Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012
Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα.Συνέχεια.Αυτή η χρονιά ήταν η τελευταία στο βραδυνό σχολειό,που πήγαινε ο Δημητράκης.Άξιο παιδί μα και σαν έφηβος είχε παραμείνει το ίδιο εργατικός,τίμιος,ευαίσθητος και φιλότιμος,όπως ήταν και στα παιδικά του χρόνια.Κατόρθωσε με μεγάλη σεμνότητα και καλοσύνη,με πείσμα και υπομονή να συνδυάσει σπουδές και εργασία και τα κατάφερε.Ετοιμαζότανε τώρα για το Πανεπιστήμιο.Ήθελε να γίνει δικηγόρος και θα το πετύχαινε.Από τότε ακόμα που βρισκότανε στο χωριό,μικρό παιδάκι του Δημοτικού κι έκανε αυτές τις μικροδουλίτσες για να βοηθήσει την οικογένεια του.Εκεί στο σπίτι της γριούλας,που έφερνε νερό,της κυρά Ασημίνας,είχε πρωτοειδεί ένα χοντρό,μαύρο,δεμένο βιβλίο,που έγραφε στο εξώφυλλο, με χρυσά γράμματα, ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ.Αστικό δίκαιο, σιγοψιθύρισε.Πόσο όμορφα ηχούσαν οι λέξεις αυτές σταυτιά του Δημητρού.Άνοιξε το χοντρό βιβλίο,το ξεφύλλισε,διάβασε λίγες αράδες και το έκλεισε.Πόσο του άρεσε.Του έκαναν εντύπωση τα όσα έγραφε και ρώτησε την κυρούλα.- Τι βιβλίο είναι αυτό γιαγιά; -Άστο παιδάκι μου εκεί,δεν είναι για σένα.Απάντησε η κυρά Ασημίνα σε λίγο αυτηρό τόνο.-Αυτό το βιβλίο το διαβάζουν όσοι θέλουν να γίνουν δικηγόροι.όταν θα μεγαλώσεις και συ και θες να γίνεις δικηγόρος,έλα να σου το δώσω.-Ήταν του γιού μου,που σπούδαζε δικηγόρος μα οι Γερμανοί παιδάκι μου,έκοψαν στη μέση τις σπουδές του. -Και τι απόγινε,γιαγιούλα ο γιός σου...τον σκότωσαν; - Όχι,παιδί μου,κούφια η ώρα που το ακούει. -Στην Γερμανία μου τον πήρανε,γιατί λέει ήτανε έξυπνο και καλό παιδί,για να σπουδάσει,λέει,εκεί και να μάθει πιο πολλά.-Γράμματα;κυρούλα; Ναι,παιδί μου,του Θεού τα πράματα.Τώρα έχω τούτο το βιβλίο καντά μου να μου κρατάει συντροφιά και τα γράμματα που μου στέλνει για να μαθαίνω,πως είναι καλά,το παιδί μου.Ας είναι καλά,στην ευχή του Θεού και ας το στερούμαι εγώ. Μου γράφει,πως noστάλγησε την μάνα του και την πατρίδα του.Κάθε φορά στα γράμματα του αυτά μου γράφει,πως μια μέρα θα γυρίσει στην πατρίδα του μα φαίνεται πως εκεί τα γράμματα είναι πιο πολλά και γι αυτό αργεί να τα μάθει.-Εγώ,κυρούλα,θα γίνω δικηγόρος,όταν μεγαλώσω και τότε θα πάω εκεί να σου φέρω τον γιό σου.Μόνο να είσαι καλά να τον περιμένεις.
Αυτά έλεγε τότε παιδάκι δέκα χρονών,προτού φύγει από το χωριό του και το έβαλε καλά μέσα στο μυαλό του.Θέλει να γίνει δικηγόρος και θα το πετύχει.Γι αυτό διαβάζει μερόνυχτα,με τόση λαχτάρα.Γι αυτό διαβάζει με τόση όρεξη.Δεν τον σταματά κανένας και τίποτα.Μήτε το χρήμα,μήτε η ξενιτειά,μήτε η αγάπη που τρέφει για την Αννούλα.Μα για εκείνη επιμένει τόσο πολύ.Για εκείνη φροντίζει.Η καθημερινή του ενασχόληση είναι η δουλειά και μάλιστα σκληρή δουλειά όχι μόνο για τα καθημερινά του έξοδα αλλά και για κάποιο απόθεμα για κάποιο ποσό,που θα εξασφαλίσει την πραγματοποίηση των ονείρων του,που είναι οι σπουδές του στην Ελλάδα και στην Γερμανία και αργότερα ο γάμος του με την αγαπημένη του,την σύντροφο των παιδικών του παιχνιδιών και των εφηβικών του χρόνων.Όλα τούτα είναι κάπως δύσκολο να πραγματοποιηθούν μα ο Δημήτρης δεν φοβάται γιατί έχει αποφασίσει και είναι έτοιμος να φτάσει στα ύψη και θέλει να φτάσει πετώντας δεν θέλει να φτάσει έρποντας.Θέλει πετώντας να κατακτήσει τις ψηλές κορφές όχι μόνο των Άλπεων μα και τις ψηλές κορφές της γνώσης και της μάθησης στην επιστήμη,που διάλλεξε να υπηρετήσει.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου