Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

To  Κυριακάτικο  Μυθιστόρημα

-Κύριε,το τηλέφωνο στο γραφείο σας χτυπάει επίμονα.
-Ένα λεπτό,να μην λησμονήσω να σας πω,ότι ο Κολοσσός της Ρόδου,αν και κολοσσός,εδέσποζε στο λιμάνι της Ρόδου μόνο 60 χρόνια. Ένας μεγάλος σεισμός τον γκρέμισε.
-Ευτυχώς,είπε η Helga.
-Γιατί,αγάπη μου,λες ευτυχώς. Έδωσε τη ζωή του ο γλύπτης Χάρης γι αυτό το μεγαλούργημα,που προσήλκυε το ενδιαφέρον όλου του κόσμου και που συγκαταλέχθηκε  στα επτά θαύματα του κόσμου.
-Αγάπη μου,τα καράβια που περνούσαν από κοντά του κινδύνευαν πολύ.
-Helga μου, τα καράβια δεν περνούσαν μόνο από κοντά του.Περνούσαν και κάτω από τα ανοικτά σκέλη  του καθώς βρισκόταν τοποθετημένο σαν γέφυρα,με τα πόδια του να ακουμπούν σε δύο βάθρα μαρμάρινα.
-Άννα,όχι σαν γέφυρα.Η γέφυρα είναι πέρασμα,που ενώνει δύο ξηρές.Ο Κολοσσός της Ρόδου ήταν φάρος.Να μην λησμονήσω να σας πω,ότι 900 χρόνια μετά την καταστροφή του το έτος 656 μετά Χριστόν,όταν ήρθαν οι Σαρακηνοί και λεηλάτησαν την Ρόδο,πούλησαν τον Κολοσσό  σαν παλιοσίδερα σε έναν έμπορο,ο οποίος με 900 καμήλες τα μετέφερε στην χώρα του για να τα χρησιμοποιήσει σε οικοδομικές εργασίες.
-Ναι?μη μου πεις,αγάπη μου,βέβαια ήταν μπρούτζος.Αντέχει ο μπρούντζος τόσα χρόνια? Αλήθεια δεν το γνώριζα.
-Σας αφίνω τώρα και τα λέμε αργότερα.
Έφυγαν όλοι.Η Helga πήγε στην κουζίνα να εποπτεύσει και η Άννα πήγε στο δωμάτιο της να απολαύσει ένα ντουσάκι χλιαρό και να ηρεμήσει από την ένταση  που προξένησαν οι ωραίες ιστορίες που άκουσε αυτό το απόγευμα. Ο Δημήτρης έμεινε μόνος. Έγειρε στον καναπέ και πριν έλθει ένας γλυκός ύπνος, αναπόλησε την πρώτη τους βραδιά στο Μόναχο.
Είχε αρχίσει να νυχτώνει,όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο.
- Να το ξενοδοχείο,Δημήτρη. Πολύ ωραίο κτήριο.
-Ωραία είσοδος,είπε ο Δημήτρης.
Άνοιξε την κυκλική πόρτα και άφισε την Άννα να περάσει πρώτη. Προχώρησαν προς την ρεσεψιόν.
Ο Δημήτρης,είπε στον υπάλληλο,ότι ο κύριος Αριστείδους έκλεισε γι αυτούς ένα δίκλινο δωμάτιο.
Ο ρεσεψιονίστ κοίταξε το βιβλίο που είχε μπροστά του,τους κοίταξε με χαμόγελο,είπε ja ja και έδωσε το κλειδί του δωματίου. Τους καληνύχτησε.Ανταπόδωσαν  την καληνύχτα και πήγαν προς το ανσασέρ.Το δωμάτιο βρισκόταν στον γ' όροφο σε ένα μακρύ διάδρομο που τον στόλιζαν οι κλειστές πόρτες των υπνοδωματείων η μία δίπλα στην άλλη σαν μια παρέα φιλική.
Η Άννα ενθουσιάστηκε. Πω πω,Δημήτρη, κοίτα, 1,2,3,4.....10 δωμάτια σε αυτή την πλευρά
-Και άλλα 10 στην απέναντι πλευρά,είπε ο Δημήτρης.
-Δημήτρη, είκοσι δωμάτια έχει σε κάθε όροφο.
Άνοιξαν την πόρτα. Η Άννα ήταν κατακόκκινη από την ένταση.Πρώτη φορά θα έμεναν οι δύο τους στο ίδιο δωμάτιο. Πρώτη φορά,η Άννα, θα έμενε για ένα ολόκληρο βράδυ μόνη με τον αγαπημένο της.Τα μάγουλα της κατακόκκινα τριαντάφυλλα από την ζεστασιά του πόθου,από την αναμονή,από την συγκίνηση, από τη χαρά,από την ...."και πάνω στα χιονάτα μάγουλα της ζωγράφισε τα κρύφια όνειρά της δροσάτη η παρθενιά σαν αιμοστάτης".
Ο Δημήτρης,με μεγάλη ανυπομονησία  περίμενε αυτή την ώρα,να βρεθεί μόνος με την αγαπημένη του.Πέρασαν στο δωμάτιο  αμίλητοι παρατηρούσαν γύρω τους.Δίκλινο δωμάτιο με δύο καλοστρωμένα κρεβάτια σκεπασμένα με το κάλυμμα που ήταν όμοιο με τις κουρτίνες. Μία γυναικεία τουαλέτα έπιπλο  με καθρέπτη και με ένα βελούδινο κάθισμα.Το μπάνιο  με ντους και μπανιέρα με ζεστό νερό.Η ταμπελίτσα που κρεμόταν αριστερά στον τοίχο πίσω  από την πόρτα έγραφε την ονομασία του ξενοδοχείου,την κατηγορία,έγραφε ότι διέθετε ζεστό νερό και  πόσιμο,τηλέφωνο,επίσης έγραφε "για οτιδήποτε χρειαστείτε,ειδοποιήσατε τη ρεσεψιόν".Προχώρησαν προς το μπάνιο.Εκεί υπήρχαν ταμπελίτσες,που έγραφαν πού ήταν το ζεστό νερό και πού το πόσιμο. Ένα κομοδίνο ανάμεσα στα δύο κρεβάτια με το τηλέφωνο και δίπλα ένα καρτάκι που έγραφε το νούμερο,που μπορούσαν  να καλέσουν για να συνδεθούν με την ρεσεψιόν.Η Άννα ακούμπησε την τσάντα της πάνω στην τουαλέτα με τον καθρέπτη.Καθισε στο βελούδινο σκαμπώ και βάλθηκε με ήρεμες κινήσεις να χτενίζει τα καστανόμαυρα μακριά μαλλιά της.Ο Δημήτρης άνοιξε την βαλίτσα του πήρε τα εσώρουχα του και μπήκε στο μπάνιο.Σε λίγο ακουγόταν το νερό που έτρεχε πάνω στο γεροδεμένο κορμί του και η  μελωδική φωνή του. It's now or never...
Χαμογέλασε η Άννα,που συνέχιζε να χτενίζεται μπροστά στον καθρέπτη. Ο Δημήτρης βγήκε από το μπάνιο με τα κατάλευκα εσώρουχα του.Η Άννα κατακόκκινη τον κοίταζε με θαυμασμό,μέσα από τον καθρέπτη καθώς ερχόταν προς το κρεβάτι του. Τι όμορφος που είναι ο αγαπημένος μου,σκέφτηκε
-Ω!  τι όμορφο που ήταν το μπάνιο μετά από τόσες κουραστικές ημέρες.
-Χαλάρωσες,Δημήτρη?του είπε η Άννα.
-Ναι! αγάπη μου,η σειρά σου τώρα να απολαύσεις κι εσύ την ζεστασιά του νερού.
Ω! ναι,είπε η Άννα,και προχώρησε προς το μπάνιο.
-Αγάπη μου,πού πας  έτσι ντυμένη,το δωμάτιο κλιματίζεται.
 Η Άννα  άρχισε να ξεντύνεται  με ήρεμες,νωχελικές κινήσεις. Έμεινε μόνο με τα εσώρουχα της και με μία ροζ κομπινεζόν με δαντέλα στο μπούστο και γύρω γύρω στο στρίφωμα. Καιρό είχε να τη δει έτσι ο Δημήτρης.Από το περασμένο Καλοκαίρι που την κρυφοκοίταζε στο σπίτι,όταν ξεντυνόταν και πήγαινε για ύπνο.Την πλησίασε,την αγκάλιασε,την φίλησε απαλά στα μάγουλα και στον λαιμό.Η Άννα φίλησε τρυφερά το χέρι του,που ακουμπούσε  απαλά στον δεξιό της  ώμο και με το άλλο χέρι της χάϊδευε το χέρι του που ακουμπούσε απαλά στον αριστερό της ώμο. Ένιωσε ζεστή την αγάπη του και ανατρίχιασε από πόθο.
-Να κάνω κι εγώ ένα μπάνιο,του είπε,να χαλαρώσω.
-Ναι,κορίτσι μου,πήγαινε,εγώ θα είμαι εδώ στο κρεβάτι μου και αν θελήσεις κάτι φώναξε με και θα τρέξω αμέσως.Προχώρησε η Άννα προς το μπάνιο  κι έκλεισε πίσω της την πόρτα,στέλνοντας του ένα πεταχτό φιλί. Γυμνώθηκε και άφισε το καυτό νερό να κυλήσει  στο καλοσχηματισμένο εφηβικό κορμί της.Από το λαιμό της προς τους ώμους,το στήθος,την κοιλίτσα της ,στους γοφούς,τους καλοσχηματισμένους μηρούς,στις όμορφες γάμπες της και στις άκρες των ποδιών της.Πήρε το αρωματικό σαπούνι από την σαπουνοθήκη της μπανιέρας κι άρχισε να σαπουνίζεται με φορά από κάτω προς τα επάνω.Ξεκίνησε από τα δάκτυλα των ποδιών ,τις πατούσες,τις φτέρνες,τους αστραγάλους,τις γάμπες,τους μηρούς,με κυκλικές κινήσεις.Σαπούνιζε την κοιλίτσα της γύρω από τον ομφαλό,κυκλικά,έφτανε στα γοφιά της που τα σαπούνιζε και αυτά με κυκλικές κινήσεις πάντα,σαπούνιζε το στομαχάκι της,το στήθος πολύ ελαφρά,πρώτα το ένα κι έπειτα το άλλο,τους ώμους,το λαιμό,από κάτω προς τα επάνω,την πλάτη με έναν ειδικό τρόπο με το δεξιό της χέρι να σαπουνίζει την αριστερή ωμοπλάτη κι έπειτα με το αριστερό χέρι σαπούνιζε την δεξιά ωμοπλάτη.Με τον ίδιο τρόπο σαπούνιζε και το κάτω μέρος της πλάτης.Πέρασε το σαπούνι στη λεπτή μέση της έπειτα στο πίσω μέρος των μηρών της,πέρασε με το σαπούνι κυκλικά τα οπίσθια της,κατέβηκε άλλη μία  φορά στο πίσω μέρος των μηρών της,μέχρι κάτω στις φτέρνες της. Άφισε το σαπούνι και με τις παλάμες της άπλωσε τον αφρό του στο κορμί της.Παρέμεινε για λίγο έτσι τυλιγμένη στον κάτασπρο,μυρωδάτο, αφρό του σαπουνιού κι έπειτα άφινε να τρέξει άφθονο το νερό πάνω του  να ξεπλυθεί κι έπειτα  ακουμπούσε το σαπούνι στην ηβική περιοχή της με απαλές  κινήσεις,ξέπλενε το σαπούνι και επανελάμβανε.Ήταν μια τέλεια τεχνική  για ένα τέλειο μπάνιο καθαριότητας. Έτσι την μπανιάριζε η μαμά της από τότε που ήταν μικρό κοριτσάκι.Όση ώρα άφινε τον αφρό να μαλακώνει το δέρμα της,πήρε ένα μικρό μπουκαλάκι με σαμπουάν που βρισκόταν εκεί και έλουσε τα μαλλιά της.Έκανε ένα πρώτο λούσιμο κι έπειτα τα ξέπλενε και τα ξαναέπλενε άλλη μία φορά.
-Αγάπη μου,τελείωσες? ακούστηκε η φωνή του Δημήτρη..
-Δημήτρη μου, ένα λεπτό,τελειώνω.
Άνοιξε το ντους στο ζεστό κι άφισε το νερό να κυλάει από τον λαιμό της προς τα κάτω,ξεπλύθηκε από τα σαπούνια κι έπειτα γύρισε το νερό στο χλιαρό κι επανέλαβε το ίδιο από το λαιμό και προς τα κάτω πάντοτε με κυκλικές κινήσεις.Έκλεισε το νερό πήρε την αφράτη  πετσέτα του μπάνιου σκουπίστηκε με απαλές κινήσεις και μια δεύτερη πετσέτα την έρριξε σαν μπέρτα στην πλάτη της για να απορροφήσει το νερό,έμεινε πέντε λεπτά με τις πετσέτες πάνω της ,φόρεσε την κομπινεζόν της και βγήκε από το μπάνιο.
-Πόσο όμορφα ήταν,είπε.Πόσο ανάγκη είχα από ένα μπάνιο.
Πήρε από την τσάντα της τα εσώρουχα της  και είπε στον Δημήτρη να γυρίσει προς τα εκεί.
-Καλά,αγάπη μου,αφού δε θέλεις να σε δω,δεν βλέπω.Μα γιατί να μην σε δω.Γιατί να μην καμαρώσω το όμορφο κορμί σου.Θέλω τώρα,θέλω το όμορφο κορμί σου να γίνει ένα με το δικό μου.
Δημήτρη μου,κι εγώ το θέλω πολύ,μα είμαστε τόσο κουρασμένοι από το ταξίδι.Λίγο να ξεκουραστούμε.
-Καλά,αγάπη μου,όπως θέλεις.
Ξάπλωσε η Άννα στο κρεβάτι της και προσπάθησε να κοιμηθεί.Το δωμάτιο ήταν σκοτεινό,φωτιζόταν μόνο από τα φώτα του δρόμου και τις ταμπέλες του Νέον,που αναβόσβηναν.
Ένας θόρυβος που ακούστηκε έκανε την Άννα να τρομάξει.
-Δημήτρη,φοβάμαι.Τι θόρυβος ήταν αυτός.
-Μη φοβάσαι,αγάπη μου,πάω να δω στο μπάνιο.
Ο Δημήτρης πήγε  προς  στο μπάνιο.Μέσα στο σκοτάδι του δωματίου τα άσπρα εσώρουχα του έκαναν αντίθεση με το  μελαχροινό κορμί του.Η Άννα κοιτούσε τη σιλουέτα του και ο πόθος πλημμύριζε τις αισθήσεις της.
- Ο θόρυβος από το νερό ήταν δεν έκλεισες καλά το ντους. Έλα,αγάπη μου,να κοιμηθούμε μαζί.Έλα στην αγκαλιά μου.
Η Άννα άφισε το κρεβάτι της και δειλά μπαίνει κάτω από τα σκεπάσματα.Ακούμπησε το όμορφο μουτράκι της και κρύφτηκε στην αγκαλιά του.
-Πόσο όμορφα χτυπά η καρδιά σου,Δημήτρη μου.
-Είναι που σε έχω στην αγκαλιά μου της ψιθύρισε, την κοίταξε, χάϊδεψε τα φρεσκολουσμένα μαλλιά της,την φίλησε απαλά στο μέτωπο,φίλησε τα μάγουλά της,τα χείλη της,το λαιμό της,τους λοβούς των αυτιών της,τις καμπύλες του εφηβικού στήθους της,κατέβασε τις λεπτές τιράντες της κομπινεζόν της και με απαλές και κυκλικές κινήσεις άρχισε να χαϊδεύει το κορμί της.
Οι μικρές θηλές στα εφηβικά βυζάκια της είχαν τεντώσει έτοιμες να δεχτούν το μεθύσι της ηδονής.Τις χάϊδευε απαλά με τη γλώσσα του κι εκείνη ολοκόκκινη δεχόταν τα χάδια  με γλυκές φωνούλες ηδονής.Φιλούσε τα μάγουλα της που έκαιγαν.Φωτιά είχαν γίνει τα κορμιά τους έτοιμα να εκραγούν.Ηδονές γέμισε η νύχτα που τους τύλιξε στο αραχνούφαντο πέπλο της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου