Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2014

Το  Κυριακάτικο  Μυθιστόρημα

-Οϊ,μάνα  μου, η  καψερή,  μονολογούσε  η  κυρά  Ασημίνα  και  συνέχιζε  τον  διάλογο  με  τον  Γιωργή  μόνο  στη  φαντασία  της. Έναν  διάλογο  πλασματικό,έναν  διάλογο  με  τον  Γιωργή, που  έπλασε  για  να  έχει  συντροφιά  στο  νοσοκομείο,στον  ξένο  τόπο  όπου  βρίσκεται  δίχως  να  γνωρίζει  την  αμερικάνικη  γλώσσα  παρά  μόνο  μερικές  βασικές  λέξεις. Ήταν  μια  τολμηρή  γυναίκα  που  ξεκίνησε  αυτό  το  ταξίδι  προς  χάριν  της  αγαπημένης  της  εγγονής,που  βασανιζόταν  από  τον  πατέρα  του  αγαπημένου  της. Πήρε  την  απόφαση  να  κάνει  αυτό  το  μακρινό  ταξίδι  στην  ηλικία  των  70 ετών με  σκοπό  να  τον  "συντρίψει" αυτόν  τον  παλιόγερο,όπως  τον  έλεγε, να  τον  συντρίψει  μόνον  λεκτικά,τουλάχιστον,έτσι  νόμιζε,  πως  θα  τα  κατάφερνε  να  τον  εκμηδενίσει.
-Κυρά  Ασημίνα  μου,και  πώς  τρύπησαν  το  κεφάλι  του  mr Άντριου,δεν  πονούσε;
- Toν υπνώτισαν  πρώτα,μανάρι  μου, ξύπνιο   θα τον  είχαν; γέρος  άνθρωπος είναι,  δεν  ήθελαν  να  τον  πεθάνουν  τώρα  αμέσως. Βέβαια  δεν  του  έκαναν  ύπνωση  γενική,δεν  τον  κοίμισαν  τελείως, αναισθητικές  ενέσεις  του  έκαναν,  κυκλικά,  στο  σημείο  όπου  θα  τον  τρυπούσαν.
-Και  ύστερα  κυρά  Ασημίνα  μου,τι  έγινε; κοιμήθηκε;
-Δε  κοιμήθηκε  εντελώς,μανάρι  μου. Οι  γιατροί  έφεραν  τον  mr  Άντριου  σε  μια  κατάσταση  αδράνειας  δεν  ήθελαν  να  κινείται  για  να  μπορούν  να  κάνουν  τους  δύσκολους  αυτούς  χειρισμούς  με  επιτυχία.
-Εγώ,κυρά  Ασημίνα  μου,θέλω  να  πεθάνει.
-Μανάρι  μου,ναι,έκανε  τη  Σημέτα  να  υποφέρει  τόσο  πολύ,μα  άνθρωπος  είναι  κι  αυτός και  ύστερα  οι  γιατροί  κάνουν  το  καθήκον  τους  δε  μπορούν  να  τον  αφήσουν  να  πεθάνει,κάνουν  το  κατά  δύναμιν.
-Κυρά  Ασημίνα  μου, τον  αγάπησες,  αυτόν  τον  παλιόγερο,όπως  τον  λες,και  του  συγχώρεσες  τις  αδυναμίες  του.
-Δε  μπορώ,μανάρι  μου, να  διακρίνω  τα  αισθήματα  μου  γι αυτόν  τον  πάμπλουτο  άνθρωπο,που  νομίζει  ότι  μπορεί  να  κάνει  τον  κάθε  άνθρωπο, ό,τι   θέλει. Καυγάδισα  μαζί  του,  με  οργή,  γιατί  με  τη  συμπεριφορά  του  αυτή,   κομμάτιασε,αλύπητα,  την  ψυχή  της  Σημέτας  μου. Οι  γιατροί  με  έβαλαν  να  καθίσω   εκεί  κοντά  του  κι  αυτός  όλο  φώναζε  Ασημίνα  πού  είσαι. Τι  με  θέλεις, kako  xrono  naxeis,έλεγα  ελληνικά.
-Και  στα  αμερικάνικα,τι του  έλεγες,κυρά  Ασημίνα  μου;
-Στα  αμερικάνικα  του  έλεγα,Γιωργή  μου,what  you  want?
-Xoυότ  γιου  γουόντ;
-Ναι,μανάρι  μου,αυτό  του  έλεγα.O  κακομοίρης,εκεί  που  βρισκόταν  καθισμένος  σε  μια  χειρουργική  πολυθρόνα, βασανιζόταν,υπέφερε,  με  τα  τόσα   που του  έκαναν   και  πού  είσαι  ακόμα, πόσα  θα  του  κάνουν  με  την  τρύπα  που  ετοιμάζονται να  του  ανοίξουν  στη  κεφαλή  του.  Ο  Άντριου  συνέχιζε  να  με  καλεί  κοντά  του,να  φωνάζει  το  όνομα  μου,συνεχώς.
Ασημίνα,σε  φωνάζει,έλα  κοντά  του, γιατί  δείχνεις  τόση  αδιαφορία,τι  σου  έκανε? έλεγαν  οι  γιατροί.
Πώς   να  τους  πω  τι  μου  έκανε.
-Τι    είπες,κυρά  Ασημίνα  μου,στους  γιατρούς;
-Τίποτα,μανάρι  μου,δεν  τους  είπα,τι  να  τους  πω, να  μάθουν  τη  κακία  του?
-Nαι,κυρά  Ασημίνα  μου,να  τη  μάθουν,να  τη  μάθουν   και  να  τον  πεθάνουν,τόσα  έκανε  στην  εγγονή  σου  και  σένα  σε  έφερε  στην  Αμερική.
-Ε! στάσου,Γιωργή μου, τώρα  παραφέρεσαι  εσύ. Γιατί  το  λες αυτό,μανάρι  μου, τόσο  σας  λείπω στο  χωριό?
-Ναι, κυρά  Ασημίνα  μου,  μας  λείπεις  πολύ   και   έχομε  περιπέσει   και  μεις  σε  αδράνεια.
Έχω  πει  και  ψέματα,πως  είσαι  στο  γιο  σου ,στη  Γερμανία,σκέψου,αν  το  μάθει,τι  έχει  να  γίνει.
-Το  σώσε,Θεέ  μου.Μα  στάσου  να  σου πω  τη  συνέχεια  και  ότι  μπορώ  να  κάνω,θα  το  κάνω  για  να  γυρίσω  στη  πατρίδα,μια  ώρα  πρωτύτερα. Μανάρι  μου,όμως  ακόμη  δεν  είδα  την  εγγονή  μου,δε  το  σκέφτεσαι  αυτό?
-Kαλά,κυρά  Ασημίνα  μου, όποτε  μπορείς  να  έρθεις, μα πες μου τη συνέχεια.
-Αχ! μανάρι  μου,φώναζε  ο  καψερός  το  όνομα  μου  κι  εγώ  δεν  έδινα  σημασία. Έλα  μου  είπε  ο  γιατρός  θέλει  να  σε  αγκαλιάσει  προτού  ξεκινήσει  η  επέμβαση. Ήθελε  ο κακόμοιρος  αγκαλιές, απόδειξη  ότι  τον  συγχωρώ.
- Ω! τον  κακόμοιρο  τον  mr Άντριου.
- Είδες,Γιωργή  μου, που  τον  λυπάσαι  κι  εσύ  τώρα?
-Ε!  κυρά  Ασημίνα  μου,αφού  κι  εσύ.
-Ναι! μανάρι  μου, ο Χριστός  συγχώρεσε  αυτούς  που  τον  σταύρωσαν κι  εμείς  δε  συγχωρούμε  ένα  mr Άντριου? έτσι  σκέφτηκα κι  εγώ  και  σηκώθηκα, και  μπήκα  στο  εργαστήριο  όπου τον  ετοίμαζαν  να  τον  εγχειρίσουν. Κόντεψα,μανάρι  μου,να  λιποθυμήσω,όταν  τον  είδα.
-Και  οι  μυρωδιές,κυρά  Ασημίνα  μου, δε  σε  πείραξαν; Κόντεψα  να  λιποθυμήσω  κι  εγώ  όταν  μπήκα  στο  χειρουργείο  που  με  ήθελε  ο πατέρας  μου,όταν  εγχείριζε  την  κήλη  του.
-Τις  απολυμαντικές  μυρωδιές λες, παλικάρι  μου, όχι  αυτές  οι  μυρωδιές  εμένα  μου  αρέσουνε,    τις  έχω  συνηθίσει
- Εσύ,κυρά  Ασημίνα  μου, είσαι  παλιά  μαμή. Ξέρω πως με  ξεγέννησες  κι  εμένα.
-Ναι! μανάρι  μου,στα  νιάτα  μου, ήμουνα  μαμή. Βοήθησα  τη  μάνα  σου  να   γεννήση  εσένα  και  τόσες   άλλες μανάδες να  γεννήσουν τα   παιδιά  τους. Ζωή  να  έχετε ,Γιωργή  μου, βγήκατε  όλοι καλά  παιδιά.
- Ευχαριστώ,κυρά  Ασημίνα  μου. Και  τι  έγινε  μετά;
- Μανάρι  μου, αφού  με παρακαλούσε  και  ο  γιατρός  να  έρθω  κοντά  στον  Άντριου,  πήγα. Μα  τι  να  σου  πω,ντρέπομαι. Αυτός ο   φιλήδονος  δεν  ήθελε  μόνο  αγκαλιές  ήθελε  κι  άλλα.
- Τι  κιάλια,κυρά  Ασημίνα  μου,για  να  σε  βλέπει  από  μακριά;
- Όχι,μανάρι  μου,κιάλια. Κι  άλλα. Και  άλλα   πράματα.Μα  εγώ  δεν  είχα  καμία  όρεξη  με  αυτόν τον  παλιόγερο  και  στη  κατάσταση  που  βρισκόταν  ήταν  σε  μένα  εντελώς  αποθητικός.Και  με  όλα  όσα  είχαν  συμβεί  τις  περασμένες  ημέρες.
-Και  τι  έγινε  μετά,κυρά  Ασημίνα  μου;
- Μετά, παλικάρι  μου, είπα  στο  γιατρό  να  βοηθήσει  τον  mr  Άντριου  καλύτερα   μία  από  τις  νεαρές  νοσοκόμες.Είναι  πλούσιος  και  το  κορίτσι  θα  έχει  και  όφελος,είπα.  Έτσι  ξαναγύρισα,μανάρι  μου, στη  θέση  που  καθόμουνα  και  οι  γιατροί  αποσύρθηκαν  και  άφησαν  μόνους, τον  mr Άντριου με  δύο  νοσοκόμες.
-Με  δύο  νοσοκόμες;κυρά  Ασημίνα μου, καλά  άκουσα;
-Nαι,μανάρι  μου,με  δύο.
-Α! τον  τυχερό! Α!  τον άθλιο
 Α! το  παλιάλογο.Α! τον  παλιόγερο.
Α! τον  ερωτύλο. Α! τον  φλερτάκια.
Μπράβο,κυρά  Ασημίνα  μου, καλά  έκανες.
-Ευχαριστώ!μανάρι  μου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου