Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα
Μία χειμωνιάτικη ημέρα με πολύ παγωνιά,που ήλθε η Μαριτσούλα να ψωνίσει,την πήρε ο Θεοφάνης στην αγκαλιά του,της χάϊδεψε τα μαλλιά,τη φίλησε στο μέτωπο,την έκλεισε σφιχτά στην αγκαλιά του για να τη ζεστάνει τη μικρή βοηθό της γειτονιάς μπορούμε να πούμε,γιατί η Μαριτσούλα με την σβελτάδα,που την διέκρινε και καθώς ήταν καλόχαρο κοριτσάκι,όλα τα προλάβαινε.Το σχολείο,τις εξωτερικές εργασίες,που ανέθετε η κυρία,που την πήρε κοντά της, απομακρύνοντας την από την ανέχεια της πολυμελούς οικογένειας της και φέρνοντας την στην πρωτεύουσα να σπουδάσει και να δοξάσει και την ίδια που φρόντισε να της εξασφαλίσει μια τόσο άνετη ζωή, με τις σπουδές της στο πιάνο και στις ξένες γλώσσες. Χαρούμενο κοριτσάκι και σβέλτο καθώς ήταν εξυπηρετούσε με προθυμία όλες τις ηλικιωμένες κυρίες της γειτονιάς,που δεν τολμούσαν να ξεμυτίσουν από το σπίτι μέσα στο κρύο του χειμώνα
Η Μαριτσούλα ακούραστο και σβέλτο κοριτσάκι,από μικρό μικρό το βάλανε να δουλεύει, πώς να τα βγάλει πέρα ο πατέρας με τα δέκα παιδιά,που είχε η οικογένεια,όταν θα μεγαλωναν και δημιουργούσαν τις δικές τους οικογένειες,θα σχημάτιζαν ένα χωριό.
Και του έλεγε η μακαρίτισσα,έλα να κάνουμε ένα δύο παιδιά ακόμη, σαν και τούτα θα είναι και αυτά
-Έλα να αγαπηθούμε δύο τρεις φορές ακόμη. Να με πάρεις στην αγκαλιά σου,να με ζεστάνεις και θα γεννηθεί το ενδέκατο.Και άλλη μια φορά αγάπες,να! και το δωδέκατο.Και άλλη μια φορά φιλιά και χάδια,να! και το δέκατο τρίτο. Θα μας το προικίσει η Φρειδερίκη! Δεν τάμαθες; η βασίλισσα προικοδοτεί το 13ο παιδί.Η Ελπίδα μου το είπε,η κουμπάρα της ξαδέλφης της της Ανίκας γέννησε το 13ο παιδί και η Φρειδερίκη αμέσως έστειλε το βιβλιάριο με την πρώτη κατάθεση. Έλα έλα,ακριβέ μου, θα σωθούμε και μεις και όλα τα παιδιά μας.
Έλα έλα η ευφρόσυνη γυναίκα. Όχι όχι ο άντρας της,την έσκασε και πάει καλιά της.
Η Μαρίτσα ήτανε τότε δέκα και το μικρότερο παιδί χρονιάρικο. Μια κυρία,που ήρθε στο χωριό να παραθερίσει,στο σπίτι της νονάς της,που η Μαρίτσα κάθε μέρα επισκεπτόνταν για να τη βοηθά στη λάτρα του σπιτιού,καθώς νοίκιαζε δωμάτια σε παραθεριστές,την είδε η κυρία Αριστέα, και της άρεσε. Το έβλεπε έτσι σβέλτο και ζωντανό,που ήταν και ομορφούτσικο κοριτσάκι, είπε στην κυρά Μαρία,τη νονά της, να την αφήσει να το πάρει μαζί της στην Αθήνα.Εδώ στο χωριό θα χαραμίσει τη ζωούλα της,είπε.Έτσι και έγινε. Στο τέλος των διακοπών η Μαρίτσα ετοίμασε τα λιγοστά ρουχαλάκια της,συνεννοήθηκε με τη μικρότερη αδελφή της,την Φανούλα,πώς να διαφεντεύει τον πατέρα και τα παιδιά
-Μη φοβάσαι,έλεγε η Μαρίτσα,εγώ είμαι εδώ.Ό,τι θέλετε θα φροντίζω.Θα σας στέλνω χρήματα,μη χολοσκάς,να προσέχεις τα παιδιά και να πετάγεσαι μέχρι τη νονά να τη βοηθάς,αν χρειάζεται.
Ναι! Μαριτσούλα μου, έλεγε η Φανούλα,μη χολοσκάς και σύ, θα την βοηθώ τη νονά,όπως τη βοηθούσες κι εσύ, μαζί μου θα παίρνω και τον μικρό Κωστάκη. Η νονά θα το επιβλέπει,όσο εγώ θα κάνω τις δουλειές.
Και να τώρα,η Μαριτσούλα,15 χρονο κορίτσι,αγαπήθηκε με τον Θεοφάνη.
Μια μέρα,που η Μαρίτσα ένοιωσε στα σπλάχνα της να πάλλεται μια καινούρια ζωή,εξομολογήθηκε το μυστικό της στο Θεοφάνη,που γεμάτος από χαρά έτρεξε να πει στη θεία του την ευχάριστη είδηση.
Ετοίμασαν το γάμο και πάντρεψαν τα παιδιά. Ο θείος του Θεοφάνη,ο κύριος Γιαννής,θεώρησε καλό,μια και σε λίγο καιρό ο Θεοφάνης θα γινόταν πατέρας,να του ανοίξει ένα δικό του κρεοπωλείο.
Ο Κυριάκος όμως στεναχωρήθηκε τόσο πολύ,όταν το έμαθε,που αρρώστησε από την στενοχώρια του που θα έχανε τον καλύτερο υπάλληλο του. Δεν ήθελε με κανένα τρόπο να γίνουν αντίπαλοι αυτοί οι δύο καλοί φίλοι. Πρότεινε στο θείο του Θεοφάνη,να γίνουν συνέταιροι. και ο κύριος Γιαννής δέχτηκε με χαρά που ο ανηψιός του θα παρέμενε συνέταιρος με τον καλό του φίλο,τον Κυριάκο.
Σε λίγους μήνες γεννήθηκε η Αννούλα και τα παιδιά μετακόμισαν σε ένα μεγαλύτερο σπίτι,εκεί στην ίδια περιοχή,κοντά στον θείο και στην θεία του Θεοφάνη και στην κυρία Αριστέα,που είχε αναλάβει τη μικρή Μαριτσούλα,αυτό το σβέλτο και ομορφούτσικο κοριτσάκι.
Η Μαρίτσα ήταν η μαμά της Άννας. Η κυρία Μαρίτσα Χαρή του Φάνη,όπως της άρεσε τώρα να αποκαλεί τον άνδρα της, όπως και στον Φάνη Χαρή τώρα άρεσε να την αποκαλεί Μαίρη.
Μία χειμωνιάτικη ημέρα με πολύ παγωνιά,που ήλθε η Μαριτσούλα να ψωνίσει,την πήρε ο Θεοφάνης στην αγκαλιά του,της χάϊδεψε τα μαλλιά,τη φίλησε στο μέτωπο,την έκλεισε σφιχτά στην αγκαλιά του για να τη ζεστάνει τη μικρή βοηθό της γειτονιάς μπορούμε να πούμε,γιατί η Μαριτσούλα με την σβελτάδα,που την διέκρινε και καθώς ήταν καλόχαρο κοριτσάκι,όλα τα προλάβαινε.Το σχολείο,τις εξωτερικές εργασίες,που ανέθετε η κυρία,που την πήρε κοντά της, απομακρύνοντας την από την ανέχεια της πολυμελούς οικογένειας της και φέρνοντας την στην πρωτεύουσα να σπουδάσει και να δοξάσει και την ίδια που φρόντισε να της εξασφαλίσει μια τόσο άνετη ζωή, με τις σπουδές της στο πιάνο και στις ξένες γλώσσες. Χαρούμενο κοριτσάκι και σβέλτο καθώς ήταν εξυπηρετούσε με προθυμία όλες τις ηλικιωμένες κυρίες της γειτονιάς,που δεν τολμούσαν να ξεμυτίσουν από το σπίτι μέσα στο κρύο του χειμώνα
Η Μαριτσούλα ακούραστο και σβέλτο κοριτσάκι,από μικρό μικρό το βάλανε να δουλεύει, πώς να τα βγάλει πέρα ο πατέρας με τα δέκα παιδιά,που είχε η οικογένεια,όταν θα μεγαλωναν και δημιουργούσαν τις δικές τους οικογένειες,θα σχημάτιζαν ένα χωριό.
Και του έλεγε η μακαρίτισσα,έλα να κάνουμε ένα δύο παιδιά ακόμη, σαν και τούτα θα είναι και αυτά
-Έλα να αγαπηθούμε δύο τρεις φορές ακόμη. Να με πάρεις στην αγκαλιά σου,να με ζεστάνεις και θα γεννηθεί το ενδέκατο.Και άλλη μια φορά αγάπες,να! και το δωδέκατο.Και άλλη μια φορά φιλιά και χάδια,να! και το δέκατο τρίτο. Θα μας το προικίσει η Φρειδερίκη! Δεν τάμαθες; η βασίλισσα προικοδοτεί το 13ο παιδί.Η Ελπίδα μου το είπε,η κουμπάρα της ξαδέλφης της της Ανίκας γέννησε το 13ο παιδί και η Φρειδερίκη αμέσως έστειλε το βιβλιάριο με την πρώτη κατάθεση. Έλα έλα,ακριβέ μου, θα σωθούμε και μεις και όλα τα παιδιά μας.
Έλα έλα η ευφρόσυνη γυναίκα. Όχι όχι ο άντρας της,την έσκασε και πάει καλιά της.
Η Μαρίτσα ήτανε τότε δέκα και το μικρότερο παιδί χρονιάρικο. Μια κυρία,που ήρθε στο χωριό να παραθερίσει,στο σπίτι της νονάς της,που η Μαρίτσα κάθε μέρα επισκεπτόνταν για να τη βοηθά στη λάτρα του σπιτιού,καθώς νοίκιαζε δωμάτια σε παραθεριστές,την είδε η κυρία Αριστέα, και της άρεσε. Το έβλεπε έτσι σβέλτο και ζωντανό,που ήταν και ομορφούτσικο κοριτσάκι, είπε στην κυρά Μαρία,τη νονά της, να την αφήσει να το πάρει μαζί της στην Αθήνα.Εδώ στο χωριό θα χαραμίσει τη ζωούλα της,είπε.Έτσι και έγινε. Στο τέλος των διακοπών η Μαρίτσα ετοίμασε τα λιγοστά ρουχαλάκια της,συνεννοήθηκε με τη μικρότερη αδελφή της,την Φανούλα,πώς να διαφεντεύει τον πατέρα και τα παιδιά
-Μη φοβάσαι,έλεγε η Μαρίτσα,εγώ είμαι εδώ.Ό,τι θέλετε θα φροντίζω.Θα σας στέλνω χρήματα,μη χολοσκάς,να προσέχεις τα παιδιά και να πετάγεσαι μέχρι τη νονά να τη βοηθάς,αν χρειάζεται.
Ναι! Μαριτσούλα μου, έλεγε η Φανούλα,μη χολοσκάς και σύ, θα την βοηθώ τη νονά,όπως τη βοηθούσες κι εσύ, μαζί μου θα παίρνω και τον μικρό Κωστάκη. Η νονά θα το επιβλέπει,όσο εγώ θα κάνω τις δουλειές.
Και να τώρα,η Μαριτσούλα,15 χρονο κορίτσι,αγαπήθηκε με τον Θεοφάνη.
Μια μέρα,που η Μαρίτσα ένοιωσε στα σπλάχνα της να πάλλεται μια καινούρια ζωή,εξομολογήθηκε το μυστικό της στο Θεοφάνη,που γεμάτος από χαρά έτρεξε να πει στη θεία του την ευχάριστη είδηση.
Ετοίμασαν το γάμο και πάντρεψαν τα παιδιά. Ο θείος του Θεοφάνη,ο κύριος Γιαννής,θεώρησε καλό,μια και σε λίγο καιρό ο Θεοφάνης θα γινόταν πατέρας,να του ανοίξει ένα δικό του κρεοπωλείο.
Ο Κυριάκος όμως στεναχωρήθηκε τόσο πολύ,όταν το έμαθε,που αρρώστησε από την στενοχώρια του που θα έχανε τον καλύτερο υπάλληλο του. Δεν ήθελε με κανένα τρόπο να γίνουν αντίπαλοι αυτοί οι δύο καλοί φίλοι. Πρότεινε στο θείο του Θεοφάνη,να γίνουν συνέταιροι. και ο κύριος Γιαννής δέχτηκε με χαρά που ο ανηψιός του θα παρέμενε συνέταιρος με τον καλό του φίλο,τον Κυριάκο.
Σε λίγους μήνες γεννήθηκε η Αννούλα και τα παιδιά μετακόμισαν σε ένα μεγαλύτερο σπίτι,εκεί στην ίδια περιοχή,κοντά στον θείο και στην θεία του Θεοφάνη και στην κυρία Αριστέα,που είχε αναλάβει τη μικρή Μαριτσούλα,αυτό το σβέλτο και ομορφούτσικο κοριτσάκι.
Η Μαρίτσα ήταν η μαμά της Άννας. Η κυρία Μαρίτσα Χαρή του Φάνη,όπως της άρεσε τώρα να αποκαλεί τον άνδρα της, όπως και στον Φάνη Χαρή τώρα άρεσε να την αποκαλεί Μαίρη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου