Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Ένα επεισοδιακό ταξίδι
Τέτοιες ημέρες ήταν που επιστρέψαμε από το ταξίδι μας στην Αθήνα.Είχαμε αναχωρήσει από το Ηράκλειο μετά τις δέκα Ιουνίου,οικογενειακώς,για να κάνουμε παρέα στο αδελφάκι μου,που είχε τελειώσει το Λύκειο,τότε Γυμνάσιο,την ογδόη γυμνασίου.Πηγαίναμε στην Αθήνα να προετοιμαστεί,κάνοντας φροντιστήριο,για την εισαγωγή του στην Ιατρική.Το ταξίδι μας του πηγαιμού προς την πρωτεύουσα ήταν περιπετειώδες.Ιούνης μήνας,καλοκαίρι με θαλασσοταραχή,που διήρκεσε όλο το βράδυ και με ταλαιπωρία αφάνταστη για τους μεγάλους σε ηλικία ταξιδιώτες και τρομερή διασκέδαση για μένα που ήμουν οχτώ.Το ατμόπλοιο εκείνη την ημέρα που εκτελούσε το δρομολόγιο Ηράκλειο-Πειραιά ήταν το Αγγέλικα.Δε βρήκαμε θέση σε καμπίνα,ήταν τόσοι πολλοί που ταξιδευαν ή δε θέλαμε τη κλεισούρα μέσα εκεί,όχι τόσο από κλειστοφοβία,όσο από την όλη μας προσωπική διάθεση.Όλοι μας είμαστε άνθρωποι του έξω,του αέρα και της δροσεράδας.Δε θέλαμε να κλειστούμε τόσες ώρες σε ένα χώρο τόσο στενό και ζεστό.Δεν γνωρίζω,αν είχε τότε το πλοίο κλιματιστικό.Εγώ με τη μαμά στη τραπεζαρία,σε σεζ-λόνγκ ξαπλωμένες και γύρω μας γεμάτος ο χώρος γυναικόκοσμο στην ηλικία της μαμάς και άλλες νεότερες ή μεγαλύτερες. Ήμουν η μικρότερη.Ο μπαμπάς μου και ο αδελφός μου πάντοτε,από τότε και έπειτα,ταξίδευαν το καλοκαίρι με εισιτήριο για το κατάστρωμα. Μετά τα μεσάνυκτα πέσαμε σε θαλασσοταραχή.Το πλοίο κλυδωνιζότανε τόσο πολύ,που η σεζ- λόνγκ καρέκλα,η ξαπλωτούρα,όπως τη λέμε πιο απλά, έφτανε μέχρι το πάτωμα από την μια και από την άλλη μεριά.Οι μεγάλες γυναίκες δίπλα μου  έβγαζαν τα άντερα τους,από τον εμετό.Χοντρές,χοντρές και καλοταϊσμένες που ήταν άδειαζαν το περιεχόμενο από το στομάχι τους σε χάρτινα κουτιά.Εγώ ήμουν πολύ αδύνατο και μάλλον νηστικό και το στομάχι μου παρέμενε ατάραχο.Διασκέδαζα όμως πολύ με το κούνημα του πλοίου και περιέργως δεν αηδίαζα με τα ξερατιά των συνταξιδιωτισσών μου.Ο μπαμπάς και ο αδελφός μου κάθε τόσο κατέβαιναν από το κατάστρωμα με ανησυχία μας κοίταζαν να δουν τι κάνουμε.Θυμάμαι τα βλέματα τους τα ανήσυχα.Ο μπαμπάς κοίταζε τη μαμά και ο αδελφός μου εμένα.Εγώ παρέμενα ατάραχη και χωρίς φόβο μη αντιλαμβανόμενη πιθανόν τον κίνδυνο λόγω ηλικίας. Απέναντι μου κοίταζα ένα παλληκάρι που καθότανε στην τραπεζαρία.Ακουμπούσε τα χέρια του στο άδειο τραπέζι που κι αυτό έγερνε πότε δεξιά και πότε αριστερά,όπως το πλοίο.Στο οπτικό του πεδίο, απέναντι του,ήμουν εγώ και όλες οι άλλες κυρίες που έκαναν εμετό.Σε λίγο είπε "εγώ δε ζαλίζομαι' και ξανά "εγώ δε ζαλίζομαι" και φώναξε τον καμαρώτο."Μία μακαρονάδα¨ πρόσταξε και όταν την έφαγε  ξαναφώναξε "Άλλη μία μακαρονάδα"Έφαγε και τη δεύτερη μακαρονάδα και σε λίγο αρχίζει ένα εμετό,μα ένα εμετό και έβγαλε όλο το φαγητό που είχε πριν λίγο απολαύσει.Όλα αυτά με έκαναν να διασκεδάζω,αλλά,΄όπως είναι φυσικό δεν έκλεισα μάτι.Ούτε εγώ,ούτε και κανένας συνεπιβάτης.Ο αδελφός μου τις επόμενες ημέρες παρακολουθούσε μαθήματα στο ειδικό φροντιστήριο όπου ενεγράφη.Ήταν θυμάμαι στην οδό Ακαδημίας,πίσω από την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής.Εκεί ένα βράδυ που ετοιμαστήκαμε για να πάμε στο Θέατρο,περάσαμε από το φροντιστήριο,οι γονείς μου κι εγώ,να αφίσουμε τα κλειδιά του σπιτιού σε περίπτωση που θα καθυστερούσαμε να επιστρέψουμε.Τα παιδιά δεν είχαν μπει στην αίθουσα ή είχαν διάλειμμα.Βρήκαμε τον αδελφό μου και εκεί με έκπληξη μου είδα να βρίσκεται και το παλληκάρι που έφαγε τις μακαρονάδες.Είναι αλήθεια,ότι  έβλεπα τα παιδιά  και λυπόμουν που εμείς πηγαίναμε στο θέατρο και σε άλλες διασκεδάσεις,όπως στην Αίγλη του Ζαπείου με υπαίθριο μουσικό πρόγραμμα και φαγητό(ασχέτως αν εγώ δε μπορούσα να φάω τα ολόφρεσκα καλαμαράκια και τα  μυρωδάτα σουβλάκια,γιατί άλλαζα δόντια,έτσι περιοριζόμουν σε ένα παγωτό).ενώ ο αδελφός μου,όπως και τα άλλα παιδιά,οι υποφήφιοι φοιτητές ιατρικής, ήταν αναγκασμένοι να παρακολουθούν μαθήματα στο φροντιστήριο και να διαβάζουν όλο το καλοκαίρι.Και οι δύο.Ο αδελφός μου και το παλληκάρι αυτό έγιναν δύο καταξιωμένοι ιατροί στην Αθήνα,ο καθένας στην ειδικότητα του.Τώρα απολαμβάνουν τη συνταξιοδοτική τους ηλικία και την οικογενειακή τους ζεστασιά.Αυτές τις ημέρες,τέλος Αυγούστου,αναχωρήσαμε από την πρωτεύουσα με θλίψη.Περισσότερο γιατί,πριν ακόμα φύγουμε,είχαμε αρχίσει να τον αποζητούμε."Μη φεύγεις,μείνε μαζί μου" με παρακαλούσε ο αδελφός μου,που φοβόταν μήπως συναντήσουμε την ίδια θαλασσοταραχή,όπως όταν ερχόμασταν.
Απάντησα"θα πάω με τη μαμά"και καλώς ή κακώς δεν άλλαξα γνώμη.Θεώρησα,ότι η θέση μου ήταν κοντά στη μαμά μου,στην ηλικία αυτή που βρισκόμουν.Έτσι επιστρέψαμε μαζί στα πάτρια με ένα Καλό Ταξίδι που είχαμε και αφίσαμε τον αδελφό μου μόνο  με τους πατριώτες συμφοιτητές του και συγκατοίκους. Η νοσταλγία και η αποζήτηση να έχει μόνιμα κυριεύσει τις καρδιές μας.Ο μπαμπάς είχε επιστρέψει ενωρίτερα.Μας εγκατέστησε,μας κατατόπισε και ανεχώρησε.
Όλες αυτές οι ταλαιπωρίες και άλλες ανάλογες θα αποφευχθούν ,αν οι Πανελλαδικές καταργηθούν και η αξιολόγηση των μαθητών να γίνει με κάποιον άλλο τρόπο που να είναι πιο προσιτός στην ηλικία αυτή έτσι ώστε να μην έχουμε καταθλιμένους σαραντάρηδες με τις αποτυχίες και τη μετανάστευση. Είθε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου