Κυριακή 4 Μαΐου 2014

Το  Κυριακάτικο  Μυθιστόρημα

Φεβρουάριο  του  1943  γέννησε  η  Μαρία  ένα  χαριτωμένο  αγοράκι  που  ζύγιζε  3  κιλά.  Ο   Στέφανος   είχε  τρελλαθεί  από  τη  χαρά  του. Κοίτα  πώς  μου  μοιάζει.Σε  μένα  δε  μοιάζει,αδελφή; Είχε  τρελλάνει  το  μαιευτήριο  με  τις  χαρούμενες  φωνές  του. Η  Μαρία  γέννησε  στον  Ευαγγελισμό,όπου  τη  μετέφερε  ο  Στέφανος,όταν  την  έπιασαν  οι  πόνοι  και  ήρθε  η  ώρα  να  γεννήσει. Στα  άλλα  τμήματα  του  νοσοκομείου  νοσηλεύονταν  πολλοί  τραυματίες και  πλήθος  άλλων  αρρώστων.Ήταν  Χειμώνας  με  γρίππες, με  ιώσεις,τι  να  σου  κάνει, και  η  στενοχώρια  για  τους  δικούς  τους  που  πολεμούσαν  στο  μέτωπο,αρρώστια  είναι.Το  νοσοκομείο  ήταν  γεμάτο  κόσμο  που  έτρεχε  να  δει  την  Πολωνίδα,που  γέννησε  το  παιδί  του  Στέφανου  του  χορδιστή  Πιάνων. Ήταν  πολύ  γνωστός  ο  Στέφανος  Ταραμάσης, ο χουρδιστής  μουσικών  οργάνων  στα  καλύτερα  σπίτια  των  Αθηνών  και  του  Πειραιά. Έμαθε  την  τέχνη  αυτή  στο  ορφανοτροφείο  που  μεγάλωσε.Όταν  απεφοίτησε  από  το  Γυμνάσιο  του  ιδρύματος,  πριν  το  εγκαταλήψει  για  να  ενταχθεί  στην  κοινωνία  και  να  γίνει  άξιο   μέλος  της, ο διευθυντής  παρέδωσε  στον  Στέφανο  ένα  μεγάλο  φάκελλο που περιείχε    όλα  τα  πιστοποιητικά,που  τον  αφορούσαν, πιστοποιητικό   γεννήσεως,πιστοποιητικό  γιατρών  για  τις  παιδικές  αρρώστιες,που  είχε  περάσει,πιστοποιητικό  για  τους   εμβολιασμούς  στους  οποίους  είχε  υποβληθεί,πιστοποιητικό  για την επίδοση του στο τμήμα  προσχολικής  ηλικίας.Το  Ενδεικτικό  του  από  το  Δημοτικό  σχολείο. Το  Απολυτήριο  του  Γυμνασίου. Τις  άριστες  επιδόσεις  του  στην  Μουσική  και  στην  επιτηδειότητα  του, την  ευκολία  του   στον   χειρισμό  διαφόρων  μουσικών  οργάνων.Την  βεβαίωση  ότι  απέκτησε  την  τέχνη  του  χουρδιστή  μουσικών  οργάνων   και...το  προικοσύμφωνο  της  μητέρας  του  που  περιελάμβανε  αυτή  την  όμορφη  μονοκατοικία   στα  Κάτω  Πατήσια  και  τη  γονική  δωρεά  προς  το  γιό  της  τον  Στέφανο  Ταραμάση. ΄Ολα  αυτά  τα  πιστοποιητικά  έδωσε ο   Διευθυντής  του  ορφανοτροφείου  στον  20  χρονο  Στέφανο την  ημέρα  της  αποφοιτήριας  εορτής,τον  Ιούνιο  του  1936. Ο Στέφανος  απόφοιτος  πια  του  Γυμνασίου   δεν  έφυγε  αμέσως  από  το  ορφανοτροφείο  παρέμεινε  ακόμα  δύο  χρόνια  οικότροφος  μέχρι  να  μάθει  τέλεια  την τέχνη  κοντά  σε  έναν  έμπειρο  ηλικιωμένο  τεχνίτη,όπου  επισκεπτόταν  στο  σπίτι -εργαστήριο   κάθε  μέρα. Από  το  πρωϊ  μέχρι  το  απόγευμα  εκπαιδευόταν  συνεχώς  επί  δύο  χρόνια.Από  τον  πρώτο  χρόνο  κιόλας  έγινε  ξεφτέρι  στη  δουλειά  αυτή.Τα  χέρια  του "έπιαναν". Ήταν  επιδεκτικός  στην  τέχνη  αυτή. Τον  δεύτερο  χρόνο  έβγαζε  κι  όλας  χαρτζιλίκι.Είχε  αναλάβει  όλες  τις  εξωτερικές  εργασίες .Από  την  Αθήνα  στην  Θήβα  στον  Βόλο  στην  Θεσσαλονίκη  και  από  τον  Πειραιά  στην  Κρήτη  στην  Κέρκυρα  στην  Ρόδο  στην  Χίο,όπου  χρειαζόταν. Ο  γέροντας  δάσκαλος  του  δεν  μπορούσε  σε  τόσο  μακρινές  αποστάσεις  και  έτσι  πήγαινε  ο  Στέφανος.Είχε  γίνει  άξιος  αντικαταστάτης του  γέρο  Ευτύχη. Με  μεγάλη  προθυμία  πήγαινε. Σε  όλες  τις  πόλεις  της  Ελλάδας,όπου  υπήρχαν  φιλόμουσες  οικογένειες  με  πιάνο  και  άλλα  μουσικά  όργανα. Όλες  αυτές  οι  περιηγητικές  εξορμήσεις  του  στα  πλαίσια  της  εργασίας  του.  Στα  20  χρόνια  του.  Παίρνοντας  το  αποφοιτήριο του  με  τη  βεβαίωση  ότι  είχε  εκπαιδευτεί  στην  τέχνη  του  χουρδιστή  μουσικών  οργάνων.
Εύγε! Στέφανε! είπε  ο  Διευθυντής  του  ιδρύματος. Από  τούδε  και  στο  εξής  το  επάγγελμα  σου  είναι  Χορδιστής  Μουσικών  Οργάνων.Καλή  τύχη  σου  εύχομαι,παιδί  μου!
Σας  ευχαριστώ  πολύ,κύριε  Διευθυντά,είπε  ο  Στέφανος.φιλώντας  του  με  σεβασμό  το  χέρι.
Χωρίς  να  χάσει  καιρό,ο  Στέφανος,έτρεξε  αμέσως  στο  σπίτι  της  μητέρας  του  και  δικό  του  σπίτι  από  τούδε  και  εις  το  εξής.Τις  επόμενες  ημέρες  ασχολήθηκε  με  την  αναπαλαίωση  του  σπιτιού. Άσπρισμα  και  άλλες  επισκευές,όπου  χρειαζόταν.Πέταξε  όλα  τα  παλιά  πράγματα  και  ήταν  τόσα  πολλά  τα  παλιά  και  άχρηστα  πράγματα.Το  υπόγειο  ήταν  γεμάτο  από  αναμνήσεις  τριών  γενεών. Τα  ποντίκια  τόσα  χρόνια  είχαν  βρει  αρκετή  τροφή  στα  παλιά  φορέματα  με  τις  παλιές  δαντέλες,στις  ταπετσαρίες  των  καναπέδων, στις  πολυθρόνες,όλα  τα  είχαν φάει.Ο Στέφανος  κράτησε  τους  σκελετούς  των  επίπλων,όσοι  ήταν  γεροί. Η απολύμανση,που  έγινε  από  ειδικούς  τεχνίτες, έδειξε  τους  υπαίτιους  της  καταστροφής, ευτραφέστατα  ποντίκια,που  κείτονταν  ψόφια  στο  πάτωμα. Σε  ένα  σπίτι  κλειστό  πολλά  χρόνια μπορούν  να  συμβούν  τόσα  πολλά... να  ροκανίζουν  το   ξύλο  από  τα  έπιπλα,  ανέμελα   ποντίκια, μέχρι  να  ακούγεται  μέχρι  έξω  το  ροκάνισμα  και  το  χρατσ χεουτσ   και  να   πει  κάποιος  που  περνά,ότι  εκεί  μέσα  υπάρχουν  φαντάσματα  και να  είναι  ο  ένοχος, αυτά  τα  αθώα  πεινασμένα  ποντικια   και  όχι  τα  φαντάσματα.Είναι  δυνατόν  και  ένας  άστεγος  ζητιάνος  να  έχει  βρει  καταφύγιο  εκεί  μέσα  και  όπως  είναι  τα  παράθυρα  κλειστά  και  οι  πόρτες  ασφαλισμένες  και  μαγειρεύει  ή  τακτοποιεί  τα  υπάρχοντα  του  να  νομίσει  κάποιος  που  απέξω  περνά  ότι  είναι  μέσα  εκεί  ένα  φάντασμα. Αυτά  τα  κτήρια  την  μεγαλύτερη  επικινδυνότητα  που  έχουν  είναι  μήπως  καταρρεύσουν  από  την εγκατάλειψη, την  παραμέληση, οπότε  η  κατάληψη  από  τους  ζητιάνους  είναι  ορθή  και  δίκαιη. Τα  εγκαταλειμένα  σπίτια  είναι  επικίνδυνα  και  για  τους  περαστικούς. Χωρίς  αέρα  και  χωρίς  ήλιο.Χωρίς  φροντίδα  και  χωρίς  επισκευές  και  διορθώματα  αμέσως, Ο Στέφανος  σχολαστικός  στις  πράξεις  του  και  ώριμος  στη  σκέψη  του  έτρεξε  αμέσως  να  φροντίσει  το  σπίτι  που  είχαν  μεγαλώσει  τρεις  γενιές,η μητέρα  του, η μητέρα της  και  η  γιαγιά της. Τρεις  γενιές  και  ο  Στέφανος  τέταρτη  τώρα  ετοίμαζε  την πέμπτη  γενιά.
Τρελλαμένος  την  ημέρα  αυτή,που  γεννήθηκε  ο  γιος  του .
-Ηρέμησε!Στέφανε!ηρέμησε!αγάπη  μου! έλεγε  η  Μαρία,ξαπλωμένη  στο  κρεβάτι  του  μαιευτηρίου.Είδες  τι  όμορφο  αγοράκι  που  είναι; Είσαι  ο  ίδιος  εσύ,Στέφανε  μου,μαύρα  μαλλάκια,στρογγυλά  μαύρα  ματάκια,λίγο  σκούρο  το  δερματάκι  του,ίδιος  εσύ,Στέφανε  μου,ένα  γλυκό  μικρό μελαχρινούλικο αγοράκι,ένας  νέος  Ταραμάσης. Ηρέμησε!Στέφανε  μου!  και  κάθισε  εδώ  να  μου  κάνεις  παρέα και  σκέψου,σκέψου  πού  θα  βάλουμε  την  κούνια  του  μωρού  μας.Στο  δωμάτιο  το  δικό  μας; θα  τον  έχουμε  παρέα; ή  στο  δωμάτιο  το  δικό  μου  που  είναι  πιο  ζεστό.
-Καλά  λες,αγάπη  μου,σε  λίγες  ημέρες  θα  φύγουμε  από  το  μαιευτήριο.
-Να  ιδούμε πού  θα  κατοικήσει  ο  γιος  μας.
-Εγώ  λέω,αγάπη  μου! στο  δικό  μου. Είναι  πιο  ζεστό.
-Μαρία  μου! μην  ξεχνάς  πως  θα  πρέπει  να  τον  θηλάζεις.Πώς  θα  σηκώνεσαι  μές  στην  παγωνιά  και  πώς  θα  σηκώνεις  και  το  μωρό  ζεστό  μέσα  από  τα  σκεπάσματα  του.
-Ε! τότε  να  ξαναγυρίσω  στο  δωμάτιο  μου  και  να  πάρω  το  μωρό  στο  κρεβάτι  μου. Έτσι  δε  θα  σηκωνόμαστε  από  τα  σκεπάσματα  μας  ούτε  εγώ  ούτε  το  μωρό  μας.
-Ναι! Μαρία  μου! αλλά  αν  σε  πάρει  ο  ύπνος  και  πέσεις  πάνω  του;
-Μα! Στέφανε  μου, τι  σκέψεις  είναι  αυτές  που  κάνεις; Πες  μου,Στέφανε,τι  θέλεις  τελικά;
-Mαρία  μου! μη  νευριάζεις,έχω  ακούσει  τόσες  ιστορίες που  φοβάμαι.
-Καλά  σε  αφήνω  να  σκεφτείς  και  να  αποφασίσεις  μόνος  σου.
Να  τους  αφήσουμε  κι  εμείς  να  αποφασίσουν  που  θα  κοιμάται  το νεογέννητο  μωρό  τους,νέοι  γονείς  είναι  και μεις  δεν  έχουμε  καμία  αντίθετη  γνώμη,δικό  τους  είναι  το  νεογέννητο  μωρό. Να  τους  ζήσει!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου