Το Κυριακάτικο Μυθιστόρημα
Το αεροσκάφος απογειώθηκε από το αεροδρόμιο της Ν.Υόρκης.Ο Ερρίκος και η Helga τακτοποιήθηκαν στις θέσεις τους,προσδέθηκαν με τις ζώνες τους,όπως καθοδήγησε η υπεύθυνη αεροσυνοδός και προσεκτικά άκουσαν τις υπόλοιπες οδηγίες περί του πώς να ενεργήσουν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.Η κοπέλα,η αεροσυνοδός,η υπεύθυνη στο σερβίρισμα των επιβατών περνούσε από το διάδρομο δίνοντας ποτό ή καφέ στους επιβάτες.Η πτήση ήταν μετά τα μεσάνυχτα.Ο Ερρίκος και η Helga άκουσαν τη συμβουλή της Νίνας και έτρεξαν στο αεροδρόμιο όσο πιο γρήγορα γινόταν.Πρόλαβαν την τελευταία πτήση της ημέρας που ήταν η πρώτη της επόμενης μέρας.
Η Helga ζήτησε μπύρα και ο Ερρίκος καφέ.Στα πόδια του κρατούσε το χαρτοφύλακα του,μία μικρή βαλιτσούλα με όλα τα χαρτιά που κρατούσε με τις υποθέσεις του, που μέχρι και τώρα μελετούσε.Πολλοί από τους επιβάτες κοιμόταν.Ακουγόταν,άλλων οι ελαφρές αναπνοές και άλλων τα ροχαλητά.Ένας μελαψός άνδρας σηκώθηκε από το κάθισμα του και κατευθύνθηκε προς το πιλοτήριο.Στο προθάλαμο ακινητοποίησε τις τρεις αεροσυνοδούς και προχώρησε.Προέτεινε το κοντόκανο όπλο του που εκτόξευε θερμό αέρα.Ακινητοποίησε πρώτα τον συγκυβερνήτη,έδεσε το στόμα του με κολητική ταινία και τον έβαλε να καθισει στο πάτωμα.Στη συνέχεια ακινητοποίησε τον κυβερνήτη του αεροσκάφους εκτοξεύοντας του θερμό αέρα,του έδεσε το στόμα με κολητική ταινία και τον έβαλε να καθίσει στη θέση του συγκυβερνήτη.Κάθισε στη θέση του πιλότου πήρε το πηδάλιο στα χέρια του και με αστραφτερά μάτια από χαρά το κατεύθυνε όπου ήθελε. Οι επιβάτες δεν κατάλαβαν το παραμικρό,όλοι κοιμόταν.Άρχισε να ξημερώνει,όταν το αεροσκάφος προσγειώθηκε. Πολλοί επιβάτες είχαν ξυπνήσει,όπως ο Ερρίκος.
-Πού βρισκόμαστε,είπε.Helga,ξύπνα,αγάπη μου,πού βρισκόμαστε.
-Αλήθεια πόυ βρισκόμαστε,είπε και η Helga τρίβοντας τα μάτια της.
-Στη ζούγκλα βρισκόμαστε,αγάπη μου.
-Στη ζούγκλα.Κοίταξε εκεί να δεις.
-Ω!Τι μας περιμένει?είπε ο Ερρίκος.
Ο μελαψός άνδρας,ο λαθρεπιβάτης,με γλώσσα που δεν καταλάβαιναν τους είπε να κατεβούν και με χειρονομίες έδειξε από ποιά έξοδο να κατεβούν.Οι άνδρες από μία άγρια φυλή περιτριγύρισαν το αεροσκάφος και με ιαχές άγριες,με χορούς και τραγούδια τους υποδέχτηκαν,πηδώντας και κραδαίνοντας τα δόρατα τους με τις πολύχρωμες κορδέλες και με πρόσωπα χρωματισμένα,γυμνοί χοροπηδούσαν και φώναζαν στη γλώσσα που κανένας από τους επιβάτες δεν καταλάβαινε.Η περιοχή γύρω ήταν γεμάτη με καζάνια που έβραζαν και ήταν έτοιμα να δεχτούν τους επιβάτες,που θα απολάμβαναν τη σούπα τους.Μερικοί έτρεξαν να φύγουν,αλλά δεν τα κατάφεραν.Ο επικεφαλής σωματοφύλακας τους έφερε πίσω. Έναν έναν έπαιρναν τους επιβάτες και τους έβαζαν στα καζάνια με το ζεστό νερό.Τα ζευγάρια με νοήματα ζητούσαν να μπουν μαζί. Είχαν όλοι μπανιαριστεί στο θερμό λουτρό,που όλο και πιο ζεστό γινόταν καθώς η φωτιά από τα ξύλα δυνάμωνε κάτω από κάθε καζάνι.Έφθασε και η σειρά του Ερρίκου και της Helga να δεχτούν τη..θερμοπληξία,όταν έφθασε τρέχοντας ο ταχυδρόμος της άγριας αυτής φυλής με το σακίδιο στους ώμους γεμάτο επιστολές.Στο χέρι του κρατούσε ένα μεγάλο φάκελο,που καθώς πλησίαζε τον άνοιξε και άρχισε να διαβάζει το περιεχόμενο του σε άπταιστη Αγγλική γλώσσα.Φώναξε τα ονόματα του Ερρίκου και της Helga,που ήταν έτοιμοι να πηδήξουν στο καζάνι μέσα στο νερό που έβραζε τώρα. Ο ταχυδρόμος έδωσε το φάκελο στον αρχηγό της φυλής,που διάβασε την επιστολή και φώναξε με πολεμική κραυγή στους πολεμιστές του. Να μην πειράξουν αυτούς τους δύο,είπε.Είναι δύο σημαντικά πρόσωπα.Ο Άνδρας είναι δικηγόρος και πρόεδρος της εργατικής συνομοσπονδίας στο Μόναχο και η γυναίκα είναι το διασημότερο μοντέλο στη Γερμανία.Ο αρχηγός της φυλής συσκέφθηκε με τους πολεμιστές του αρκετή ώρα και απεφάνθησαν,ότι τους χρειάζονται και είναι ανάγκη να τους κρατήσουν στη ζούγκλα να τους εντάξουν ως μέλη της μεγάλης φυλικής ομάδας τους και να τους τοποθετήσουν σε ανάλογη με την εργασία τους θέση. Μετά έλυσαν τα χέρια τους,που ήταν δεμένα.Την ίδια στιγμή γκρίζα σύννεφα γέμισαν τον ουρανό και άρχισε να πέφτει βροχή,μία λασποβροχή,που έκανε όλους τους γυμνούς στρατιώτες της άγριας αυτής φυλής να τρέξουν στις κατοικίες τους για να προστατευθούν.Ο Ερρίκος και η Helga ντυμένοι με τις χόρτινες παραδοσιακές στολές της φυλής και βαμμένοι με τα χρώματα της, δεν έχασαν χρόνο.Άρχισαν να λύνουν τα χέρια των επιβατών,πριν γίνουν σούπα, και να τους βοηθούν να βγούν από τα καζάνια.Κρατώντας το σύμβολο τους, το δόρυ με τις πολύχρωμες κορδέλες,παρακινούσαν έναν έναν να φύγουν τρέχοντας για να σωθούν.
-Νίνα,ξύπνα,φώναξε ο Τόμας.Το κουδούνι χτυπάει,δεν ακούς?
Τρομαγμένη η Νίνα πετάχτηκε πάνω αχτένιστη,όπως ήταν από τον ύπνο,άνοιξε την πόρτα.
-Νίνα,πώς είσαι έτσι.Τί έπαθες?
-Κυρία Helga,ήλθατε? Εσείς είστε?και την άγγιζε στα χέρια,στο πρόσωπο, για να βεβαιωθεί.
-Ο Κύριος Ερρίκος,πού είναι?ρώτησε τρομαγμένη.
-Πληρώνει το ταξί και έρχεται με τις βαλίτσες.
-Ω!Κύριε,εσείς είστε?είπε η Νίνα και έγειρε να λιποθυμήσει.Ο Ερρίκος άφησε κάτω τις βαλίτσες και έπιασε τη Νίνα να τη συγκρατήσει να μην πέσει κάτω.Η Helga έτρεξε να φωνάξει τον άνδρα της, που κοιμόταν ακόμη. Πετάχτηκε ο Τόμας επάνω και έτρεξε στην είσοδο είδε αναμαλλιασμένη τη Νίνα και τρόμαξε.Το ίδιο και ο Ερρίκος,τη ρώτησε,τι συμβαίνει και γιατί είναι έτσι τρομαγμένη.
Η Νίνα είπε ότι είδε ένα εφιαλτικό όνειρο,ότι το αεροσκάφος έπεσε στη ζούγκλα και ότι οι άγριοι τους κράτησαν εκεί.
-Ήταν τόσο ζωντανό το όνειρο αυτό,που δεν το πιστεύω,ότι επιστρέψατε,είπε.
-Ησύχασε,ησύχασε,κορίτσι μου,είπε ο Ερρίκος,εδώ είμαστε.Μας βλέπεις.
-Πολύ βαριές είναι οι βαλίτσες σας,είπε ο Τόμας.
-Είναι γεμάτες Νεοϋορκέζικα πράγματα.Να δείτε τι σας φέραμε.Ο Δημήτρης και η Άννα,πού είναι?Ξυπνήστε τους.
-Δημήτρη,Άννα,ξυπνήστε.Ελάτε,ήρθαν.
-Ω!Καλώς ήρθατε.
-Πώς ήταν το ταξίδι?
-Πολύ καλό και πολύ ξεκούραστο.
- Κοιμηθήκαμε αργά.Σας περιμέναμε και
-Αγωνιούσαμε όλες αυτές τις ημέρες.
-Πήγαν όλα καλά,είπε ο Ερρίκος.
Το αεροσκάφος απογειώθηκε από το αεροδρόμιο της Ν.Υόρκης.Ο Ερρίκος και η Helga τακτοποιήθηκαν στις θέσεις τους,προσδέθηκαν με τις ζώνες τους,όπως καθοδήγησε η υπεύθυνη αεροσυνοδός και προσεκτικά άκουσαν τις υπόλοιπες οδηγίες περί του πώς να ενεργήσουν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.Η κοπέλα,η αεροσυνοδός,η υπεύθυνη στο σερβίρισμα των επιβατών περνούσε από το διάδρομο δίνοντας ποτό ή καφέ στους επιβάτες.Η πτήση ήταν μετά τα μεσάνυχτα.Ο Ερρίκος και η Helga άκουσαν τη συμβουλή της Νίνας και έτρεξαν στο αεροδρόμιο όσο πιο γρήγορα γινόταν.Πρόλαβαν την τελευταία πτήση της ημέρας που ήταν η πρώτη της επόμενης μέρας.
Η Helga ζήτησε μπύρα και ο Ερρίκος καφέ.Στα πόδια του κρατούσε το χαρτοφύλακα του,μία μικρή βαλιτσούλα με όλα τα χαρτιά που κρατούσε με τις υποθέσεις του, που μέχρι και τώρα μελετούσε.Πολλοί από τους επιβάτες κοιμόταν.Ακουγόταν,άλλων οι ελαφρές αναπνοές και άλλων τα ροχαλητά.Ένας μελαψός άνδρας σηκώθηκε από το κάθισμα του και κατευθύνθηκε προς το πιλοτήριο.Στο προθάλαμο ακινητοποίησε τις τρεις αεροσυνοδούς και προχώρησε.Προέτεινε το κοντόκανο όπλο του που εκτόξευε θερμό αέρα.Ακινητοποίησε πρώτα τον συγκυβερνήτη,έδεσε το στόμα του με κολητική ταινία και τον έβαλε να καθισει στο πάτωμα.Στη συνέχεια ακινητοποίησε τον κυβερνήτη του αεροσκάφους εκτοξεύοντας του θερμό αέρα,του έδεσε το στόμα με κολητική ταινία και τον έβαλε να καθίσει στη θέση του συγκυβερνήτη.Κάθισε στη θέση του πιλότου πήρε το πηδάλιο στα χέρια του και με αστραφτερά μάτια από χαρά το κατεύθυνε όπου ήθελε. Οι επιβάτες δεν κατάλαβαν το παραμικρό,όλοι κοιμόταν.Άρχισε να ξημερώνει,όταν το αεροσκάφος προσγειώθηκε. Πολλοί επιβάτες είχαν ξυπνήσει,όπως ο Ερρίκος.
-Πού βρισκόμαστε,είπε.Helga,ξύπνα,αγάπη μου,πού βρισκόμαστε.
-Αλήθεια πόυ βρισκόμαστε,είπε και η Helga τρίβοντας τα μάτια της.
-Στη ζούγκλα βρισκόμαστε,αγάπη μου.
-Στη ζούγκλα.Κοίταξε εκεί να δεις.
-Ω!Τι μας περιμένει?είπε ο Ερρίκος.
Ο μελαψός άνδρας,ο λαθρεπιβάτης,με γλώσσα που δεν καταλάβαιναν τους είπε να κατεβούν και με χειρονομίες έδειξε από ποιά έξοδο να κατεβούν.Οι άνδρες από μία άγρια φυλή περιτριγύρισαν το αεροσκάφος και με ιαχές άγριες,με χορούς και τραγούδια τους υποδέχτηκαν,πηδώντας και κραδαίνοντας τα δόρατα τους με τις πολύχρωμες κορδέλες και με πρόσωπα χρωματισμένα,γυμνοί χοροπηδούσαν και φώναζαν στη γλώσσα που κανένας από τους επιβάτες δεν καταλάβαινε.Η περιοχή γύρω ήταν γεμάτη με καζάνια που έβραζαν και ήταν έτοιμα να δεχτούν τους επιβάτες,που θα απολάμβαναν τη σούπα τους.Μερικοί έτρεξαν να φύγουν,αλλά δεν τα κατάφεραν.Ο επικεφαλής σωματοφύλακας τους έφερε πίσω. Έναν έναν έπαιρναν τους επιβάτες και τους έβαζαν στα καζάνια με το ζεστό νερό.Τα ζευγάρια με νοήματα ζητούσαν να μπουν μαζί. Είχαν όλοι μπανιαριστεί στο θερμό λουτρό,που όλο και πιο ζεστό γινόταν καθώς η φωτιά από τα ξύλα δυνάμωνε κάτω από κάθε καζάνι.Έφθασε και η σειρά του Ερρίκου και της Helga να δεχτούν τη..θερμοπληξία,όταν έφθασε τρέχοντας ο ταχυδρόμος της άγριας αυτής φυλής με το σακίδιο στους ώμους γεμάτο επιστολές.Στο χέρι του κρατούσε ένα μεγάλο φάκελο,που καθώς πλησίαζε τον άνοιξε και άρχισε να διαβάζει το περιεχόμενο του σε άπταιστη Αγγλική γλώσσα.Φώναξε τα ονόματα του Ερρίκου και της Helga,που ήταν έτοιμοι να πηδήξουν στο καζάνι μέσα στο νερό που έβραζε τώρα. Ο ταχυδρόμος έδωσε το φάκελο στον αρχηγό της φυλής,που διάβασε την επιστολή και φώναξε με πολεμική κραυγή στους πολεμιστές του. Να μην πειράξουν αυτούς τους δύο,είπε.Είναι δύο σημαντικά πρόσωπα.Ο Άνδρας είναι δικηγόρος και πρόεδρος της εργατικής συνομοσπονδίας στο Μόναχο και η γυναίκα είναι το διασημότερο μοντέλο στη Γερμανία.Ο αρχηγός της φυλής συσκέφθηκε με τους πολεμιστές του αρκετή ώρα και απεφάνθησαν,ότι τους χρειάζονται και είναι ανάγκη να τους κρατήσουν στη ζούγκλα να τους εντάξουν ως μέλη της μεγάλης φυλικής ομάδας τους και να τους τοποθετήσουν σε ανάλογη με την εργασία τους θέση. Μετά έλυσαν τα χέρια τους,που ήταν δεμένα.Την ίδια στιγμή γκρίζα σύννεφα γέμισαν τον ουρανό και άρχισε να πέφτει βροχή,μία λασποβροχή,που έκανε όλους τους γυμνούς στρατιώτες της άγριας αυτής φυλής να τρέξουν στις κατοικίες τους για να προστατευθούν.Ο Ερρίκος και η Helga ντυμένοι με τις χόρτινες παραδοσιακές στολές της φυλής και βαμμένοι με τα χρώματα της, δεν έχασαν χρόνο.Άρχισαν να λύνουν τα χέρια των επιβατών,πριν γίνουν σούπα, και να τους βοηθούν να βγούν από τα καζάνια.Κρατώντας το σύμβολο τους, το δόρυ με τις πολύχρωμες κορδέλες,παρακινούσαν έναν έναν να φύγουν τρέχοντας για να σωθούν.
-Νίνα,ξύπνα,φώναξε ο Τόμας.Το κουδούνι χτυπάει,δεν ακούς?
Τρομαγμένη η Νίνα πετάχτηκε πάνω αχτένιστη,όπως ήταν από τον ύπνο,άνοιξε την πόρτα.
-Νίνα,πώς είσαι έτσι.Τί έπαθες?
-Κυρία Helga,ήλθατε? Εσείς είστε?και την άγγιζε στα χέρια,στο πρόσωπο, για να βεβαιωθεί.
-Ο Κύριος Ερρίκος,πού είναι?ρώτησε τρομαγμένη.
-Πληρώνει το ταξί και έρχεται με τις βαλίτσες.
-Ω!Κύριε,εσείς είστε?είπε η Νίνα και έγειρε να λιποθυμήσει.Ο Ερρίκος άφησε κάτω τις βαλίτσες και έπιασε τη Νίνα να τη συγκρατήσει να μην πέσει κάτω.Η Helga έτρεξε να φωνάξει τον άνδρα της, που κοιμόταν ακόμη. Πετάχτηκε ο Τόμας επάνω και έτρεξε στην είσοδο είδε αναμαλλιασμένη τη Νίνα και τρόμαξε.Το ίδιο και ο Ερρίκος,τη ρώτησε,τι συμβαίνει και γιατί είναι έτσι τρομαγμένη.
Η Νίνα είπε ότι είδε ένα εφιαλτικό όνειρο,ότι το αεροσκάφος έπεσε στη ζούγκλα και ότι οι άγριοι τους κράτησαν εκεί.
-Ήταν τόσο ζωντανό το όνειρο αυτό,που δεν το πιστεύω,ότι επιστρέψατε,είπε.
-Ησύχασε,ησύχασε,κορίτσι μου,είπε ο Ερρίκος,εδώ είμαστε.Μας βλέπεις.
-Πολύ βαριές είναι οι βαλίτσες σας,είπε ο Τόμας.
-Είναι γεμάτες Νεοϋορκέζικα πράγματα.Να δείτε τι σας φέραμε.Ο Δημήτρης και η Άννα,πού είναι?Ξυπνήστε τους.
-Δημήτρη,Άννα,ξυπνήστε.Ελάτε,ήρθαν.
-Ω!Καλώς ήρθατε.
-Πώς ήταν το ταξίδι?
-Πολύ καλό και πολύ ξεκούραστο.
- Κοιμηθήκαμε αργά.Σας περιμέναμε και
-Αγωνιούσαμε όλες αυτές τις ημέρες.
-Πήγαν όλα καλά,είπε ο Ερρίκος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου