To Kυριακάτικο Μυθιστόρημα
Η Άννα φόρεσε το μπουρνούζι της και μέχρι να στεγνώσει πήγε στο σαλόνι,ήθελε να ρωτήσει κάτι τον Δημήτρη.
-Δημήτρη μου,κοιμάσαι?
-Ναι,κορίτσι μου,με πήρε ο ύπνος. Έλα κάθισε κοντά μου.
Ανασηκώθηκε την πηρε από το χέρι και την έφερε δίπλα του στον καναπέ.Την φίλησε στο δροσερό μάγουλο της και άνοιξε το μπουρνούζι να φανούν οι ώμοι της,πέρασε το χέρι του να δει αν στέγνωσε.
Κατέβασε το μπουρνούζι πιο χαμηλά στις πτυχές του στήθους της,χάϊδεψε απαλά την περιοχή και ξαναανέβασε το μπουρνούζι.Μη κρυώσεις,αγάπη μου,είπε.
-Ναι!αγάπη μου,πάω να ντυθώ.
Σηκώθηκε από τον καναπέ και καθώς έφευγε ο Δημήτρης την τράβηξε από το χέρι απότομα κι εκείνη κάθισε αναγκαστικά.Πιο βίαιος ο Δημήτρης της έβγαλε το μπουρνούζι, ήθελε να καμαρώσει γυμνό το όμορφο σώμα της.Η Άννα αφέθηκε στην αγκαλιά και στα τολμηρά χάδια του αγαπημένου της.
-Σου άρεσε? αγάπη μου.
-Ναι,Δημήτρη μου,πολύ.Εσένα?
-Πολύ,κορίτσι μου,γλυκό. Έλα μη φεύγεις,θέλω πάλι να σε αγκαλιάσω.Θέλω πάλι ν'αγαπηθούμε.
-Δημήτρη μου,μια στιγμή,πάω να αλλάξω.
-Ναι!κορίτσι μου,μην κρυώσεις,εδώ είμαι σε περιμένω.
Η Άννα καθυστέρησε να έρθει,ο Δημήτρης ανησύχησε,ως συνήθως,και πήγε στο δωμάτιο της να την συναντήσει.
-Γιατί αργείς,αγάπη μου,μη μου στερείς την αγάπη σου,την θερμή αγκαλιά σου. Μα τι κάνεις? δεν ντύθηκες ακόμη? Γράφεις? Τι γράφεις,αγάπη μου?
- Δημήτρη μου, έκλεισα τις όμορφες στιγμές μας μέσα στο χαρτί αυτό.
-Έγραψες ποίημα?αγάπη μου.
-Ναι,αγάπη μου,έναν ύμνο!
-Στον έρωτα μας?αγάπη μου και την γέμισε φιλιά.
-Διάβασε το,Δημήτρη μου.
Έδωσε η Άννα στον αγαπημένο της μια σελίδα από το μπλοκ της,όπου ήταν γραμμένο το ποίημα της. Ο Δημήτρης άρχισε να διαβάζει.
"Στον καναπέ. συναντιόμαστε.
Εκεί ο έρωτας μας βρίσκει την έξοδο.
Η ανάσα μας γίνεται κύμα ανάλαφρο,
πάλλευκο,που μας τυλίγει.
Ύστερα γίνεται βόγκος,κραυγή ηδονής,απόκοσμης.
Εκεί,ταξιδεύουμε,στον καναπέ,
πάνω στο κύμα το πανάλαφρο,το πάλλευκο
κι ύστερα πάνω στο κύμα το ωκεάνειο,το πανώριο.
Μέσα μου μπαίνεις,μέσα μου σε παίρνω
σε ρουφώ,σε κλείνω στα φτερά μου,
σαν πεταλούδα".
Ο Δημήτρης έμεινε για μια στιγμή άφωνος.
-Δημήτρη μου, τι έπαθες,αγάπη μου.
-Ω! αγάπη μου,αγάπη μου,είπε ο Δημήτρης και η κάμαρα γέμισε φιλιά.
Ο Ερρίκος που μέχρι εκείνη την ώρα συνομιλούσε με τον συνάδελφο του από την Σκωτία έχοντας στο πλευρό του την Helga,τους αναζήτησαν για το δείπνο. Δημήτρη,Άννα,εδώ είστε?ελάτε, σας περιμένουμε για το δείπνο. Ευχαριστούμε,Ερρίκο, δεν πεινάμε τώρα.Δειπνήστε εσείς,εμείς έχουμε λίγη δουλειά εδώ.
Καλά όπως θέλετε,είπε ο Ερρίκος και ο Δημήτρης συνέχιζε να χουχουλιάζεται στην αγκαλιά της αγαπημένης του.
Η Άννα φόρεσε το μπουρνούζι της και μέχρι να στεγνώσει πήγε στο σαλόνι,ήθελε να ρωτήσει κάτι τον Δημήτρη.
-Δημήτρη μου,κοιμάσαι?
-Ναι,κορίτσι μου,με πήρε ο ύπνος. Έλα κάθισε κοντά μου.
Ανασηκώθηκε την πηρε από το χέρι και την έφερε δίπλα του στον καναπέ.Την φίλησε στο δροσερό μάγουλο της και άνοιξε το μπουρνούζι να φανούν οι ώμοι της,πέρασε το χέρι του να δει αν στέγνωσε.
Κατέβασε το μπουρνούζι πιο χαμηλά στις πτυχές του στήθους της,χάϊδεψε απαλά την περιοχή και ξαναανέβασε το μπουρνούζι.Μη κρυώσεις,αγάπη μου,είπε.
-Ναι!αγάπη μου,πάω να ντυθώ.
Σηκώθηκε από τον καναπέ και καθώς έφευγε ο Δημήτρης την τράβηξε από το χέρι απότομα κι εκείνη κάθισε αναγκαστικά.Πιο βίαιος ο Δημήτρης της έβγαλε το μπουρνούζι, ήθελε να καμαρώσει γυμνό το όμορφο σώμα της.Η Άννα αφέθηκε στην αγκαλιά και στα τολμηρά χάδια του αγαπημένου της.
-Σου άρεσε? αγάπη μου.
-Ναι,Δημήτρη μου,πολύ.Εσένα?
-Πολύ,κορίτσι μου,γλυκό. Έλα μη φεύγεις,θέλω πάλι να σε αγκαλιάσω.Θέλω πάλι ν'αγαπηθούμε.
-Δημήτρη μου,μια στιγμή,πάω να αλλάξω.
-Ναι!κορίτσι μου,μην κρυώσεις,εδώ είμαι σε περιμένω.
Η Άννα καθυστέρησε να έρθει,ο Δημήτρης ανησύχησε,ως συνήθως,και πήγε στο δωμάτιο της να την συναντήσει.
-Γιατί αργείς,αγάπη μου,μη μου στερείς την αγάπη σου,την θερμή αγκαλιά σου. Μα τι κάνεις? δεν ντύθηκες ακόμη? Γράφεις? Τι γράφεις,αγάπη μου?
- Δημήτρη μου, έκλεισα τις όμορφες στιγμές μας μέσα στο χαρτί αυτό.
-Έγραψες ποίημα?αγάπη μου.
-Ναι,αγάπη μου,έναν ύμνο!
-Στον έρωτα μας?αγάπη μου και την γέμισε φιλιά.
-Διάβασε το,Δημήτρη μου.
Έδωσε η Άννα στον αγαπημένο της μια σελίδα από το μπλοκ της,όπου ήταν γραμμένο το ποίημα της. Ο Δημήτρης άρχισε να διαβάζει.
"Στον καναπέ. συναντιόμαστε.
Εκεί ο έρωτας μας βρίσκει την έξοδο.
Η ανάσα μας γίνεται κύμα ανάλαφρο,
πάλλευκο,που μας τυλίγει.
Ύστερα γίνεται βόγκος,κραυγή ηδονής,απόκοσμης.
Εκεί,ταξιδεύουμε,στον καναπέ,
πάνω στο κύμα το πανάλαφρο,το πάλλευκο
κι ύστερα πάνω στο κύμα το ωκεάνειο,το πανώριο.
Μέσα μου μπαίνεις,μέσα μου σε παίρνω
σε ρουφώ,σε κλείνω στα φτερά μου,
σαν πεταλούδα".
Ο Δημήτρης έμεινε για μια στιγμή άφωνος.
-Δημήτρη μου, τι έπαθες,αγάπη μου.
-Ω! αγάπη μου,αγάπη μου,είπε ο Δημήτρης και η κάμαρα γέμισε φιλιά.
Ο Ερρίκος που μέχρι εκείνη την ώρα συνομιλούσε με τον συνάδελφο του από την Σκωτία έχοντας στο πλευρό του την Helga,τους αναζήτησαν για το δείπνο. Δημήτρη,Άννα,εδώ είστε?ελάτε, σας περιμένουμε για το δείπνο. Ευχαριστούμε,Ερρίκο, δεν πεινάμε τώρα.Δειπνήστε εσείς,εμείς έχουμε λίγη δουλειά εδώ.
Καλά όπως θέλετε,είπε ο Ερρίκος και ο Δημήτρης συνέχιζε να χουχουλιάζεται στην αγκαλιά της αγαπημένης του.