναλλαγές και παρόμοια πράγματα.Ο Δημήτρης τώρα δεν ένοιωθε τα ίδια συναισθήματα,δεν ένοιωθε τόσο φόβο και δυσπιστία για τον άγνωστο τόπο,όπου πήγαινε.Είχε τώρα την Άννα δίπλα του,το κορίτσι του και ένοιωθε τόση ζεστασιά με την παρουσία της που δεν νοιαζότανε για τίποτα.-Δημήτρη τι σκέφτεσαι;-Την αγκάλιασε τρυφερά,έσκυψε και την φίλησε γλυκά στο στόμα.Πόσο σε χρειάζομαι,αγάπη μου,πόσο μου είσαι απαραίτητη.-Χρόνια Πολλά,αγάπη μου,για την ονομαστική εορτή σου.Χρόνια Πολλά και πάντοτε να γιορτάζουμε μαζί.-Ναι!κορίτσι μου,πάντοτε μαζί.Το τραίνο έφτασε από την αφετηρία του με λιγοστούς επιβάτες.Με ολοκόκκινα μάγουλα από την ένταση της αναμονής και από την απέραντη χαρά για το ταξίδι.Επιβιβάστηκαν και κάθισαν στο κάθισμα που το νούμερο του αντιστοιχούσε στο νούμερο που έγραφε το εισιτήριο τους.Απέναντι τους καθόταν ήδη ένα ζευγάρι ηλικιωμένων.Οι συστάσεις δεν άργησαν να γίνουν.Πήγαιναν κι αυτοί στην Γερμανία. Πήγαιναν να γνωρίσουν το πρώτο εγγονάκι τους,που είχε γεννηθεί πριν λίγες ημέρες.Η κορούλα τους είχε παντρευτεί έναν νεαρό Γερμανό,ο οποίος την πήρε και εγκαταστάθηκαν στην πατρίδα του.Ο Δημήτρης και η Άννα ακουμπούσαν με τρυφερότητα ο ένας τον άλλον,έτσι ένοιωθαν περισσότερη θαλπωρή.Οι ηλικιωμένοι συνεπιβάτες τους από το απεναντινό κάθισμα κρατιόντουσαν τρυφερά από το χέρι.Το τραίνο έτρεχε αφήνοντας πίσω του τα τελευταία σπίτια της πρωτεύουσας.Ξημέρωνε και το θέαμα ήταν θαυμάσιο.Η Ανατολή του ηλίου που αχνόφεγγε στον ορίζοντα, η θέα του κάμπου και της εξοχής,τα φύλλα των δέντρων που λαμπύριζαν από την πρωϊνή δροσούλα,όπως και τα μάτια τους από χαρά.Τα αφράτα φρέσκα χωράφια,ήταν έτοιμα για την σπορά.Αθάνατη μάνα γη στα καφετιά της χρώματα.Τα δένδρα όρθωναν τους βλαστούς με το καταπράσινο φύλλωμα, άλλα δένδρα με γυμνά από φύλλα τα κλαδιά,γκριζωπά,με διάφορα σχήματα,διακλαδώσεις,καμπύλες,μα όλα ήταν ορθωμένα προς τον ουρανό.Τι απόλαυση!Τι ξεκούραση! η θέα του κάμπου με τα οργωμένα χωράφια.Μακρυά για λίγο από τα τσιμεντένια κτήρια της πρωτεύουσας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου