Δευτέρα 14 Μαΐου 2018

Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα
-Μαμά μαμά πού είσαι?
Η Ηelga,όπως κάθε πρωί,πέρασε από το δωμάτιο της μαμάς της,αλλά δεν την βρήκε εκεί.
-Εδώ είμαι κόρη μου, στην κουζίνα.
-Τι κάνεις εκεί μαμά?
-Ζυμώνω,κόρη μου,σηκώθηκα πολύ πρωί και δεν είχα τι να κάνω.Ζυμώνω τσουρέκι παραδοσιακό  να φάνε τα παιδιά και να ευχαριστηθούν με την ανάλογη ζάχαρη και με τα άλλα αγνά υλικά.Να γευτώ κι εγώ λίγο.
-Μαμά,θα σε μαλώσω.
-Μην πάθω υπογλυκαιμία,Helga μου,με τα άγλυκα φαγητά,που γεύομαι κάθε μέρα.
-Μαμά,έχεις αυξημένο ζάχαρο,το ξέρεις?
-Το ξέρω,κόρη μου,το συζήτησα με τον γιατρό μου και μου επέτρεψε να γεύομαι γλυκό τσουρέκι μία λεπτή φέτα,μου είπε.
-Μαμά,με ανησυχείς.Τα σκεπάσματα σου από το κρεβάτι σου έχουν πέσει στο πάτωμα.
-Έίχα,κόρη μου,ανήσυχο ύπνο.
-Γιατί,μαμά δεν με φώναξες να σου διαβάσω μερικές σελίδες από το αγαπημένο σου διήγημα να σε πάρει ο ύπνος?
-Κορίυσι μου,κοιμήθηκα,αλλά όλη τη νύχτα σκεφτόμουν τον γαμπρούλη μου,τον άνδρα σου,κόρη μου,πόσο άδειος θα νοιώθει χωρίς εσένα,μακριά από την γυναίκα του.
-Ο Ερρίκος? Μην ανησυχείς,μαμά,ο Ερρίκος δεν είναι ποτέ μόνος. Κάθε μέρα μέχρρι αργά το απόγευμα,στο γραφείο του της εργατικής συνομοσπονδίας,έχει να κάνει με τόσο κόσμο εργαζομένων,που τρέχει και δεν προλαβαίνει.
-Τι εννοείς,κόρη μου,δεν καταλαβαίνω.
-Εννοώ,μαμά,ότι διεκπεραιώνει τις υποθέσεις των πελατών του,των συνταξιούχων πελατών του.Τρέχει στις διάφορες υπηρεσίες να πάρει τα απαραίτητα πιστοποιητικά για τον κάθε ένα και έτσι περνά όλη η ημέρα του ευχάριστα.
-Ευχάριστα το λες εσύ ,κόρη μου?
-Ναι,μαμά,τον Ερρίκο τον ευχαριστεί,λες αν δεν τον ευχαριστούσε θα το έκανε?
-Ξέρω κι εγώ κόρη μου? Ο Ερρίκος είναι άνθρωπος του καθήκοντος.
-Ακριβώς,μαμά,γιαυτό ευχαριστιέται να βοηθά τους γεροντότερους και να τρέχει ο ίδιος για τις υποθέσεις τους.
-Ναι,κόρη μου,αλλά δεν είναι τίμιο και ηθικό να είσαι μακριά από τον άνδρα σου τόσες ημέρες.Στενοχωριέμαι πολύ.Πότε θα επιστρέψει η Gianna, αυτό το καλό κορίτσι,να σε απαλλάξει από τις υποχρεώσεις σου σε μένα.
-Τι γλυκιά που είσαι μαμά και πόσο πολύ σ'αγαπώ.
-Κι εγώ,κόρη μου,σ'αγαπώ πολύ μα η θέση σου είναι κοντά στον άνδρα σου. Μα πού είναι η Gianna,πότε θα επιστρέψει?
-Μαμά,πήρες το χάπι  σου? Αν ναι,έλα στην τραπεζαρία έχω έτοιμο το πρωινό σου γεύμα.Έλα,άφησε το ζυμάρι να φουσκώσει,και θα σου πω,μαμά,τι συμβαίνει με τη Gianna.
-Tι συμβαίνει στη Gianna,κόρη μου.
-Η Gianna,μαμά,εγκυμονεί.
-Εγκυμονεί?
-Ναι,μαμά.
-Μαμά,μαμά,ανοίξτε μου.Helga,βοήθησε με.Αυτή η αναθεματισμένη πόρτα φράκαρε.
-Ποιός είναι?Ποιός φωνάζει?
-Ο Όττο είναι μαμά.
-Ο Όττο? μα θα πήγαινε στο νοσοκομείο να του βγάλουν τον γύψο από το πόδι.Τον ειδοποίησαν χθες.Τι έπαθε το παληκάρι μου.
-Μαμά,Helga,ανοίξτε μου.
-Πού είσαι Όττο? Από πού ακούγεσαι?
-Στην τουαλέτα είμαι.αυτή η αναθεματισμένη πόρτα δεν ανοίγει.Φράκαρε.
-Όττο,έρχομαι μην εκνευρίζεσαι.Περίμενε.
-Έλα, Helga,δεν μπορώ άλλο.Oι αναθυμιάσεις με πνίγουν.
-Άνοιξε το παράθυρο
-Το άνοιξα.Είναι μικρό.
-Έρχομαι,Όττο,να προσπαθήσω.
Αδελφέ μου,δεν μπορώ.
Όττο,πώς βρέθηκες εδώ?Νομίζαμε,ότι  ήσουν στο νοσοκομείο.
-Ναι,το νοσοκομειακό ήρθε να με παραλάβει,αλλά ήθελα να έρθω προς νερού μου και τους παρακάλεσα να περιμένουν.
Helga,μη μου μιλάς, τρέξε να φωνάξεις την Γκρέτα μήπως μπορέσει να ανοίξει την πόρτα.
-Ναι, αδελφέ,τρέχω.
η Γκρέτα είναι πολύ χειροδύναμη
μονολογούσε η Helga,τρέχοντας.
-Ηelga,πού είσαι κόρη μου?έλα να μου πεις  τι συμβαίνει με τη Gianna.Τι έπαθε το καλό μου κορίτσι.
-Μια στιγμή μαμά,και έρχομαι.Γκρέτα,Γκρέτα,με ακούς? Έλα αμέσως και γρήγορα.
-Ηelga,έχω το μωρό,δεν μπορώ.
-Βάλε το στο καρότσι.Σε θέλει ο άνδρας σου.
-Ο άνδρας μου  είναι στο νοσοκομείο.
Όχι,εδώ είναι,τρέξε που σε φωνάζω
-Όττο,τι έπαθες,αγάπη μου?γιατί είσαι εδώ?
-Γκρέτα,φράκαρα στο μπάνιο.Προσπάθησε να ανοίξεις την πόρτα,η Helga δεν μπορεί.
-Αγάπη μου,προσπαθώ,αλλά ούτε κι εγώ μπορώ.
-Ηelga,έλα,κόρη μου,να μου πεις τη συνέχεια για τη Gianna.
Μαμά,ο Όττο ήταν που φώναζε.Είναι κλεισμένος στο μπάνιο.Η πόρτα χάλασε και δεν μετακινείται.Δεν μπορώ ούτε εγώ,ούτε και η Γκρέτα να την ανοίξουμε.
-Καλέστε αμέσως την πυροσβεστική.Τα παιδιά έχουν τα κατάλληλα μηχανήματα. Όττο,παιδί μου,περίμενε λίγο.
-Ναι,μαμά,περιμένω.
Η πυροσβεστική ήρθε,οι πυροσβέστες άνοιξαν την πόρτα,ο Όττο βγήκε κούτσα κούτσα στηριγμένος στο μπαστούνι του,ευχαριστώ,μαμά,είπε και προχώρησε προς το νοσοκομειακό που τον περίμενε τόση ώρα.Η Helga και η Γκρέτα έτρεξαν στην αγκαλιά της κυρίας Χίλντα γεμίζοντας την φιλιά.
Τέλος καλό όλα καλά,όπως θα έλεγε ο Ερρίκος και θα επαναλάμβανε η Νίνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου