Κυριακή 3 Ιουνίου 2018

Το Ποίημα του Σαββατόβραδου
Να είμαστε καλά
Είχα βάλει πλώρη για
την ιατρική
μου άρεσε πολύ
από μικρή
 ερχόταν ο γιατρός
όταν ήμουν κρυωμένη
τον λαιμό μου να δει.
Με τη γιαγιά  συντροφιά
στης κυρίας Όπης
την αυλή,
μια φίλη της από παλιά,
και με ρωτά.
Τι θες να γίνεις μπεμπούλα
ούλα ούλα τα καλά να δεις
όταν μεγαλώσεις;
Γιατρός, απαντώ.
Γιατρός;  με έκπληξη
 ρωτά
και ποιόν θα γιατρεύεις;
ποιόν θα κάνεις καλά;
Κι εγώ, με την αφέλεια μου
την παιδική,της απαντώ.
Την κυρία Όπη,που κλαίει
συνεχώς
τον κύριο Γώγο που πολύ
καπνίζει
και τη γιαγιά μου,που διαρκώς
 καυγαδίζει
καυγάδιζε  για τα νερά
μην πέσει και χτυπήσει η μαμά
Την ιατρική δεν ευτύχησα να δω
εκείνο τον καιρό
ούτε και από την
πόρτα της να μπω
έγινε για μένα όνειρο
 μακρινό
και αψεγάδιαστο.
Πέρασα μία άλλη
 μεγάλη πόρτα
εξίσου σημαντική
 και πιο φιλοσοφική.
Στα γυμνασιακά μου
χρόνια
στις διακοπές περικοσμώ
εαυτήν με αδελφικές
 περικοπές
Παιδιατρική,Μαιευτική
 και τα λοιπά
ιπποτικά φερόμενα και
αμελούσα τα δικά μου
 περιώνυμα
και στα φοιτητικά μου
 χρόνια
ακόμα πιο πολύ
κοσμούσα εαυτήν
από τα δικά μου λόγια
συντροφικά ιατρικά
ημερολόγια
 καρδιολογία και τα λοιπά
 et cetera et cetera..
Στα  τωρινά τα χρόνια
να είμαστε καλά
το απωθημένο μου
το βγάζω εδώ στο blog μου
 στο Κυριακάτικο
το Μυθιστόρημα μου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου