Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

To  Kυριακάτικο  Μυθιστόρημα

-Αχ! Γιωργή  μου,αχ! μανάρι  μου,πήγα  για  μαλλί  και  βγήκα  κουρεμένη. Αχ! τι  έπαθα η  καψερή.
-Τι  έπαθες,κυρά  Ασημίνα,άκουγε  τον  Γιωργή  να  λέει  μέσα  στον  ύπνο  που  της  επέβαλαν  για  να  ηρεμήσει  και  να  ξεκουραστεί στο  νοσοκομείο, όπου  την  μετέφεραν  κουρασμένη  από  το  ταξίδι  το  πολύωρο  και  μια  διάσειση,ευτυχώς  ελαφρά,που  υπέστη,όταν ο mr Άντριου,ο  μπαμπάς  του  Μπιλ,του αγαπημένου  της  εγγονής  της   Σημέτας, της  ρίχτηκε. Την  αιφνιδίασε,την  άρπαξε  άγρια,κόλλησε  το  στόμα  του  στο  στόμα  της και  στην  προσπάθεια  της  να  απαγκιστρωθεί  από  το  βίαιο  αγκάλιασμα  του,το  κορμί  της  ταλαντευόταν,ώσπου  πέφτοντας   κάτω  τον  άρπαξε  από  τα μαλλιά  του,την  περούκα  του,για  να  κρατηθεί  και  όπως  φαίνεται  χτύπησε. Παραμιλούσε! κουβέντιαζε  με  τον  Γιωργή, τον  καφετζή  της  πλατείας  του  χωριού  της,που  εμπιστεύθηκε  τα  ζωντανά  της  προτού  φύγει  γι  αυτό  το  μακρινό  ταξίδι.
-Ναι! μανάρι μου, έπεσε  πάνω  μου  σαν  αφηνιασμένο  άλογο.
-Κυρά  Ασημίνα  μου,φταις  κι εσύ.Παραφέρθηκες,έχασες  την αξιοπρέπεια  σου.
-Ναι! παληκάρι  μου,σωστά  το  λες,έχασα  την  αξιοπρέπεια  μου.  Τον  στόλισα  με  όλες  τις  βρισιές  του  κόσμου.Πού  τις  βρήκα,η  καψερή. Έλεγα,μανάρι  μου, θυμάσαι? ότι  θα  τον  έστελνα  με  το  ambulanc  στο  νοσοκομείο  και  το  ambulanc  μας  πήρε  και  τους  δύο. Σωπαίνω  τώρα  γιατί  ακούω  βήματα. Μήπως  είναι   οι  γιατροί   ή  οι  νοσοκόμες  ή  ο  Άντριου  ο  καψερός.Όταν  φτάσαμε  στο  νοσοκομείο  με  ρώτησαν  αν  είναι  ο  εραστής  μου. Ποιός  εραστής  μου,είπα  ολοκόκκινη  από  την  ταραχή  μου. Είναι  ο  πεθερός  της  εγγονής  μου. Συγγνώμη,κυρία,αλλά  άνετα  μπορεί  κάποιος  να  τον  περάσει  για  εραστή  σας. Ναι! κορίτσι  μου,είπα, χωρίς  δισταγμό.Η διάθεση  του  είναι  πολύ  φιλική! Μανάρι  μου,σωπαίνω  τώρα  γιατί  ακούω  βήματα  απέξω.Μήπως  είναι  οι  γιατροί? ή  μήπως  οι  νοσκόμοι. Μήπως  είναι  ο  Άντριου.Ναι! ναι! παληκάρι  μου, αυτές  τις    ημέρες  και  νύχτες που  βρισκόμαστε στο  νοσοκομείο με  επισκέπτεται  συχνά  και  όλο  ρωτάει  για  την  υγεία  μου. Λες  να  με  αγάπησε,Γιωργή  μου? ο ηδυπαθής, o  παλιόγερος,ο  περπατημένος, ο  σημαδεμένος.
-Έλα,έλα  κυρά  Ασημίνα  μου,πήρες  φόρα. Γιατί  τον  λες  σημαδεμένο.
- Βλογιοκομμένος  είναι.
-Βλογιοκομμένος; Τι  παράγει  το  εργοστάσιο  του;
-Προφυλακτικά!
-Επόμενο  ήταν. Την  έπαθε  μια  φορά  να  μην  τη  ξαναπάθει.
-Ακούω  βήματα  απέξω  θα  σου  τα  πω  όταν  έρθω.
- Ο  Άντριου  θυμωμένος και  τρελλός  από  ανυπομονησία  άνοιξε  με θόρυβο  την  πόρτα. Τόση  ώρα  περίμενε έξω  από  το   δωμάτιο   της  να  τελειώσει  την  κουβέντα  της  η  κυρά  Ασημίνα.Νόμιζε  ότι  μιλούσε  στο  τηλέφωνο, μα  η  κυρά  Ασημίνα  μονολογούσε.
 Ο mr  Άντριου  βρήκε  την  ευκαιρία  να  της  ανταποδώσει  τα  ίδια.
Μπήκε  στο  δωμάτιο  κουνώντας τα  χέρια  του . Φώναζε!
-Γύναιο, κακιά  γυναίκα, διεφθαρμένη, παλιογυναίκα.
-Πες  μου  και  άλλα,πες  μου  και  άλλα,καλά  να  πάθω.
Άκουσαν  οι  νοσοκόμοι  τις  φωνές  και  έτρεξαν  αμέσως  στο  δωμάτιο  της  κυρίας  Ασημίνας.
-Ηρέμησε,άνθρωπε  μου,
είπε  ο ένας  νοσοκόμος, που   έπιασε  τα  χέρια  του   mr 'Αντριου και  σφιχτά  τα  ακούμπησε  στο  κορμί  του.Ένας  άλλος  νοσοκόμος  τον  αγκάλιασε  στοργικά  από  τους  ώμους κι  έτσι  μετρίασε   την  υπέρτατη  ζωηρότητα  του.Ένας  τρίτος  νοσοκόμος  τον  έπιασε  από  το  χέρι  και  ένας  τέταρτος  του  φόρεσε  έναν... ένα  χοντρό  πανωφόρι.Νευριασμένος,  ο  mr Άντριου,που  δεν  μπορούσε  να  χειρονομεί,φώναζε  πως  δεν  ήξερε  με  ποιόν  μιλούσε η  Ασημίνα  και  ζήλεψε,ναι! ζήλεψε  πολύ.
-Δεν έχει  ούτε  τηλέφωνο, του  είπαν  οι  νοσοκόμοι.
-Βλάκα! φώναξε  στον  mr ΄'Αντριου  η κυρία  Ασημίνα,όταν  οι  νοσοκόμοι  έπαιρναν  τον  mr  Άντριου να  τον  οδηγήσουν  στην  απομόνωση  μέχρι  να  του  περάσει η  νευρική  κρίση, ο  παροξυσμός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου